THEPOWERGAME
Το 1987 η Panasonic έβαλε ένα στοίχημα στην Κίνα. Εκείνη την εποχή η Ιαπωνία, η πατρίδα του γίγαντα των ηλεκτρονικών, ήταν μια παγκόσμια κατασκευαστική δύναμη και η κινεζική οικονομία δεν ήταν μεγαλύτερη από εκείνη του Καναδά. Έτσι, όταν η εταιρεία μπήκε σε μια κινεζική κοινοπραξία για να κατασκευάσει στο Πεκίνο λυχνίες καθοδικών ακτίνων για τις τηλεοράσεις της, κάποιοι είδαν αυτή της την κίνηση με καχυποψία. Πριν περάσει πολύς καιρός, κι άλλοι τιτάνες ηλεκτρονικών ειδών ευρείας κατανάλωσης, από την Ιαπωνία και αλλού, άρχισαν να δραστηριοπιούνται στην Κίνα για να επωφεληθούν από το άφθονο και φθηνό εργατικό δυναμικό της. Τρεισήμισι δεκαετίες μετά, η Κίνα είναι ο άξονας μιας βιομηχανίας ηλεκτρονικών ειδών ευρείας κατανάλωσης αξίας πολλών τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Το 2021, οι εξαγωγές ηλεκτρονικών προϊόντων και εξαρτημάτων της ανήλθαν σε 1 τρισ. δολάρια, σε ένα παγκόσμιο σύνολο 3,3 τρισ. δολαρίων. Στις μέρες μας, να για αποφύγει κάποια επιχείρηση την Κίνα χρειάζεται πολλά κοτσιά.
Ωστόσο, υπό τον βαρύ συνδυασμό εμπορικών και πολιτικών πιέσεων, οι ξένες εταιρείες αρχίζουν όλο και περισσότερο να βρίσκουν το κουράγιο, αν όχι να εγκαταλείψουν την Κίνα εντελώς, τουλάχιστον να αναζητήσουν την ανάπτυξη πέρα από αυτήν. Τα εργατικά χέρια στην Κίνα δεν είναι πλέον τόσο φθηνά: μεταξύ 2013 και 2022 οι μισθοί στη μεταποίηση διπλασιάστηκαν, σε μέσο όρο 8,27 δολάρια την ώρα. Το πιο σημαντικό είναι ότι η εντεινόμενη τεχνολογική αποσύνδεση μεταξύ Πεκίνου και Ουάσινγκτον αναγκάζει τους κατασκευαστές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, ιδίως εκείνων που περιλαμβάνουν προηγμένους ημιαγωγούς, να επανεξετάσουν την εξάρτησή τους από την Κίνα.
Σύμφωνα με την εταιρεία ερευνών Teikoku Databank, μεταξύ 2020 και 2022 ο αριθμός των ιαπωνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνταν στην Κίνα μειώθηκε από περίπου 13.600 σε 12.700. Στις 29 Ιανουαρίου αναφέρθηκε ότι η Sony σχεδιάζει να μεταφέρει την παραγωγή φωτογραφικών μηχανών που πωλούνται στην Ιαπωνία και τη Δύση από την Κίνα στην Ταϊλάνδη. Η νοτιοκορεατική Samsung έχει μειώσει το εργατικό δυναμικό της στην Κίνα κατά περισσότερο από δύο τρίτα από την κορύφωσή του το 2013. Η αμερικανική εταιρεία κατασκευής ηλεκτρονικών υπολογιστών Dell, φέρεται να στοχεύει, έως το 2024, να σταματήσει να χρησιμοποιεί τσιπ κινεζικής κατασκευής.
