THEPOWERGAME
Πριν από εξήντα χρόνια ο κόσμος βρέθηκε αντιμέτωπος με τον πυρηνικό όλεθρο. Η Κρίση των πυραύλων της Κούβας ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1962, όταν η Αμερική εντόπισε σοβιετικούς πυρηνικούς πυραύλους στην Κούβα.
Απέκλεισε το νησί και συζήτησε το ενδεχόμενο εισβολής. Οι Σοβιετικοί υποχώρησαν, αποσύροντας τους πυρηνικούς τους πυραύλους, ενώ η Αμερική απομάκρυνε κρυφά τους δικούς της πυρηνικούς πυραύλους από την Τουρκία. Ο αφανισμός αποτράπηκε.
Οι μνήμες εκείνων των τρομακτικών εποχών αναβιώνουν σήμερα εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία. Ο Vladimir Putin, ο πρόεδρος της Ρωσίας, έχει επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να καταφύγει σε χρήση πυρηνικών όπλων. Στις 21 Σεπτεμβρίου δήλωσε ότι θα χρησιμοποιήσει «όλα τα διαθέσιμα οπλικά συστήματα» για να υπερασπιστεί την «εδαφική ακεραιότητα» της Ρωσίας -συμπεριλαμβανομένων όλων των ουκρανικών εδαφών που προσαρτά μέσω ψευδο-δημοψηφισμάτων.
«Δεν είναι μπλόφα», δήλωσε ο κ. Putin. Σε απάντηση ο Jake Sullivan, σύμβουλος εθνικής ασφάλειας της Αμερικής, προειδοποίησε σε αυστηρό τόνο τη Ρωσία για «καταστροφικές συνέπειες» σε περίπτωση χρήσης πυρηνικών όπλων.
Ο κόσμος λοιπόν βρίσκεται αντιμέτωπος με τη χειρότερη, ίσως, περίοδο πυρηνικού κινδύνου από την εποχή της Κούβας, λέει ο Daryl Kimball της Ένωσης Ελέγχου Όπλων (Arms Control Association), μιας αμερικανικής ομάδας πίεσης.
Ρώσοι σχολιαστές έχουν κάνει σαφείς παραλληλισμούς μεταξύ των κρίσεων. Και οι δύο προκλήθηκαν από την ανασφάλεια που προκάλεσε η επέκταση του αντιπάλου «έως το κατώφλι της χώρας του άλλου: Η Κούβα τότε, η Ουκρανία τώρα», γράφει ο Dmitri Trenin, ένας Ρώσος αναλυτής, στην κρατική ιστοσελίδα RT.
Αυτή τη φορά, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά κατά διάφορους σημαντικούς τρόπους. Η κρίση της Κούβας διήρκεσε 13 ημέρες. Ο πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται για πάνω από 200 ημέρες και θα μπορούσε να διαρκέσει εκατοντάδες ακόμη.
Στην Κούβα, η ουσία του θέματος ήταν τα ίδια τα πυρηνικά. Στην Ουκρανία είναι μια ασπίδα προστασίας που επικαλείται η Ρωσία στην προσπάθειά της να υφαρπάξει εδάφη. Και η φύση της απειλής έχει αλλάξει καθώς τύχη της Ρωσίας αλλάζει στο πεδίο της μάχης. Στην αρχή, οι δυτικοί αξιωματούχοι ανησυχούσαν για πυρηνική κλιμάκωση που θα προέκυπτε από τη ρωσική επιτυχία.
Αν καταλάμβανε την Ουκρανία, θα μπορούσε να προωθηθεί περαιτέρω στις χώρες της Βαλτικής ή να χτυπήσει τις εγκαταστάσεις του ΝΑΤΟ που προμήθευαν όπλα στις ουκρανικές δυνάμεις; Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε συμβατικό πόλεμο, ο οποίος θα μπορούσε κάλλιστα να κλιμακωθεί σε πυρηνικό.
Τώρα η ανησυχία αφορά τις ρωσικές αποτυχίες. Τα ουκρανικά στρατεύματα έχουν ανακαταλάβει χιλιάδες τετραγωνικά μίλια εδάφους. Μια κινητοποίηση στο εσωτερικό της χώρας έχει ωθήσει εκατοντάδες χιλιάδες Ρώσους σε διαμαρτυρίες ή φυγή.
