THEPOWERGAME
Οι τράπεζες στις ΗΠΑ αποστασιοποιούνται από τα ανταλλακτήρια κρυπτονομισμάτων μετά την κατάρρευση της FTX τον περσινό Νοέμβριο και τις κατηγορίες που απαγγέλθηκαν κατά του ιδρυτή της, του 30χρόνου Σαμ Μπάνκμαν-Φράιντ, για οικονομική απάτη εις βάρος πελατών. Έκτοτε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) έχει εντατικοποιήσει τους ελέγχους στις εταιρείες διαπραγμάτευσης ψηφιακού χρήματος.
Η κατάρρευση της FTX, η οποία θεωρούνταν ένας από τους ισχυρότερους παίκτες στον κλάδο των κρυπτονομισμάτων, εξέθεσε την έλλειψη ενός διεθνούς κανονιστικού πλαισίου. Αίσθηση προκάλεσε η δήλωση του Τζέιμς Μπρόμλεϊ -ενός εκ των αρμοδίων στην εκκαθάριση της FTX, που έχει αναλάβει επίσημα η νομική εταιρεία Sullivan & Cromwell- ενώπιον δικαστηρίου στο Ντελαγουέρ. Είχε πει πως η FTX διοικείτο ως «προσωπικό τσιφλίκι» του Σαμ Μπάνκμαν-Φράιντ. Στο απόγειό της, η FTX αποτελούσε την 3η μεγαλύτερη εταιρεία διαπραγμάτευσης κρυπτονομισμάτων σε όρους συναλλαγών. Τον Ιούλιο του 2021 οι χρήστες της FTX ξεπερνούσαν το ένα εκατομμύριο.
Παρατηρητές του κλάδου επισημαίνουν στη Wall Street Journal πως οι αρμόδιες αρχές του τραπεζικού κλάδου των ΗΠΑ με χαμηλούς τόνους αποθαρρύνουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να διατηρήσουν επαφές με τον κλάδο των κρυπτονομισμάτων. Έτσι, δυσχεραίνεται η πρόσβαση των ανταλλακτηρίων αυτών στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, κάτι που σημαίνει πως περιορίζεται κάθε προοπτική ανάπτυξής τους.
Αυτές οι ενέργειες λαμβάνουν χώρα ύστερα από τη σύγχυση και τη διχογνωμία που επικρατούσε επί μια μακρά περίοδο για τη ρύθμιση της αγοράς των κρυπτονομισμάτων, η συνολική κεφαλαιοποίηση της οποίας υπολογίζεται σήμερα στο 1,16 τρισ. δολάρια. Από τη μία πλευρά έχει ασκηθεί κριτική από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές, διότι, ανάμεσα σε άλλα, διευκολύνουν τη χρηματοδότηση εγκληματικών ενεργειών, όπως είναι το ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Από την άλλη πλευρά, είχε παρατηρηθεί μια διαλλακτικότητα, με τους αρμοδίους να σκέπτονται την ενσωμάτωσή τους στο ευρύτερο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά με κανόνες. Μάλιστα, η τραπεζική ελεγκτική αρχή (Office of the Comptroller of the Currency), η οποία ναι μεν είναι ανεξάρτητη, αλλά υπάγεται στο υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, εξέταζε το ενδεχόμενο να επιτρέψει στις τράπεζες να διατηρούν κρυπτονομίσματα εκ μέρους πελατών. Οι Ρεπουμπλικανοί ήταν υπέρ μιας χαλαρής ρύθμισης αυτής της αγοράς, τονίζοντας τον ρόλο της καινοτομίας στον χρηματοπιστωτικό κλάδο. Τον Ιανουάριο οι Ρεπουμπλικανοί ανακοίνωσαν τη δημιουργία πάνελ για την εποπτεία αυτής της αγοράς.
Μετά την κατάρρευση της FTX, επίσης, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), η Υπηρεσία Εγγύησης Καταθέσεων (FDIC) και Αρχή Εκκαθάρισης Συναλλαγών στα παράγωγα (OCC) έκαναν εκτενή αναφορά στους κινδύνους που συσχετίζονται με τα κρυπτονομίσματα, όπως η απάτη, η μεγάλη μεταβλητότητα, η νομική αβεβαιότητα, η αδυναμία στη διαχείριση του επενδυτικού κινδύνου και οι πρακτικές διακυβέρνησης στις εταιρείες. Σε κοινή ανακοίνωση υπογραμμίζουν πως «δεν απαγορεύεται, ούτε αποθαρρύνονται» οι τράπεζες να παρέχουν υπηρεσίες κάποιου συγκεκριμένου τύπου στους πελάτες», αλλά υπάρχουν «σημαντικές ανησυχίες πάνω στην ασφάλεια και την αξιοπιστία των επιχειρηματικών μοντέλων που επικεντρώνονται σε δραστηριότητες με κρυπτονομίσματα».