THEPOWERGAME
Στις συναντήσεις του υπουργού Οικονομίας της Γερμανίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, και του Γάλλου ομολόγου του, Μπρούνο Λεμέρ, με την υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλεν, και άλλους υψηλούς αξιωματούχους της κυβέρνησης Μπάιντεν στις αρχές της εβδομάδας, συζητήθηκε η ενίσχυση των εφοδιαστικών αλυσίδων σε μέταλλα που είναι απαραίτητα για την παραγωγή ηλεκτροκίνητων αυτοκινήτων (EV) και γενικά την ανάπτυξη «πράσινων» τεχνολογιών.
Μολονότι οι Χάμπεκ και Λεμέρ μίλησαν από την Ουάσινγκτον για την ανάγκη στενότερης συνεργασίας με τις ΗΠΑ και τη μείωση της εξάρτησης από χώρες όπως η Κίνα για σπάνιες γαίες ή φωτοβολταϊκά πάνελ, κανείς δεν μπορούσε να αγνοήσει το θέμα που διχάζει σήμερα τους κυβερνώντες των δύο πλευρών του Ατλαντικού. Και αυτό δεν είναι άλλο από το Inflation Reduction Act (ΙRΑ), το πρόσφατο νομοσχέδιο της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν, που υπόσχεται επιδοτήσεις-μαμούθ, συνολικού ύψους 369 δισ. δολαρίων, για την τόνωση της βιομηχανικής παραγωγής σε αμερικανικό έδαφος. Προσφέροντας γενναιόδωρα κίνητρα σε κάθε στάδιο της παραγωγής, από την προμήθεια πρώτων υλών έως τη διάθεση του τελικού προϊόντος στον καταναλωτή, ο Λευκός Οίκος ενσωματώνει στο IRA μια δεκαετή στρατηγική για την ενεργειακή ασφάλεια και την ενεργειακή μετάβαση των ΗΠΑ.
Οικονομολόγοι θεωρούν πως το IRA συμβολίζει την τελευταία έκφανση προστατευτισμού των ΗΠΑ, που εκδηλώνεται με διπλωματικό τρόπο από τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, αλλά δεν αναιρεί μια τάση για εσωστρέφεια, που εκδηλώθηκε πρώτη φορά με την εκλογή του προκάτοχου του, Ντόναλντ Τραμπ. Μεγάλος φόβος της ΕΕ είναι μήπως «μεταναστεύσουν» εργοστασιακές μονάδες προς τις ΗΠΑ, με τα «πράσινα» κίνητρα του IRA, σε μια περίοδο που ήδη δοκιμάζεται το βιομηχανικό μοντέλο της Ευρώπης από την αλματώδη άνοδο του κόστους ενέργειας.
Το IRA προσθέτει έναν «πονοκέφαλο» στην ΕΕ
Η ρήξη των σχέσεων μεταξύ Κρεμλίνου και Δύσης μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει αποδυναμώσει δραματικά την ενεργειακή επάρκεια της ΕΕ. Είναι ισχυρή η πιθανότητα να παραμείνει υψηλό το κόστος των ορυκτών καυσίμων συγκριτικά με τις ΗΠΑ όσο τα κράτη-μέλη διαφοροποιούν τις προμήθειες ενέργειας μακριά από τη Ρωσία.
Αναφερόμενος στη Γερμανία, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank διαβλέπει πως η ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης, χάνοντας πια το πλεονέκτημα του φθηνού φυσικού αερίου από τη Ρωσία, θα χάσει περίπου το 2% με 3% της βιομηχανικής της επάρκειας μέσα στα επόμενα χρόνια, προς όφελος των ΗΠΑ και των χωρών της Αραβικής Χερσονήσου. Ο Σμίτινγκ τονίζει πως σε μειονεκτική θέση βρίσκονται ειδικά οι ενεργοβόρες βιομηχανίες της Ευρώπης. Μολονότι, όμως, η ετήσια παραγωγή μειώθηκε στον κλάδο των χημικών κατά 29% τον Δεκέμβριο, η αντίστοιχη δραστηριότητα στον κλάδο των αυτοκινητοβιομηχανιών ενισχύθηκε κατά 8,8%, αντισταθμίζοντας εν μέρει τις απώλειες στη συνολική βιομηχανική παραγωγή της Γερμανίας.
Προβλέψεις του IRA που ενόχλησαν την ΕΕ
Μία από τις προβλέψεις του IRA που ενόχλησαν τις Βρυξέλλες και τα κράτη-μέλη της ΕΕ είναι να προέρχονται ορισμένα συστατικά των μπαταριών στα ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα (EV) από χώρες που έχουν συνάψει συμφωνίες ελευθέρου εμπορίου με τις ΗΠΑ. Επιπροσθέτως, απαραίτητη προϋπόθεση για έκπτωση φόρου έως και 7.500 δολαρίων στην αγορά ενός EV είναι τουλάχιστον το 50% της αξίας των εξαρτημάτων των μπαταριών να έχει κατασκευαστεί ή συναρμολογηθεί στις αγορές της Βορείου Αμερικής.
Σύμφωνα με πρόσφατους υπολογισμούς της Wall Street Journal, πάνω από 35 δισ. δολάρια προβλέπονται για την κατασκευή υποδομών ηλιακής και αιολικής ενέργειας, αλλά και τη στήριξη της παραγωγής μπαταριών EVs στις ΗΠΑ. Η συμβουλευτική εταιρεία Wood Mackenzie υπολογίζει πως με το IRA μειώνεται το κόστος παραγωγής στις ΗΠΑ για τις κυψέλες μπαταριών κατά 28%, για τα πτερύγια των ανεμογεννητριών κατά 34% και των πάνελ για τα φωτοβολταϊκά κατά 29%. Αφού εγκρίθηκε το IRA πέρυσι τον Αύγουστο, η ιταλική Enel δρομολόγησε προ διμήνου την κατασκευή εργοστασίου με φωτοβολταϊκά πάνελ για τη δυνατότητα ηλεκτροπαραγωγής έως και 6 γιγαβάτ σε βάθος χρόνου.
Δύσκολος ο ανταγωνισμός με τις ΗΠΑ
Αρχές Φεβρουαρίου, η ΕΕ υπέβαλε προτάσεις στο πλαίσιο του Green Deal Industrial Plan, που διευκολύνουν την πρόσβαση των βιώσιμων εταιρειών σε εκπτώσεις φόρων και χαλαρώνουν τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις, προκειμένου να βοηθήσει τις κυβερνήσεις να προσελκύσουν νέες επενδύσεις στην «πράσινη» ενέργεια. Αλλά έχει ήδη ασκηθεί κριτική, διότι στηρίζεται σε υφιστάμενα χρηματοδοτικά προγράμματα και μπορεί τελικά να ωφελήσει περισσότερο τις μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ, σύμφωνα με το Politico. Όπως τόνισε η επίτροπος Ανταγωνισμού, Μαγκρέτε Βεστάγκερ, το 80% της κρατικής βοήθειας που εγκρίθηκε σε προγράμματα έκτακτων επιδοτήσεων τα τελευταία χρόνια προήλθαν από τη Γερμανία και τη Γαλλία. «Ποτέ δεν θα καταφέρουμε να ανταγωνιστούμε με τους ίδιους όρους τις ΗΠΑ σε θέματα χρηματοδότησης», σχολίασε ένας διπλωμάτης της ΕΕ.