THEPOWERGAME
Σε οικονομικό πανικό βρέθηκε χθες η Ευρώπη, καθώς τα βίντεο του σαμποτάζ στους αγωγούς Nord Stream και των χαμένων ποσοτήτων αερίου στη θάλασσα τη στιγμή που όλοι αναζητούν φυσικό αέριο, προκάλεσε μεγάλες αναταραχές. Όλα πλέον επηρεάζονται από την τιμή του φυσικού αερίου και ο Υπουργός Οικονομικών το έκανε σαφές και με νούμερα, καθώς -όπως εξήγησε- το κόστος των ενισχύσεων για την ενεργειακή κρίση ανέβηκε στα 13 δισ., όταν πριν από μία εβδομάδα ο ίδιος το είχε κατεβάσει στα 12,4 δισ. ευρώ.
Και ενώ η θάλασσα πάνω από τους σαμποταρισμένους αγωγούς ήταν ήρεμη, πραγματικές φουρτούνες χτύπησαν κυρίως τα επιτόκια των ομολόγων. Η Μεγάλη Βρετανία είναι μία υπόθεση από μόνη της (και η παρέμβαση της Τράπεζας της Αγγλίας έφερε αποτελέσματα), οπότε δεν θα ασχοληθούμε τώρα. Από την άλλη όμως, τόσο τα ελληνικά ομόλογα, όσο και εκείνα των μεγάλων οικονομιών της Ευρώπης (κυρίως Γερμανίας και φυσικά Ιταλίας) βρέθηκαν στη δίνη του κυκλώνα. Και η αύξηση του κόστους δανεισμού δεν φαίνεται να σταματά σύντομα, κάτι που ούτως ή άλλως το γνωρίζαμε, χθες όμως το ξεκαθάρισε και η Κριστίν Λαγκαρντ. Όπως είπε, για τις επόμενες συνεδριάσεις της ΕΚΤ, τα επιτόκια θα αυξάνονται. Και συμπλήρωσε: «Δεν θα σας πω για πόσες συνεδριάσεις και για πόσες μονάδες βάσης» όμως όλοι φαίνεται να προεξοφλούν ένα +75 τον Οκτώβριο, άλλο ένα +75 τον Νοέμβριο και ένα +50 τον Φεβρουάριο. Σύνολο +2,00.
Στην οδό Νίκης πάντως, το οικονομικό επιτελείο δεν ανησύχησε από όλα αυτά. Παρά το γεγονός ότι οι συνεχείς αναταράξεις των τελευταίων ημερών προφανώς και επηρεάζουν τα νούμερα του προσχεδίου του προϋπολογισμού που κατατίθεται τη Δευτέρα, οι αλλαγές δεν αναμένεται να είναι δραματικές. Όπως εξηγούν στελέχη που διαχειρίζονται το ελληνικό χρέος, οι ελληνικές οφειλές είναι ρυθμισμένες για μία 10ετία και μάλιστα για αυτές δεν πληρώνουμε τόκους, οπότε το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους είναι στο 10% (όταν ο μέσος όρος της Ευρώπης είναι στο 20%). «Οπότε το impact στη βιωσιμότητα του χρέους μας είναι μικρό» μας τόνισαν. Άλλωστε με τα ταμειακά διαθέσιμα στα 38 δισ. η Ελλάδα μπορεί να μην βγαίνει στις αγορές αν το θέλει (δηλαδή αν δεν την συμφέρει) για τα επόμενα χρόνια, ενώ μπορεί να αντέξει σημαντικές αυξήσεις επιτοκίων, καθώς διαθέτει μηχανισμούς και τοποθετήσεις που μπορούν να ισοσκελίζουν την άνοδο των επιτοκίων, μειώνοντας το αποτύπωμα στο χρέος και την ελληνική οικονομία.
Αν υπάρχει κάποια χώρα που έχει σημαντικό πρόβλημα αυτή είναι η Ιταλία, η οποία έχει μεγάλες χρηματοδοτήσεις και δεν αποκλείεται να αναγκάσει την ΕΚΤ να ενεργοποιήσει το εργαλείο TPI που δημιούργησε κατά τα μέσα του καλοκαιριού. Και ενώ στην Ιταλία η Τζόρτζια Μελόνι κάνει ταχύρρυθμα οικονομικά μαθήματα από τον Μάριο Ντράγκι για να ανταπεξέλθει στην πολύπλοκη κατάσταση, στην Ελλάδα όλοι βλέπουν ότι οι αγορές έχουν μετατρέψει τις δύο χώρες σε «επενδυτικά διδυμάκια» με το spread Ιταλίας – Ελλάδας να είναι πολύ κοντά και άρα «όποιος αγοράζει Ιταλία, αγοράζει και Ελλάδα», όπως μας έλεγε υψηλόβαθμο στέλεχος που γνωρίζει καλά τα θέματα της διαχείρισης του χρέους. «Σκεφτείτε όμως -έσπευσε να συμπληρώσει- ότι η Ιταλία έχει επενδυτική βαθμίδα, ενώ εμείς δεν έχουμε».
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν ότι η χώρα μας δεν βρίσκεται στο αρνητικό επίκεντρο των χρηματαγορών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και τα έντοκα γραμμάτια που εκδώσαμε με επιτόκιο 1,95% είχαν κατά 77% συμμετοχή ξένων.
Αυτό που ενδιαφέρει, λοιπόν, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους είναι να φέρει τον προϋπολογισμό σε τέτοιο σημείο, ώστε τη Δευτέρα να γίνεται σαφές ότι θα επιτευχθεί ένα ικανοποιητικό πρωτογενές πλεόνασμα του χρόνου, το οποίο όμως (όπως εξήγησε ο Χρήστος Σταϊκούρας) δεν θα πετύχει το +1% που είχε τεθεί ως στόχος. Πιθανότατα να είναι λίγο πάνω από το +0,5%, όλοι όμως θεωρούν ότι μία τέτοια επίδοση μέσα σε αυτή την περίοδο δραματικών ανακατατάξεων και αλλαγών θα θεωρηθεί επιτυχία από τις αγορές. Άλλωστε για να επιτευχθεί πλεόνασμα το κράτος χρειάζεται φορολογικά έσοδα και τα φορολογικά έσοδα έρχονται όταν υπάρχει ανάπτυξη. Και η ανάπτυξη για του χρόνου προβλέπεται στο 2,1% από το Υπουργείο Οικονομικών και στο 2,8% από την Τράπεζα της Ελλάδος, όταν σχεδόν όλος ο υπόλοιπος κόσμος θα έχει πέσει σε ύφεση.