THEPOWERGAME
Μειώσεις στη λιανική, στα βασικά αγαθά και στα τρόφιμα, της τάξης του 15%, έρχονται το επόμενο διάστημα. Η ραγδαία μείωση της τιμής του φυσικού αερίου (-83% από τα ιστορικά υψηλά του περασμένου Αυγούστου), η οποία συμπαρασύρει την τιμή του ηλεκτρικού, είναι η βασική αιτία μείωσης των τιμών των βασικών προϊόντων που, σύμφωνα µε παράγοντες της αγοράς, θα φανούν μέσα στο επόμενο δίμηνο.
Παράλληλα, και οι διατάξεις περί αισχροκέρδειας πιέζουν τις τιμές προς τα κάτω. Το υπουργείο Ανάπτυξης, όπως ανέφερε ο υπουργός Άδωνις Γεωργιάδης, προσανατολίζεται να παρατείνει τη διάταξη που δεν επιτρέπει ένα προϊόν να πωλείται µε μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους από εκείνο της 1ης Σεπτεμβρίου 2021, δηλαδή από τότε που άρχισε η αύξηση του πληθωρισμού στη χώρα µας. Η ισχύς της ρύθμισης λήγει στις 31 Μαρτίου 2023, αλλά όλα δείχνουν ότι θα παραταθεί μέχρι τέλος Ιουνίου.
Επομένως, οποιεσδήποτε μειώσεις στα προϊόντα υπάρξουν θα πρέπει να περάσουν στο ράφι. Συνολικά εκτιμάται μια μείωση της λιανικής τιμής κατά περίπου 15% από τα σημερινά επίπεδα. Ήδη ορισμένες εταιρείες προχωρούν σε μειώσεις µέσω των νέων τιμοκαταλόγων τους προς τα σούπερ μάρκετ. Για παράδειγμα, η βρετανική Reckitt, που παράγει προϊόντα γενικής χρήσεως, καθαριστικά για το σπίτι (Dettol, Airwick, Calgon, Harpic κ.ά.) φέρεται να πήρε πίσω αυξήσεις 15% που είχε επιβάλει τον περασμένο Νοέμβριο. Οι νέοι κατάλογοι προϊόντων περιλαμβάνουν μειώσεις 15% σε σχέση µε τον περασμένο Νοέμβριο. Μειώσεις 8%-10% καταγράφονται σε αρκετά επιμέρους εισαγόμενα προϊόντα, ενώ 10%-15% φθηνότερα πωλούνται κυρίως γαλακτοκομικά και τυροκομικά.
Οι τιμές σίγουρα δεν θα φτάσουν ξανά πίσω στο 2021. Σίγουρα, όμως, μπορούν να υποχωρήσουν στα επίπεδα του περασμένου Μαΐου ή του καλοκαιριού, οπότε και άρχισαν οι μεγάλες αυξήσεις τιμών στα βασικά αγαθά και τα τρόφιμα στη χώρα µας. Ο πληθωρισμός στα τρόφιμα τρέχει µε 15,4% (στοιχεία Δεκεμβρίου από τη Eurostat) και είναι αισθητά χαμηλότερος από τoν μέσο όρο της ευρωζώνης (16,0%) αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (17,8%). Ειδικά για την Ελλάδα, ο πληθωρισμός στα τρόφιμα ήταν ο υψηλότερος που καταγράφηκε μέσα στη χρονιά και φυσικά είναι ο μεγαλύτερος στη διάρκεια των τελευταίων τουλάχιστον 25 ετών. Σύμφωνα µε τη Eurostat, το αμέσως προηγούμενο ιστορικό υψηλό στον πληθωρισμό των τροφίμων στη χώρα µας είχε σημειωθεί τον Ιανουάριο του 2022, όταν είχε ανέλθει στο 12,5%.
Τις επικείμενες μειώσεις των τιμών στα βασικά αγαθά επιβεβαιώνει και η ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης. «Η μείωση του ενεργειακού κόστους έχει αρχίσει ήδη να γίνεται εμφανής στη βιομηχανία τροφίμων και αναμένουμε το επόμενο διάστημα σειρά μειώσεων στο ράφι των σούπερ μάρκετ», δηλώνει στο «MoneyPro» ο Άδωνις Γεωργιάδης, εκτιμώντας ότι η μείωση αυτή θα αποτυπωθεί το επόμενο δίμηνο, καθώς, όπως ανέφερε, ακόμη οι επιχειρήσεις λιανικής διανέμουν αποθέματα προϊόντων που έχουν παραχθεί µε υψηλό ενεργειακό κόστος.
Επίσης, παράγοντες της αγοράς σημειώνουν ότι οι μειώσεις τιμών βασικών αγαθών στις μεγάλες αγορές της Ευρώπης είναι ήδη γεγονός. Αυτές θα ακολουθήσει και η χώρα µας, η οποία λειτουργεί µε μια καθυστέρηση φάσης μερικών εβδομάδων, αφού πρώτα τροφοδοτούνται οι μεγάλες αγορές µε τις νέες παραγγελίες από τους μεγάλους βιομηχανικούς παραγωγούς και στη συνέχεια οι μικρότερες αγορές.
Σε συνέντευξη που έδωσε ο υπουργός Ανάπτυξης την περασμένη εβδομάδα κάλεσε τους καταναλωτές να είναι προσεκτικοί και να µην παρασύρονται σε άσκοπες αγορές, µε στόχο την αποθεματοποίηση βασικών αγαθών. Όπως είπε ο κ. Γεωργιάδης, οι τιμές θα μειωθούν και όσοι προχωρήσουν σε μαζικές αγορές προϊόντων για να επωφεληθούν στο μέλλον τελικά θα χάσουν χρήματα, που θα τα κερδίσουν οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ.
Η κυβέρνηση έχει αναγάγει το θέμα της ακρίβειας σε κυρίαρχο ζήτημα. Αυτό παραδέχθηκε, άλλωστε, και ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, στην πρόσφατη συνέντευξή του για την οικονομίας. Και αυτό συμβαίνει επειδή γνωρίζει ότι το θέμα αυτό είναι κυρίαρχο για τους καταναλωτές, οι οποίοι κάποια στιγμή μέσα στους επόμενους μήνες θα προσέλθουν στις κάλπες. Γι’ αυτό δίνεται και το market pass, προκειμένου να αμβλυνθούν οι αλγεινές επιπτώσεις του πληθωρισμού στην αγορά.
Πάντως, η κατανάλωση καλά κρατεί στα νοικοκυριά, αφού, σύμφωνά µε τα στοιχεία του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), πέρυσι αυξήθηκε κατά 7,7% και φέτος αναμένεται να αυξηθεί κατά 0,8%. Η άνοδος αυτή σε μεγάλο βαθμό καθοδηγεί και την αύξηση του ΑΕΠ.