Στη δεκαετία του 1960 ούτε ο John F. Kennedy ούτε ο Nikita Khrushchev, επιθυμούσαν πυρηνικό πόλεμο. Τώρα, ορισμένοι ανησυχούν ότι ένας Putin που παραπαίει μπορεί να μπει στον πειρασμό να σκεφτεί ότι τα πυρηνικά θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην αναστροφή της ατυχίας του.
Η Κρίση των πυραύλων της Κούβας αφορούσε σε μεγάλο βαθμό τα «στρατηγικά» πυρηνικά όπλα – το μεγαλύτερο είδος, που ήταν σχεδιασμένα να αφανίζουν εχθρικές πόλεις μακριά από το πεδίο της μάχης.
Στην Ουκρανία ,το ζήτημα περιστρέφεται κυρίως γύρω από τα μη στρατηγικά ή «τακτικά». Αυτά έχουν μικρότερο βεληνεκές και μικρότερη εκρηκτική ισχύ. (Ωστόσο, πολλά από αυτά είναι ισχυρότερα από τις ατομικές βόμβες που χρησιμοποιήθηκαν εναντίον της Ιαπωνίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο).
Η Αμερική και η Σοβιετική Ένωση διατηρούσαν κάποτε τεράστια οπλοστάσια τακτικών πυρηνικών κεφαλών για χρήση εναντίον των στρατών του άλλου στις πεδιάδες της Ευρώπης. Τις δεκαετίες μετά τον ψυχρό πόλεμο, το ΝΑΤΟ εγκατέλειψε όλα τα αποθέματά του, εκτός από περίπου 200, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι τα συμβατικά όπλα ακριβείας μπορούσαν να κάνουν τη δουλειά πιο φθηνά και με λιγότερες επιπτώσεις.
Οι ένοπλες δυνάμεις της Ρωσίας κράτησαν περίπου 2.000. Τα πυρηνικά όπλα μπορούν να αντισταθμίσουν τις ασθενέστερες συμβατικές δυνάμεις. «Η ισορροπία ισχύος έχει λιγότερη σημασία από την προθυμία χρήσης πυρηνικών όπλων», λέει ο Francis Gavin, ιστορικός στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins. «Αυτό δημιουργεί ένα κίνητρο για ανευθυνότητα».
Οι ειδικοί βλέπουν τρεις κύριους τρόπους με τους οποίους η Ρωσία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει κάποιο πυρηνικό όπλο: μια «βολή επίδειξης» που δεν θα σκοτώσει κανέναν. Ένα χτύπημα στην Ουκρανία και μια επίθεση στο ΝΑΤΟ. Η Ρωσία θα μπορούσε να ξεκινήσει τη «σκάλα της κλιμάκωσης» με τη διεξαγωγή πυρηνικών δοκιμών, είτε υπόγεια είτε, πιο δραματικά, στην ατμόσφαιρα.
Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί πάνω από τη Μαύρη Θάλασσα ή ψηλά πάνω από την ίδια την Ουκρανία, αποφεύγοντας τους θανάτους, αλλά προκαλώντας έναν ηλεκτρομαγνητικό παλμό που θα διέλυε τον ηλεκτρικό εξοπλισμό. Αλλά αν η Ουκρανία συνέχιζε να πολεμάει παρά την επίδειξη ισχύος, η Ρωσία θα υφίστατο την παγκόσμια κατακραυγή χωρίς στρατιωτικό όφελος.
Καθώς ο ρωσικός στρατός δεν έχει αρκετό ανθρώπινο δυναμικό και εξοπλισμό, οι Ρώσοι στρατηγοί μπορεί να προτιμήσουν να ρίξουν απευθείας πυρηνικές βόμβες σε στρατιωτικούς στόχους,. Οι στόχοι, λέει ο Ben Barry του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Σπουδών, ενός βρετανικού κέντρου μελετών, θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν ουκρανικά αεροδρόμια, κόμβους εφοδιασμού και συγκεντρώσεις πυροβολικού.