Το ερώτημα για την Dell, τη Samsung, τη Sony και άλλες αντίστοιχες εταιρείες είναι που μπορούν να κατασκευάσουν τα προιόντα τους αντί για την Κίνα. Καμία χώρα δεν προσφέρει την τεράστια κατασκευαστική της βάση. Ωστόσο, στην Ασία υπάρχουν οικονομίες που, συνδυαστικά, μπορούν να προσφέρουν μια εμπνευσμένη εναλλακτική. Εκτείνονται σε ένα μισοφέγγαρο που ξεκινά από το Χοκάιντο, στη βόρεια Ιαπωνία, και μέσω της Νότιας Κορέας, της Ταϊβάν, των Φιλιππίνων, της Ινδονησίας, της Σιγκαπούρης, της Μαλαισίας, της Ταϊλάνδης, του Βιετνάμ, της Καμπότζης και του Μπαγκλαντές, καταλήγει στη Γκουτζαράτ, της βορειοδυτικής Ινδίας. Η κάθε περιοχή διαθέτει ιδιαίτερα πλεονεκτήματα, από τις υψηλές δεξιότητες και τις βαθιές τσέπες της Ιαπωνίας μέχρι τους χαμηλούς μισθούς της Ινδίας. Στα χαρτιά, παρουσιάζεται έτσι μια ευκαιρία για έναν χρήσιμο καταμερισμό της εργασίας, με ορισμένες χώρες να κατασκευάζουν εξελιγμένα εξαρτήματα και άλλες να τα συναρμολογούν σε τελικές συσκευές. Το κατά πόσον μπορεί το όλο εγχείρημα να λειτουργήσει στην πράξη είναι μια μεγάλη δοκιμασία για την εκκολαπτόμενη γεωπολιτική τάξη.
Αυτή η εναλλακτική ασιατική εφοδιαστική αλυσίδα – επονομαζόμενη Altasia – φαίνεται να είναι ισοδύναμη με την Κίνα σε βάρος, ή και καλύτερη (βλ. διάγραμμα). Ο συνολικός πληθυσμός της των 1,4 δισ. ατόμων σε ηλικία εργασίας επισκιάζει ακόμα και τα 980 εκατ. της Κίνας. Η Altasia φιλοξενεί 154 εκατομμύρια ανθρώπους ηλικίας μεταξύ 25 και 54 ετών με τριτοβάθμια εκπαίδευση, έναντι των 145 εκατομμυρίων στην Κίνα – και, σε αντίθεση με τη γηράσκουσα Κίνα, οι τάξεις τους φαίνονται έτοιμες να διευρυνθούν. Σε πολλά μέρη της Altasia οι μισθοί είναι σημαντικά χαμηλότεροι από ό,τι στην Κίνα: τα ωρομίσθια στη μεταποίηση στην Ινδία, τη Μαλαισία, τις Φιλιππίνες, την Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ είναι κάτω από 3 δολάρια, δηλαδή περίπου το ένα τρίτο από ό,τι ζητούν σήμερα οι Κινέζοι εργαζόμενοι. Παράλληλα, η περιοχή είναι ήδη εξαγωγική δύναμη: κατά τους 12 μήνες έως τον Σεπτέμβριο του 2022, τα μέλη της πούλησαν εμπορεύματα αξίας 634 δισ. δολαρίων στην Αμερική, ξεπερνώντας τα 614 δισ. δολάρια της Κίνας.
Η Altasia έχει επίσης γίνει οικονομικά πιο ολοκληρωμένη. Όλη, εκτός από την Ινδία, το Μπαγκλαντές και την Ταϊβάν, έχει υπογράψει την Περιφερειακή Ολοκληρωμένη Οικονομική Εταιρική Σχέση (RCEP, η οποία περιλαμβάνει και την Κίνα). Με την εναρμόνιση των κανόνων καταγωγής στις διάφορες υπάρχουσες εμπορικές συμφωνίες της περιοχής, το σύμφωνο δημιούργησε μια ενιαία αγορά ενδιάμεσων προϊόντων. Αυτή με τη σειρά της έχει αμβλύνει τα ρυθμιστικά εμπόδια στις πολύπλοκες εφοδιαστικές αλυσίδες που διέρχονται από πολλές χώρες. Οι περισσότερες χώρες της Altasia είναι μέλη του Οικονομικού Πλαισίου του Ινδο-Ειρηνικού, μιας νέας αμερικανικής πρωτοβουλίας. Το Μπρουνέι, η Ιαπωνία, η Μαλαισία, η Σιγκαπούρη και το Βιετνάμ ανήκουν στη Συνολική και Προοδευτική Εταιρική Σχέση του Ειρηνικού (CPTPP), η οποία περιλαμβάνει επίσης τον Καναδά, το Μεξικό και αρκετές χώρες της Νότιας Αμερικής.
