THEPOWERGAME
Η έντονη αντίδραση των επενδυτών στην παράτολμη δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης της Λιζ Τρας αποτέλεσε επιβεβαίωση των προσπαθειών που καταβάλουν οι κυβερνήσεις της ΕΕ για να εξισορροπήσουν μέτρα στήριξης με την άντληση φορολογικών εσόδων όσο η Ευρώπη εν μέσω μιας ενεργειακής και γεωπολιτικής κρίσης. Ύστερα από την υψηλή μεταβλητότητα που προκλήθηκε στις αγορές από τον «μίνι-προϋπολογισμό» της Βρετανίας, προσθέτοντας μια ακόμη πηγή αβεβαιότητας σε ένα ευμετάβλητο περιβάλλον, θέση πήραν κορυφαίοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι.
«Η Βρετανία παραμένει ένας μεγάλος παίκτης στον παγκόσμιο χρηματοοικονομικό κλάδο και είναι ανησυχητικό να μην υπάρχουν αντάξιοι άνθρωποι για να διαχειριστούν μια τόσο σημαντική οικονομία», σχολίασε ο πρώην υποδιοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ιρλανδίας, Στέφαν Γκέρλαχ. Ο Γερμανός πολιτικός, Κρίστιαν Λίντνερ, είπε πως η μεγάλη αναταραχή στις βρετανικές αγορές κατέδειξε τη μείζονα σημασία που έχει η δημοσιονομική αυτοκυριαρχία, ιδιαίτερα σε μια περίοδο που οι κεντρικές τράπεζες κάνουν προσπάθειες για να χαλιναγωγήσουν τον πληθωρισμό από το υψηλό 40ετίας. «Δεν πρέπει να ενεργούμε κόντρα στη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής», εξήγησε ο Λίντνερ.
Οι κυβερνώντες της ΕΕ έχουν ακόμη περισσότερους λόγους για να επιμείνουν σε αυτήν την «επιχείρηση» αντιστάθμισης επιδοτήσεων με τη στοχευμένη αύξηση της φορολογίας. Ο πανικός που επικράτησε στις αγορές της Βρετανίας ενίσχυσε την άνοδο των αποδόσεων στα αμερικανικά και τα ευρωπαϊκά ομόλογα. Η μεταβλητότητα δεν γνωρίζει σύνορα σε μια περίοδο που ο παράγοντας της αβεβαιότητας που είναι ήδη οξυμένος από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε από τη ρήξη των σχέσεων της Δύσης με το Κρεμλίνο.
Αλυσιδωτές αντιδράσεις στην Ευρώπη από τον μίνι-προϋπολογισμό της Τρας
Ο μίνι-προϋπολογισμός που ανακοινώθηκε από τον υπουργό Οικονομικών, Κουάζι Κουάρτενγκ, στις 23 Σεπτεμβρίου υπέστη ανύποπτη ήττα την εβδομάδα που ακολούθησε, αναγκάζοντας την Τράπεζα της Αγγλίας να αναβάλει την αναδίπλωση του χαρτοφυλακίου ομολόγων της και να προχωρήσει επειγόντως σε νέες τοποθετήσεις μέχρι τις 14 Οκτωβρίου για να ηρεμήσουν οι αγορές.
Εκτός της ιστορικής πτώσης της στερλίνας σε νέο ιστορικό χαμηλό έναντι του δολαρίου, το 10ετές κόστος δανεισμού της βρετανικής οικονομίας κορυφώθηκε στο 4,5% στο υψηλό 14ετίας στις αρχές της περασμένης εβδομάδας. Στην Ευρωζώνη, παράλληλα, οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων της Γερμανίας και της Ιταλίας αναρριχήθηκαν έως το 2,16% και 4,7%, αντίστοιχα, υπό την «επήρεια» επίσης του αποτελέσματος των ιταλικών εκλογών. Την περασμένη Τετάρτη, επίσης, η απόδοση του 10ετούς αμερικανικού ομολόγου παρουσίασε τη μεγαλύτερη ημερήσια άνοδο από τον Μάρτιο του 2020.