Ωστόσο, οι δυνάμεις της Ουκρανίας είναι ως επί το πλείστον διασκορπισμένες και οι στρατοί μπορεί να είναι εντυπωσιακά ανθεκτικοί. Μια μελέτη που εξέταζε έναν υποθετικό πόλεμο μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν υπολόγισε ότι μια βόμβα πέντε χιλιοτόνων (περίπου το ένα τρίτο του μεγέθους εκείνης που έπεσε στη Χιροσίμα) θα έβγαζε εκτός μάχης μόλις 13 άρματα μάχης αν ήταν ευρέως διασκορπισμένα.
Ο κ. Barry εκτιμά ότι θα χρειάζονταν τέσσερα τακτικά όπλα για να εξουδετερωθεί μια ουκρανική ταξιαρχία (περίπου 3.000-5.000 στρατιώτες), ακόμα και αν ήταν συγκεντρωμένη για επίθεση.
Ακόμα πιο καταστροφικά, η Ρωσία μπορεί να επιλέξει να επιτεθεί σε μια ουκρανική πόλη για να την εξαναγκάσει σε παράδοση. Αυτό όμως εγείρει την πιθανότητα μιας άμεσης επέμβασης του ΝΑΤΟ και την καταστροφή των στρατών της Ρωσίας. Μια πυρηνική επίθεση στο ΝΑΤΟ θα ήταν μια δυνητικά αυτοκτονική πρόταση, δεδομένου ότι τρία από τα μέλη του -η Αμερική, η Βρετανία και η Γαλλία- διαθέτουν δικά τους πυρηνικά όπλα.
Τακτικές και στρατηγική
Κάθε επιλογή, με άλλα λόγια, συνοδεύεται από μεγάλα μειονεκτήματα. «Είναι πολύ δύσκολο να υλοποιήσεις τις πυρηνικές απειλές», σημειώνει ο Eric Edelman, πρώην υφυπουργός πολιτικής στο Πεντάγωνο. Κατά καιρούς κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου – στον πόλεμο της Κορέας, για παράδειγμα – η Αμερική έπαιξε με τη χρήση πυρηνικών όπλων, αλλά αποφάσισε να μην το κάνει ως ηθικά αποκρουστικό, στρατιωτικά άχρηστο ή επικίνδυνο.
Αλλά και η απάντηση σε πυρηνικές απειλές είναι δύσκολη. Η αποτροπή βασίζεται στη μεγάλη ασάφεια. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δεν θα πουν δημοσίως τι εννοούν με τον όρο «καταστροφικές συνέπειες», αν και η έκφραση υπαινίσσεται τον κίνδυνο μιας άμεσης σύγκρουσης μεταξύ Ρωσίας και Αμερικής.
Ισχυρίζονται όμως ότι ήταν σαφείς σε κατ’ ιδίαν προειδοποιήσεις προς το Κρεμλίνο και έχουν πει στους δημοσιογράφους ότι η απάντηση είναι πιθανό να είναι συμβατική και όχι πυρηνική. Με τον τρόπο αυτό, δηλώνει με δυσαρέσκεια ο κ. Edelman, «υπονομεύουν την αποτρεπτική απειλή».
Οι προειδοποιήσεις της Αμερικής απευθύνονται στη Ρωσία, στους συμμάχους της Αμερικής και στο αμερικανικό κοινό. Πρέπει να φανεί ότι λαμβάνει σοβαρά υπόψη την απειλή, αλλά δεν εκφοβίζεται. Πρέπει να απαντήσει με τρόπο ασαφή αλλά και αξιόπιστο.
Ό,τι συμβεί με τη Ρωσία θα επηρεάσει τη διαμάχη της με την Κίνα, όχι μόνο για την Ταϊβάν. Μέχρι στιγμής, ο πρόεδρος Joe Biden έχει προσπαθήσει να ισορροπήσει μεταξύ δύο αρχών: να βοηθήσει την Ουκρανία να υπερασπιστεί τον εαυτό της, αλλά να αποφύγει έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο. Αν οι Ρώσοι πυροδοτήσουν πυρηνικά όπλα, έχει πει ότι η απάντηση θα εξαρτηθεί «από την έκταση αυτού που κάνουν».
Μια επιλογή θα ήταν να ασκηθεί μεγαλύτερη οικονομική πίεση στη Ρωσία, ίσως μέσω δευτερογενών κυρώσεων σε όσους αγοράζουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο, με την ελπίδα να μετατραπεί ο κ. Putin σε ακόμη μεγαλύτερο διεθνή παρία.