Χάρη στις ιαπωνικές εταιρείες, οι οποίες έχουν δημιουργήσει εφοδιαστικές αλυσίδες στη Νοτιοανατολική Ασία εδώ και δεκαετίες, υπάρχει ήδη ένα μοντέλο για την οικονομία της Altasia. Πιο πρόσφατα, ο πλούσιος γείτονας της Ιαπωνίας στην Altasia, η Νότια Κορέα, ακολούθησε το παράδειγμά της. Το 2020 οι συνολικές άμεσες επενδύσεις των νοτιοκορεατικών επιχειρήσεων στο Μπρουνέι, την Καμπότζη, την Ινδονησία, το Λάος, τη Μαλαισία, τις Φιλιππίνες, τη Σιγκαπούρη, την Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ – που μαζί με την ασταθή Μιανμάρ αποτελούν την Ένωση Χωρών της Νοτιοανατολικών Ασίας (ΑSΕΑΝ) – και το Μπαγκλαντές έφθασαν τα 96 δισ. δολάρια, ξεπερνώντας οριακά τις κορεατικές επενδύσεις στην Κίνα. Μόλις πριν από μια δεκαετία, οι επενδύσεις των κορεατικών εταιρειών στην Κίνα ήταν σχεδόν διπλάσιες από εκείνες στην Altasia. Η Samsung είναι ο μεγαλύτερος ξένος επενδυτής στο Βιετνάμ. Πέρυσι η νοτιοκορεατική αυτοκινητοβιομηχανία Hyundai, άνοιξε το πρώτο της εργοστάσιο στην Ασία, κατασκευάζοντας ηλεκτρικά οχήματα στην Ινδονησία.
Τώρα, περισσότερες εκτός της Altasia επιχειρήσεις ενδιαφέρονται για την περιοχή, συχνά μέσω των επί συμβάσει κατασκευαστών τους στην Ταϊβάν. Οι ταϊβανέζικες Foxconn, Pegatron και Wistron, οι οποίες, μεταξύ άλλων, συναρμολογούν συσκευές για την Apple, επενδύουν σημαντικά σε ινδικά εργοστάσια. Το μερίδιο των iPhones που κατασκευάζονται στην Ινδία αναμένεται να αυξηθεί από περίπου ένα στα 20 πέρυσι σε ίσως ένα στα τέσσερα μέχρι το 2025. Δύο πανεπιστήμια της Ταϊβάν συνεργάζονται με την Tata, έναν ινδικό όμιλο με φιλόδοξα σχέδια στον τομέα της παραγωγή υψηλής τεχνολογίας, για να προσφέρουν μαθήματα ηλεκτρονικών σε Ινδούς εργάτες. Η Google μεταφέρει την εξωτερική παραγωγή των νεότερων smartphones Pixel από την Κίνα στο Βιετνάμ.
Η πιο εξελιγμένη παραγωγή, ιδίως των γεωπολιτικά ευαίσθητων ημιαγωγών, μεταφέρεται επίσης στην Altasia. Η Μαλαισία εξάγει ήδη περίπου το 10% των παγκόσμιων τσιπ σε αξία, περισσότερο από την Αμερική. Οι χώρες της ΑSΕΑΝ αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ένα τέταρτο των παγκόσμιων εξαγωγών ολοκληρωμένων κυκλωμάτων, ξεπερνώντας εύκολα το 18% της Κίνας, και το χάσμα συνεχίζει να μεγαλώνει. Η Qualcomm, μια αμερικανική εταιρεία κατασκευής τσιπ «fabless», η οποία πωλεί σχέδια μικροεπεξεργαστών για να κατασκευαστούν από άλους, άνοιξε, το 2020, το πρώτο της κέντρο έρευνας και ανάπτυξης στο Βιετνάμ. Τα έσοδα της Qualcomm από τα βιετναμέζικα εργοστάσια τσιπ, πολλά από τα οποία ανήκουν σε παγκόσμιους κολοσσούς όπως η Samsung, τριπλασιάστηκαν μεταξύ 2020 και 2022. Νωρίτερα αυτόν τον μήνα η τοπική κυβέρνηση της πόλης Χο Τσι Μινχ ανακοίνωσε ότι φλερτάρει με την Intel για μια επένδυση ύψους 3,3 δισ. δολαρίων (αν και αργότερα διέγραψε το όνομα του αμερικανικού γίγαντα των τσιπ από την ανακοίνωση στο διαδίκτυο).
