THEPOWERGAME
Από τις πρώτες ημέρες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία άρχισαν οι κλυδωνισμοί για τη ρωσική οικονομία. Υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και της ΕΕ η Δύση επέβαλε κυρώσεις στη Μόσχα, το ρούβλι υποχώρησε σε ιστορικά χαμηλά, η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας διπλασίασε τα επιτόκια και το Χρηματιστήριο της Μόσχας παρέμεινε κλειστό για μέρες ολόκληρες.
Με «σοβαρές και μαζικές κυρώσεις» απειλούσαν οι Ευρωπαίοι ηγέτες, ενώ ο Λευκός Οίκος είχε προβλέψει συρρίκνωση του ρωσικού ΑΕΠ κατά 15% μέσα σε έναν χρόνο. Σύμφωνα, όμως, με την DW οι πλέον σκοτεινές προβλέψεις δεν επιβεβαιώθηκαν. Μπορεί η ρωσική οικονομία να βρέθηκε ενώπιον σοβαρών προκλήσεων το 2022, αλλά οι τελικές επιδόσεις ήταν καλύτερες από τις αναμενόμενες. Βέβαια, είναι αδύνατον να έχει κανείς πλήρη εικόνα, καθώς πολλά οικονομικά στοιχεία θεωρούνται πλέον απόρρητα, με απόφαση του Κρεμλίνου.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για την καλύτερη- σε σχέση με αρχικές εκτιμήσεις- πορεία της ρωσικής οικονομίας. Κύριος λόγος είναι ασφαλώς η συνέχιση των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου για μεγάλο χρονικό διάστημα. Στις αρχές του πολέμου η ΕΕ δεν είχε επιβάλει σχετικές κυρώσεις, καθώς έβλεπε ότι και η ίδια εξαρτάται από τις εισαγωγές ρωσικής ενέργειας. Και ενώ συνεχίζονταν οι εξαγωγές της προς την ΕΕ, η Ρωσία αναζήτησε και βρήκε νέους αγοραστές στην Κίνα, την Ινδία και αλλού, με αποτέλεσμα η ρωσική κεντρική τράπεζα να καταγράφει για το 2022 εμπορικό πλεόνασμα-ρεκόρ, ύψους 227 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Με τα χρήματα αυτά η Μόσχα κατάφερε να μετριάσει τις επιπτώσεις των δυτικών κυρώσεων, καθώς «ήταν σε θέση να επιδοτεί κομβικούς κλάδους της βιομηχανίας της, να στηρίζει την απασχόληση και να χρηματοδοτεί προγράμματα για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής στη χώρα», εκτιμά ο Κρις Γουίφερ που που εργάστηκε επί 25 χρόνια ως σύμβουλος επενδύσεων στη Ρωσία.
Η δύσκολη σχέση Ρωσίας – Κίνας
Σημαντικός παράγοντας είναι βέβαια η ενίσχυρη των εμπορικών συναλλαγών με την Ινδία και την Κίνα. Πραγματική άνθηση γνωρίζει το εμπόριο μεταξύ αυτών των τριών χωρών. Συν τοις άλλοις η Ρωσία επωφελείται από τις αποκαλούμενες «παράλληλες εισαγωγές», δηλαδή προμηθεύεται δυτικά προϊόντα δια της τεθλασμένης, από την Ινδία, την Κίνα ή άλλες χώρες της Κεντρικής Ασίας. Η Αλεξάντρα Βακρού θεωρεί ότι η Κίνα είναι ο μεγάλος κερδισμένος από τη νέα ισορροπία δυνάμεων, καθώς εντείνεται η εξάρτηση της Μόσχας από το Πεκίνο. «Στην πραγματικότητα η Κίνα δεν ενδιαφέρεται για τη Ρωσία», επισημαίνει, «καθώς οι συναλλαγές με τη Ρωσία δεν υπερβαίνουν το 3% του συνολικού όγκου των συναλλαγών της. Αλλά για το Κρεμλίνο η Κίνα γίνεται πιο σημαντική. Αυτό είναι καλό για εμάς. Διότι το Πεκίνο θα εισακουστεί, εάν ζητήσει από τον Πούτιν να μην καταφύγει σε πυρηνικά όπλα στο μέτωπο της Ουκρανίας».
Οι προβλέψεις για το μέλλον της ρωσικής oικονομίας δεν είναι εύκολες. Το ΔΝΤ αναμένει ισχνό δείκτη ανάπτυξης της τάξεως του 0,3%, ενώ άλλοι αναλυτές κάνουν λόγο για μείωση της οικονομικής δραστηριότητας κατά περίπου 2%. Η Ευρώπη έχει καταφέρει να απεξαρτηθεί από τις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας, αλλά μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι πραγματικά λειτουργεί το πλαφόν στις τιμές ενέργειας, που αποφασίστηκε τον περασμένο Δεκέμβριο. Το περιοδικό Economist εκτιμά ότι η Ρωσία συνεχίζει να εξάγει τεράστιες ποσότητες πετρελαίου, αλλά σε χαμηλότερες τιμές. «Το μεγάλο ερώτημα είναι πόσα χρήματα ακόμη μπορεί να κερδίσει η Ρωσία με τη διύλιση και τις εξαγωγές ορυκτών καυσίμων», σημειώνει ο αναλυτής Κρις Γουίφερ. «Σε κάθε περίπτωση, θα είναι λιγότερα από το 2022».