Η Αμερική θα μπορούσε να πιέσει την Ινδία και την Κίνα να απομονώσουν τη Ρωσία. Και οι δύο έχουν δηλώσει έμμεσα την αποδοκιμασία τους για τη συμπεριφορά της στον πόλεμο. Αλλά η Ινδία βασίζεται στη Ρωσία για όπλα και η Κίνα τη θεωρεί χρήσιμο αντίβαρο στην Αμερική.
Μια άλλη επιλογή θα ήταν η Δύση να βοηθήσει την Ουκρανία να πολεμήσει σε ένα πυρηνικό πεδίο μάχης, παρέχοντας συμβουλές, προστατευτικό εξοπλισμό και εξοπλισμό απολύμανσης. Θα μπορούσε επίσης να προμηθεύσει πιο προηγμένα όπλα -όπως δυτικής κατασκευής άρματα μάχης, μαχητικά αεροσκάφη και πυραύλους μεγαλύτερου βεληνεκούς- τα οποία μέχρι στιγμής έχουν θεωρηθεί υπερβολικά κλιμακούμενα.
Στο άλλο άκρο της κλίμακας, η Αμερική, η Βρετανία ή η Γαλλία θα μπορούσαν να απαντήσουν με ένα δικό τους περιορισμένο πυρηνικό πλήγμα, το οποίο, όμως, ενέχει τον κίνδυνο ενός ευρύτερου πυρηνικού πολέμου -και η Ρωσία διαθέτει περισσότερα τακτικά πυρηνικά από τους δυτικούς αντιπάλους της.
Η μέση οδός -μια συμβατική στρατιωτική απάντηση- είναι η πιο πιθανή. Αυτή θα μπορούσε να περιλαμβάνει την ανάπτυξη στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία ή την πραγματοποίηση άμεσων χτυπημάτων σε ρωσικούς στόχους.
Η Αμερική θα μπορούσε, για παράδειγμα, να καταστρέψει τα λιμάνια, τις αεροπορικές βάσεις ή τους κινητούς εκτοξευτές πυραύλων που χρησιμοποιούνται σε οποιαδήποτε ρωσική πυρηνική επίθεση. Ο Ben Hodges, ένας στρατηγός εν αποστρατεία που κάποτε διοικούσε τις αμερικανικές χερσαίες δυνάμεις στην Ευρώπη, προτείνει τη βύθιση του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας ή την καταστροφή των βάσεων του στην Κριμαία.
Ωστόσο, ο κ. Putin, θα μπορούσε να ανεβάσει τον πήχη. Θα μπορούσε να εξαπολύσει αντεπίθεση εναντίον ανάλογων στόχων-αμερικανικών πολεμικών πλοίων στη Μεσόγειο, για παράδειγμα, ή στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε έδαφος του ΝΑΤΟ. Με άλλα λόγια, ακόμα και μια συμβατική απάντηση θα μπορούσε εύκολα να επιφέρει μια άμεση σύγκρουση μεταξύ ΝΑΤΟ-Ρωσίας, με τον συνακόλουθο κίνδυνο πυρηνικού πολέμου.
Όλα αυτά εγείρουν το ερώτημα: θα διακινδύνευε η Αμερική κάτι τέτοιο για χάρη της Ουκρανίας, η οποία δεν είναι επίσημος στρατιωτικός σύμμαχος; Ο Barack Obama, ο οποίος ως πρόεδρος αρνήθηκε να εξοπλίσει την Ουκρανία, υποστήριξε ότι η Ρωσία, τελικά, νοιάζεται περισσότερο για την Ουκρανία από ό,τι η Αμερική, λέγοντας ότι «πρέπει να είμαστε πολύ σαφείς σχετικά με το ποια είναι τα βασικά μας συμφέροντα και για τι είμαστε διατεθειμένοι να πάμε σε πόλεμο».
Εκείνοι που τάσσονται υπέρ της υπεράσπισης της Ουκρανίας δίνουν δύο απαντήσεις. Η πρώτη είναι ότι οι κίνδυνοι είναι λιγότερο έντονοι από ό,τι φαίνονται. Η Ρωσία δεν είναι σε θέση να διεξάγει συμβατικό πόλεμο εναντίον της Αμερικής και των 29 συμμάχων της στο ΝΑΤΟ.
