THEPOWERGAME
Κάθε άλλο παρά έχει ολοκληρώσει τη δουλειά και την επιθετικότητά της η ΕΚΤ, όπως έδειξαν τα πρακτικά της συνεδρίασης του Δεκεμβρίου, επισημαίνει η Capital Economics. Όπως εκτιμά, οι μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων θα συνεχιστούν, με την ΕΚΤ να μην επιβραδύνει τον ρυθμό της, ενώ το QT θα επιταχυνθεί, με τις επανεπενδύσεις να λαμβάνουν οριστικό τέλος σύντομα.
Τα πρακτικά που δημοσιεύτηκαν την Πέμπτη, μαζί με τα οικονομικά στοιχεία που έχουν δημοσιευτεί από τη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου και τα πρόσφατα σχόλια από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, υποδηλώνουν ότι η ΕΚΤ θα αυξήσει το επιτόκιο καταθέσεων από 2% σε 3% έως τον Μάρτιο και όχι τον Μάιο, όπως ανέμενε προηγουμένως η Capital Economics, και ότι το QT θα επιταχυνθεί από τον Ιούνιο. Προς το παρόν, ο οίκος προβλέπει ότι το 3% θα είναι το μέγιστο επιτόκιο καταθέσεων, αλλά με τον δομικό πληθωρισμό να συνεχίζει να αυξάνεται, οι κίνδυνοι για ακόμα υψηλότερα τελικά επιτόκια της ΕΚΤ είναι σημαντικοί.
Κατά τη συνεδρίαση της νομισματικής πολιτικής της 15ης Δεκεμβρίου η ΕΚΤ αύξησε το επιτόκιο καταθέσεων κατά 50 μονάδες βάσης στο 2%, ανακοίνωσε έναν αρχικό ρυθμό ποσοτικής σύσφιξης (15 δισ. ευρώ το μήνα από Μάρτιο έως Ιούνιο) και παρέδωσε επιθετικό μήνυμα για μελλοντικές αυξήσεις επιτοκίων. Ειδικότερα, το guidance της Κριστίν Λαγκάρντ, που υποδηλώνει ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν αρκετές ακόμη αυξήσεις επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης, ώθησε τις αγορές να τιμολογήσουν υψηλότερα επιτόκια πολιτικής.
Τα πρακτικά, όπως σημειώνει η Capital Economics, υποστηρίζουν τις αναφορές των Μέσων Ενημέρωσης ότι μια αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης τον Φεβρουάριο είχε ουσιαστικά προσυμφωνηθεί τον Δεκέμβριο, προκειμένου να κερδίσει την υποστήριξη της πλειοψηφίας του ΔΣ για την πρόταση για αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης αντί για 75 μονάδες βάσης. Σημειώνουν ότι «ένας μεγάλος αριθμός μελών εξέφρασε αρχικά την προτίμηση για αύξηση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 75 μονάδες βάσης» (ενδεχομένως να σημαίνει πλειοψηφία). Και αναφέρονται δηλώσεις μελών ότι ο πληθωρισμός γινόταν «πιο επίμονος» και «ευρείας βάσης» και ότι οι μισθολογικές εξελίξεις αυξάνουν τον κίνδυνο δευτερογενών επιπτώσεων.
Επίσης, όπως έδειξαν τα πρακτικά, «ορισμένα από αυτά τα μέλη εξέφρασαν την προθυμία τους να συμφωνήσουν για αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης εάν η πλειοψηφία υποστήριζε την πρόταση». Αλλά το έκαναν «λαμβάνοντας υπόψη το ενισχυμένο μήνυμα ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνέχιζε να αυξάνει σημαντικά τα επιτόκια με σταθερό ρυθμό, τα οποία ήταν επίσης μέρος της πρότασης».
Η Capital Economics τονίζει πως από την τελευταία συνεδρίαση της ΕΚΤ ο δομικός πληθωρισμός αυξήθηκε ξανά και ήταν υψηλότερος από το αναμενόμενο τον Δεκέμβριο. Και η αντίληψη ότι η Ευρωζώνη πιθανότατα απέφυγε μια συρρίκνωση το τέταρτο τρίμηνο, και μπορεί ακόμη και να αποφύγει μια ύφεση εντελώς, ενίσχυσε την υπόθεση για περαιτέρω ταχεία αύξηση των επιτοκίων. Πρόσφατα σχόλια από φορείς χάραξης πολιτικής στο Νταβός ενισχύουν την εκτίμηση για πολλαπλές αυξήσεις επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης.
Έχοντας αυτό υπόψη, ο οίκος πλέον πιστεύει ότι η ΕΚΤ είναι πιο πιθανό να αυξήσει τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο, αντί για 50, 25, 25 μονάδες βάσης που είχε προηγουμένως προβλέψει τον Φεβρουάριο, τον Μάρτιο και τον Μάιο. Επίσης, πλέον ενισχύονται οι ενδείξεις ότι η ΕΚΤ θα επιταχύνει τον ρυθμό του QT το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Στα πρακτικά σημειώνεται ότι «ορισμένα μέλη εξέφρασαν την προτίμηση για τη μείωση του χαρτοφυλακίου APP με ταχύτερο ρυθμό ή για τον τερματισμό των επανεπενδύσεων εντελώς». Ο μηνιαίος ρυθμός των 15 δισ. ευρώ συμφωνήθηκε μόνο για το δεύτερο τρίμηνο, καθώς αυτό θα επέτρεπε στην τράπεζα να «αξιολογήσει τις αντιδράσεις των επενδυτών» και να δράσει «όπως είναι απαραίτητο».
«Καθώς οι επενδυτές έχουν αντιδράσει μέχρι στιγμής ήρεμα, πιστεύουμε ότι η ΕΚΤ πιθανότατα θα επιταχύνει τον ρυθμό του QT από τον Ιούνιο, πιθανώς τερματίζοντας όλες τις επανεπενδύσεις, κάτι που θα διπλασιάσει περίπου τον ρυθμό της ποσοτικής σύσφιγξης», καταλήγει η Capital Economics.