THEPOWERGAME
Διαψεύδοντας τους αρχικούς φόβους για βαθιά ύφεση, η Ευρωζώνη και οι ΗΠΑ φαίνεται να αντιστέκονται στις αντιξοότητες που πηγάζουν από την αλματώδη άνοδο του κόστους ενέργειας, τον υψηλό πληθωρισμό και τα υψηλά επιτόκια. Η βελτίωση του οικονομικού περιβάλλοντος και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού δημιουργεί θετικές προσδοκίες για τους επόμενους μήνες. Αλλά οικονομικοί αναλυτές και αγορές φοβούνται μήπως έτσι οι κεντρικές τράπεζες προχωρήσουν με μεγαλύτερη επιθετικότητα σε μια περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων τους, με αποτέλεσμα να φρενάρει η εύθραυστη πρόοδος των οικονομιών.
Χάρη στον ήπιο χειμώνα και τη συνακόλουθη υποχώρηση των τιμών φυσικού αερίου, η Ευρωζώνη έχει καταφέρει να προσαρμοστεί πιο άμεσα στη δραματική μείωση των ροών από την Gazprom μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η επέκταση της δραστηριότητας στον ιδιωτικό κλάδο της Γερμανίας και της Γαλλίας μέσα στον Φεβρουάριο ενισχύει σενάρια που θέλουν την Ευρωζώνη να αποφεύγει μια τεχνητή ύφεση, η οποία καθορίζεται από τη συρρίκνωση οικονομιών επί δυο διαδοχικά τρίμηνα. Με τους δείκτες Υπευθύνων Προμηθειών (ΡΜΙ) να φθάνουν το 51,1 στη Γερμανία και το 51,6 στη Γαλλία, φαίνεται πως «η ανάπτυξη έχει τονωθεί από την ενίσχυση της εμπιστοσύνης όσο υποχωρούν οι φόβοι για ύφεση», σχολιάζει ο Κρις Γουίλιαμσον, οικονομολόγος της εταιρείας αναλύσεων S&P Global.
Προβλέψεις για αθροιστική αύξηση 100 μ.β. από την ΕΚΤ
Αν και αναμένεται από την Berenberg Bank πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα προχωρήσει σε αθροιστικές αυξήσεις των επιτοκίων κατά 100 μονάδες βάσης έως το β’ τρίμηνο του 2023, είναι πιθανό τα «γεράκια» του διοικητικού συμβουλίου να πιέσουν για περαιτέρω προσαρμογές, καθώς η Ευρωζώνη αποδεικνύεται μέχρι σήμερα πιο ανθεκτική στην απότομη απεξάρτησή της από τον ενεργειακό κλάδο της Ρωσίας. Τον Ιανουάριο του 2023 ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη περιορίστηκε στο 8,5% από το 10,6% του περσινού Οκτωβρίου. Το ερώτημα είναι πόσο και τι ακόμα θα χρειαστεί για να φθάσει ο πληθωρισμός τον στόχο του 2% εάν συνεχίσει να κινείται πτωτικά. Σήμερα το βασικό επιτόκιο χρηματοδότησης της ΕΚΤ βρίσκεται στο 3%, αντί του μηδέν που ίσχυε μέχρι πέρυσι τον Ιούλιο.
Η ΕΚΤ θεωρεί, όμως, πως η «καμπούρα» του πληθωρισμού θα επιμείνει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, όπως εκτιμά ο Χόλγκερ Σμίτινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank. «Ενώ η ΕΚΤ υποστηρίζει πως ο πληθωρισμός θα κινηθεί, κατά μέσο όρο, στο 3,4% κατά τη διάρκεια του 2024, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Δεκεμβρίου, εμείς προβλέπουμε πως θα υποχωρήσει στο 2,4%» αναφέρει ο οικονομολόγος της Berenberg. Κεντρικό ρόλο στις προβλέψεις της ΕΚΤ και όλων των υπόλοιπων παραγόντων που μελετούν τις οικονομίες της Ευρωζώνης είναι το κόστος του φυσικού αερίου. Οι τρέχουσες τιμές στα 55 ευρώ τη μεγαβατώρα στα 14μηνιαία συμβόλαια της αγοράς TTF είναι αρκετά χαμηλότερα από τα 130 ευρώ που προέβλεπε η ΕΚΤ τον Δεκέμβριο.
Βαθύς προβληματισμός επικρατεί, επίσης, στους κύκλους της Wall Street, καθώς τα τελευταία στοιχεία για την αμερικανική οικονομία δεν συνάδουν με ένα σενάριο ύφεσης που θα μπορούσε να μετριάσει τη σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed). H μείωση της ανεργίας στο χαμηλό 53 ετών τον Ιανουάριο, μαζί με τη μεγαλύτερη μηνιαία αύξηση των λιανικών πωλήσεων που έχει καταγραφεί εδώ και μια διετία, περιορίζουν τις πιθανότητες μιας ήπιας προσαρμογής των επιτοκίων σε υψηλότερα επίπεδα.
Αν και ο πληθωρισμός έχει επιβραδυνθεί από 9,1% πέρυσι τον Ιούνιο στο 6,5% τον Δεκέμβριο, ο επικεφαλής της Fed, Τζερόμ Πάουελ, τόνισε πρόσφατα πως θα χρειαστεί χρόνος για να επιτευχθεί ο στόχος του 2%. Η Standard Chartered προβλέπει πια πως το βασικό επιτόκιο της Fed θα φθάσει έως το 5,25% από το 4,75%, που είναι το ανώτατο ποσοστό από το ισχύον φάσμα (του 4,5% με 4,75%). Σχετικό δημοσίευμα της Wall Street Journal αναφέρει πως η Deutsche Bank θεωρεί πως τα επιτόκια της Fed θα φθάσουν μέχρι το 5,6% τον Ιούλιο, όταν μια εβδομάδα πριν οι προβλέψεις περιορίζονταν στο 5,1%.