Ένας πυρηνικός πόλεμος θα κινδύνευε να επιφέρει ολοκληρωτική καταστροφή αμφοτέρων των πλευρών. Το δεύτερο αντεπιχείρημα είναι ότι αξίζει κανείς να αναλάβει το ρίσκο. Το να επιτραπεί στη Ρωσία να χρησιμοποιήσει το πυρηνικό της χαρτί για να καταλάβει εδάφη θα ενθάρρυνε τους απανταχού δικτάτορες να κάνουν το ίδιο.
«Αυτός θα ήταν ένας απαίσιος κόσμος για να ζει κανείς. Το κόστος του να τη σταματήσουμε αργότερα είναι υψηλότερο από το να τη σταματήσουμε στην αρχή», υποστηρίζει ο κ. Edelman.
Προς το παρόν, προς μεγάλη ανακούφιση όλων, η αποτροπή κρατάει. Ο κ. Putin δεν έχει χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα, ούτε το ΝΑΤΟ πολεμάει στην Ουκρανία. Η Αμερική δηλώνει ότι δεν έχει δει καμία ένδειξη ότι η Ρωσία ετοιμάζεται για χρήση πυρηνικών όπλων. Η Αμερική και η Ρωσία συνεχίζουν να ανταλλάσσουν πληροφορίες για τα αντίστοιχα στρατηγικά τους οπλοστάσια.
Για τον Max Hastings, συγγραφέα του βιβλίου «Η Άβυσσος», μιας νέας ιστορίας της Κρίσης της Κούβας, το κύριο δίδαγμα του 1962 ισχύει και για το 2022: «Να φοβάστε». Αυτό που απέτρεψε τον όλεθρο ήταν ότι ο Kennedy και ο Khruschev φοβόταν τον πυρηνικό πόλεμο.
Η επιτυχία της Αμερικής ήταν προϊόν του νηφάλιου μείγματος αποφασιστικότητας και προθυμίας συμβιβασμού του Kennedy σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις. Αυτό υποδηλώνει ότι η Δύση θα πρέπει να συνεχίσει να βοηθά την Ουκρανία να υπερασπιστεί τον εαυτό της, ενώ «αναγνωρίζει ότι κάπου στην πορεία θα καταλήξει πιθανότατα σε μια βρώμικη συμφωνία» για τον τερματισμό του πολέμου, υποστηρίζει ο κ. Hastings.
Το πρόβλημα είναι ότι, προς το παρόν, ο κ. Putin αυξάνει τα διακυβεύματα, αφού δεν επιδιώκει κάποια συμφωνία. Η προσάρτηση ουκρανικών εδαφών και η κινητοποίηση επιπλέον στρατευμάτων κινδυνεύει να αναγάγει μια «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», η οποία μπορεί να τερματιστεί όποτε ο ίδιος επιλέξει, σε πόλεμο για ρωσικό έδαφος, τον οποίο πρέπει να κερδίσει ή να χάσει.
Σε αντίθεση με τη συλλογική σοβιετική ηγεσία του 1962, η οποία επέβαλε κάποια μετριοπάθεια, οι υφιστάμενοι του κ. Putin φαίνονται αδύναμοι να τον συγκρατήσουν. Εδώ και καιρό έχει εξισώσει την κυριαρχία του με την ύπαρξη της Ρωσίας.
Το 2018, μίλησε με σχεδόν μυστικιστικούς όρους για τη χρήση πυρηνικών όπλων για την υπεράσπιση της Ρωσίας: «Εμείς, τα θύματα της επίθεσης, ως μάρτυρες, θα πάμε στον παράδεισο, ενώ αυτοί απλώς θα πεθάνουν, γιατί δεν θα έχουν καν χρόνο να μετανοήσουν». Έτσι, ο κόσμος παρακολουθεί μια ακόμη πυρηνική κρίση να εκτυλίσσεται: ο κ. Putin θα μειώσει τις απώλειες του, θα συνεχίσει τον πόλεμο ή θα πάρει το μεγαλύτερο ρίσκο όλων;
© 2022 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr.Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com