Υπολογίζεται πως οι αγορές μετοχών και ομολόγων της Βρετανίας έχουν απωλέσει 500 δισ. στερλίνες της αξίας τους από τις 5 Σεπτεμβρίου, όταν η Λιζ Τρας κέρδισε στην εκλογική αναμέτρηση των Συντηρητικών για την αντικατάσταση του Μπόρις Τζόνσον στην ηγεσία του κόμματος και κατ΄ επέκταση της χώρας.
Η Βρετανία μειώνει φόρους για τα υψηλά εισοδήματα, η Ισπανία τους αυξάνει
Η αβεβαιότητα για την πορεία της βρετανικής οικονομίας πηγάζει από την πρόθεση της κυβέρνησης Τρας να χρηματοδοτήσει με νέο δανεισμό ένα πακέτο μείωσης φόρων 45 δισ. στερλινών μαζί με οριζόντια μέτρα για τη θωράκιση των νοικοκυριών από τη μεγάλη άνοδο του κόστους θέρμανσης και ηλεκτροδότησης. Στο πακέτο συμπεριλήφθηκε η μείωση της φορολογίας για τα ετήσια εισοδήματα άνω των 150.000 στερλινών από το 45% στο 40%.
Στο αντίποδα βρίσκονται μέτρα που συζητά η Ε.Ε για τη φορολόγηση των υπερκερδών του ενεργειακού κλάδου από τη μεγάλη αύξηση των τιμών στα ορυκτά καύσιμα. Σε ανάλογο μήκος κύματος, η Ισπανία ανακοίνωσε πρόσθετη επιβάρυνση για τα υψηλά εισοδηματικά στρώματα σε μια απόπειρα να αντλήσει πρόσθετα έσοδα με στόχο τη χρηματοδότηση κοινωνικών μέτρων στήριξης. Ο νέος φόρος για τη διετία 2023-24 αφορά 23.000 πολίτες με περιουσιακά στοιχεία άνω των τριών εκατομμυρίων στερλινών.
Στο μικροσκόπιο η βρετανική οικονομία
Η νέα οικονομική πολιτική της Ντάουνιγκ Στριτ προκάλεσε επίσης την άμεση κριτική από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Σε μια ασυνήθιστη ανακοίνωση, το ΔΝΤ ανέφερε την περασμένη Τρίτη πως «δεδομένων των υψηλών πληθωριστικών πιέσεων σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Βρετανίας, δεν συστήνουμε μεγάλα και άστοχα δημοσιονομικά πακέτα κάτω από την τρέχουσα συγκυρία».
Ερωτώμενος εάν ανησυχεί για την ανάδειξη του νεοφασιστικού κόμματος της Τζιόρτζια Μελάνι στις ιταλικές εκλογές, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών, Μπρούνο Λεμέρ, είπε πως «εάν υπάρχει μια ανησυχία για την Ευρώπη, αυτή αφορά τη Μ. Βρετανία». Υπογράμμισε πως η Βρετανία έχει αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες κατά 150 δισ. στερλίνες, συνολικά, μετά το Brexit, με αποτέλεσμα το κόστος δανεισμού να αναρριχάται στο 4%. «Η Ευρώπη παρέχει προστασία και ελπίζω η Ιταλία να συμμετέχει σε αυτό», πρόσθεσε ο Λεμέρ.
Η Τράπεζα της Αγγλίας δέσμευσε 65 δισ. στερλίνες για τη σταθεροποίηση των αγορών μέσα στις επόμενες δυο εβδομάδες. Με τον πληθωρισμό να έχει σκαρφαλώσει μέχρι το 9,9% στη μοναδική οικονομία από τους G7 που δεν έχει καταφέρει να ανακάμψει πλήρως στα προ πανδημίας επίπεδα, η Βρετανία είναι μια χώρα που θα παρακολουθείται στενά μέσα στο επόμενο διάστημα.