THEPOWERGAME
Στην Παγκόσμια Σύνοδο Κορυφής των κυβερνήσεων που πραγματοποιήθηκε αυτήν την εβδομάδα στο Ντουμπάι ο Αιγύπτιος πρόεδρος Αμπντέλ Φατάχ αλ-Σίσι δήλωσε ότι «η Αίγυπτος χρειάζεται έναν κρατικό προϋπολογισμό ενός τρισεκατομμυρίου δολαρίων, κάθε χρόνο», από τα οποία δεν διαθέτει ούτε το ένα τέταρτο. Επεσήμανε ακόμη πως το Κάιρο χρειάζεται «βοήθεια από τους φίλους, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, τη Σαουδική Αραβία και το Κουβέιτ».
Σε μια προσπάθεια να αποτρέψει την πλήρη κατάρρευση της οικονομίας, ο πρόεδρος έχει αρχίσει να εισάγει μεταρρυθμίσεις, όπως ο διπλασιασμός του ιδιωτικού τομέα από 30% σε 65% έως το 2025, πουλώντας δεκάδες κρατικά ελεγχόμενες εταιρείες, τράπεζες και επιχειρήσεις ενέργειας και περικόπτοντας τις δημόσιες δαπάνες. Κατ’ αυτόν τον τρόπο εξυπηρετούνται και οι απαιτήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Δ.Ν.Τ.), με το οποίο συμφωνήθηκε δάνειο ύψους 3 δισ. δολαρίων τον περασμένο Δεκέμβριο.
Για τις χώρες του Κόλπου και τη Σαουδική Αραβία, οι οποίες έχουν στηρίξει την οικονομία της Αιγύπτου τα τελευταία 10 χρόνια με περίπου 100 δισεκατομμύρια δολάρια δίχως όρους, η ανακοίνωση είναι ιδιαίτερα ελκυστική: πρωτίστως, μια ισχυρότερη αιγυπτιακή οικονομία θα εξαρτάται λιγότερο από εξωτερικούς αρωγούς και οι νέες επενδύσεις θα έχουν περισσότερες πιθανότητες να δουν τα χρήματά τους να επιστρέφονται κάποια στιγμή.
Τα ειδησεογραφικά πρακτορεία μετέδιδαν αυτές τις μέρες ότι χώρες του Κόλπου όπως η Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ και το Κατάρ, οι οποίες επιδιώκουν να διαφοροποιήσουν το οικονομικό τους μοντέλο, ώστε να μην εξαρτώνται αποκλειστικά από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, επιθυμούν να αγοράσουν περιουσιακά στοιχεία στην Αίγυπτο, καθώς η συγκυρία φαντάζει επωφελής για τους επενδυτές: αφ’ ενός μεν η αιγυπτιακή λίρα, έχει χάσει το ήμισυ της αξίας της έναντι του δολαρίου μέσα σε έντεκα μήνες, αφ’ ετέρου δε ο πληθωρισμός αυξήθηκε στο 26,5% τον Ιανουάριο.
Διάσταση απόψεων ως προς τη χρησιμότητα των έργων
Ωστόσο, ένα μεγάλο μέρος της αιγυπτιακής οικονομίας δεν είναι κατάλληλο για ιδιωτικοποίηση, καθώς βρίσκεται στα χέρια του στρατού, γεγονός που τρομάζει τους διεθνείς επενδυτές. Αυτό επηρεάζει άμεσα μια σειρά από πολύ δαπανηρά έργα του προέδρου, όπως η νέα πρωτεύουσα που υποτίθεται ότι θα αντικαταστήσει το Κάιρο και βρίσκεται υπό κατασκευή από το 2015, καθώς και το Monorail του Καΐρου, που, όταν ολοκληρωθεί, θα είναι η μεγαλύτερη γραμμή τρένου χωρίς οδηγό στον κόσμο.
Ωστόσο, ο αλ-Σίσι υπερασπίστηκε τα σχέδιά του. Επέμεινε πως αυτά είναι απαραίτητα για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και θα βοηθούσαν στην ανοικοδόμηση των ετοιμόρροπων υποδομών της χώρας. Επιπλέον, οι υποστηρικτές των μεγαλεπήβολων έργων του αλ-Σίσι υποστήριζαν πάντα ότι θα συμβάλουν στην τόνωση της οικονομίας της Αιγύπτου με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, την αντιμετώπιση των ελλείψεων στις υποδομές και την επίλυση της προβληματικής κυκλοφοριακής κατάστασης στο Κάιρο, όπου κατοικούν 20 εκατομμύρια άνθρωποι.
Oι επικριτές αμφισβητούν τη βιωσιμότητα αυτών των μεγαλεπήβολων έργων σε μια εποχή που η χώρα αγωνίζεται να αποπληρώσει τα χρέη της. «Η Νέα Διοικητική Πρωτεύουσα, η οποία εκτιμάται ότι θα κοστίσει 50 δισεκατομμύρια δολάρια, ξεκίνησε λίγο πριν η Αίγυπτος απευθυνθεί στο Δ.Ν.Τ. για έκτακτη διάσωση, πράγμα απερίσκεπτο», δηλώνει ο Τίμοθι Κάλδας, επιστημονικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο Ταχρίρ για την πολιτική της Μέσης Ανατολής, προσθέτοντας ότι «οι έκτακτες δαπάνες για μεγαλεπήβολα έργα συνέβαλαν στην κρίση χρέους της Αιγύπτου». Είναι προφανές ότι το Δ.Ν.Τ. συμφωνεί με αυτή την άποψη, καθώς το πρόγραμμα δανείων απαιτεί από την κυβέρνηση να δικαιολογήσει τις μελλοντικές δαπάνες για τα μεγάλα έργα.
Δυσοίωνες οικονομικές προοπτικές
Ορισμένοι παρατηρητές λένε ότι τα έργα είχαν αρχικά θετικό αντίκτυπο στην οικονομία, ο οποίος όμως δεν διατηρήθηκε. «Το πρόβλημα ήταν ότι τα περισσότερα από αυτά τα έργα είναι σε μη εμπορικούς τομείς, όπως οι κατασκευές», λέει ο Αμρ Άντλι, από το Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της αιγυπτιακής πρωτεύουσας. «Τομείς δηλαδή που δεν συμβάλλουν άμεσα ούτε στην αύξηση των εξαγωγών, ούτε στη μείωση των εισαγωγών, ώστε να βελτιωθεί το ισοζύγιο συναλλαγών».
Μέχρι στιγμής ο αλ-Σίσι δεν έχει δηλώσει αν ή σε ποιο βαθμό θα ήταν πρόθυμος να μειώσει το κόστος κατά την ολοκλήρωση των έργων. Εν τω μεταξύ, η ανάγκη της Αιγύπτου να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση με την προσέλκυση ξένων επενδυτών μπορεί να αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Οι οικονομικές προοπτικές για το εγγύς μέλλον της Μέσης Ανατολής δεν φαίνονται ευοίωνες, με προβλεπόμενη πτώση 3,2% το 2023 και μικρή μόνο ανάπτυξη το 2024, σύμφωνα με τη γενική διευθύντρια του Δ.Ν.Τ. Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα.
Τζένιφερ Χόλλεϊς | Μοχάμεντ Φάρχαν
Επιμέλεια: Γιώργος Πασσάς
Πηγή: Deutsche Welle