Το τεράστιο πλεονέκτημα της Κίνας ήταν ιστορικά η τεράστια ενιαία αγορά της, συνδεδεμένη με αξιοπρεπείς υποδομές, όπου η αξία μπορούσε να προστεθεί χωρίς προμηθευτές, εργαζόμενους και κεφάλαια να διασχίζουν τα εθνικά σύνορα. Επομένως, για να μπορέσει η Altasia να ανταγωνιστεί πραγματικά την Κίνα, η εφοδιαστική της αλυσίδα θα πρέπει να γίνει πολύ πιο ολοκληρωμένη και αποτελεσματική. Παρόλο που η RCEP έχει λαδώσει κάπως τα γρανάζια του εμπορίου μεταξύ των χωρών της Altasia, η ροή των αγαθών αντιμετωπίζει περισσότερα εμπόδια από ό,τι στην Κίνα. Οι χώρες μέλη της θα πρέπει να παίξουν με βάση το συγκριτικό τους πλεονέκτημα.
Προς το παρόν, η υποδομή που τις συνδέει είναι στην καλύτερη περίπτωση άθλια. Οι λεπτομερείς κανονισμοί και οι εθνικές φιλοδοξίες μπορούν εύκολα να εμποδίσουν την εναλλακτική εφοδιαστική αλυσίδα. Οι φτωχότερες χώρες της Altasia δεν είναι απαραίτητα πρόθυμες να ακολουθήσουν τον λογικό καταμερισμό εργασίας, ο οποίος θα τις έβλεπε να έχουν μεγαλύτερο ρόλο στα ταπεινότερα τμήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας ηλεκτρονικών ειδών. Επιπλέον, η αποφυγή όλων των εξαρτημάτων κινεζικής κατασκευής είναι σχεδόν αδύνατη. Το 2022, η Thamlev, μια αμερικανική νεοσύστατη επιχείρηση ηλεκτρικών ποδηλάτων, μετέφερε την παραγωγή από την Κίνα στη Μαλαισία προκειμένου να αποφύγει έναν αμερικανικό δασμό 25%, αλλά συνέχισε να εισάγει απαραίτητα κινεζικά εξαρτήματα. Ως αποτέλεσμα, χρειάστηκε ένας μήνας περισσότερο για να φτάσουν τα ηλεκτρονικά ποδήλατά της στους Αμερικανούς καταναλωτές.
Οι προοπτικές για βαθύτερη ολοκλήρωση είναι θολές, τόσο εντός της Altasia όσο και με τις μεγάλες καταναλωτικές αγορές του πλούσιου κόσμου. Η Ινδία, με 1,4 δισ. κατοίκους από την οποία μπορεί να εξαρτηθεί το μέλλον της Altasia, δεν φαίνεται να βιάζεται να γίνει μέρος της RCEP. Αν και η χώρα έχει υπογράψει, μαζί με άλλους γείτονες της Altasia, το αμερικανικό Πλαίσιο του Ινδο-Ειρηνικού, έχει εξαιρεθεί από τις εμπορικές διατάξεις της πρωτοβουλίας, οι οποίες ούτως ή άλλως δεν είναι ιδιαίτερα πειστικές: Η Αμερική έχει προστατευτική διάθεση και δεν έχει προσφέρει μειώσεις δασμών ή καλύτερη πρόσβαση στην τεράστια αγορά της. Ένας υπεύθυνος χάραξης πολιτικής της ΑSΕΑΝ την παρομοιάζει με ένα ντόνατ, χωρίς «γέμιση» στη μέση.
Η Altasia σίγουρα δεν θα αντικαταστήσει την Κίνα σύντομα, πόσο μάλλον εν μία νυκτί. Τον Ιανουάριο, για παράδειγμα, η Panasonic ανακοίνωσε μια μεγάλη επέκταση των κινεζικών δραστηριοτήτων της. Ωστόσο, με τον καιρό η Κίνα είναι πιθανό να γίνει λιγότερο ελκυστική για τους ξένους κατασκευαστές. Η κινεζική εργασία δεν γίνεται φθηνότερη και οι απόφοιτοί της χώρας δεν αυξάνονται. Η Αμερική μπορεί ακόμα να συνειδητοποιήσει ότι η μείωση της εξάρτησής της από την Κίνα στην πράξη απαιτεί στενότερους δεσμούς με φιλικές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής της στην CPTPP, ο πρόδρομος της οποίας κατέρρευσε μετά την αποχώρηση της Αμερικής το 2017. Βέβαια, ως εκκολαπτόμενη εναλλακτική στην Κίνα, η Altasia είναι πραγματικά ασυναγώνιστη.
© 2023 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist, το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr. Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά, βρίσκεται στο www.economist.com.