THEPOWERGAME
Με διάχυτη αβεβαιότητα ξεκίνησε η εβδομάδα που σηματοδοτεί το τέλος του καλοκαιριού και την επιστροφή στην φθινοπωρινή κανονικότητα. Μία κανονικότητα όμως που χθες ο Διευθύνων Σύμβουλος της Shell Μπεν Βαν Μπιούρεν περιέγραψε με τα εξής πολύ απλά λόγια: «Το ότι θα είναι εύκολος (ο χειμώνας) νομίζω ότι είναι μία φαντασίωση που θα πρέπει να ξεχάσουμε».
Επιστρέφοντας «κάθε κατεργάρης στον πάγκο του» ήρθε η ώρα και η πρόεδρος της Κομισιόν να κάνει κάτι που ήδη ζητούν εδώ και μέρες οι παρατηρητές της αγοράς: Να πει ότι η Ευρώπη θα δράσει, κάνοντας επιτέλους κάτι για να τιθασεύσει το ενεργειακό «θηρίο» το οποίο πλέον βρίσκεται εκτός ελέγχου.
Μιλώντας σε ημερίδα, η Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν εξήγησε πολύ απλά ότι η Κομισιόν επεξεργάζεται ριζικές αλλαγές στο σύστημα τιμολόγησης της ενέργειας. Το πρώτο βήμα θα γίνει σε έκτακτη σύνοδο στις 9 Σεπτεμβρίου κατά τη συνάντηση των Υπουργών Ενέργειας. Εκεί αναμένεται να αποφασιστούν οι σχεδόν αυτονόητες κινήσεις τις οποίες η ελληνική πλευρά έχει ήδη προτείνει: Την επιβολή πανευρωπαϊκού πλαφόν στο φυσικό αέριο και την αποσύνδεση του ηλεκτρικού ρεύματος από την τιμή του φυσικού αερίου υπολογίζοντας με διαφορετικό τρόπο τις άλλες πηγές ενέργειας, ήτοι τα υδροηλεκτρικά, τα πυρηνικά, τον άνθρακα και τον λιγνίτη και φυσικά τις ΑΠΕ.
Η πανευρωπαϊκή παρέμβαση θεωρείται πλέον εκ των ουκ άνευ καθώς η πορεία των τιμών του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος κάνουν το πρόβλημα τόσο μεγάλο, ώστε μεμονωμένα οι κυβερνήσεις αδυνατούν να το αντιμετωπίσουν, θέτοντας σε κίνδυνο την λειτουργία των ενεργοβόρων επιχειρήσεων και φυσικά των θέσεων εργασίας τους.
Οι κινήσεις της Κομισιόν φαίνεται ήδη να έρχονται καθυστερημένα και φυσικά δεν θα προλάβουν τις ανακοινώσεις της Eurostat, η οποία αύριο Τετάρτη θα δημοσιοποιήσει τις εκτιμήσεις της για το ύψος του πληθωρισμού στην Ευρώπη, ο οποίος ήδη τρέχει με 9.8% τον Ιούλιο και ακολουθεί συνεχή ανοδική πορεία εδώ και ένα δωδεκάμηνο. Το αποτέλεσμα είναι όλοι να προβλέπουν πλέον εκ νέου υψηλότερη αύξηση των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Οι αρχικές εκτιμήσεις ήταν για 50 μονάδες βάσης, αλλά πλέον οι 75 φαντάζουν η πιο λογική κίνηση των γερακιών της Ευρώπης. Την αρχή ενός «χορού» δηλώσεων Κεντρικών Τραπεζιτών που μιλούν για ανάγκη αντιμετώπισης του πολύ υψηλού πληθωρισμού και άρα για νέα παρέμβαση με υψηλά επιτόκια, την έκανε την περασμένη εβδομάδα η ίδια η Κριστίν Λαγκαρντ και μάλιστα όχι με αφορμή το φυσικό αέριο και το ρεύμα, αλλά την… κλιματική αλλαγή. Ήταν απλά θέμα χρόνου να την ακολουθήσουν τα μέλη του κεντρικού συμβουλίου της ΕΚΤ που θα ανακοινώσουν τις αποφάσεις τους στις 8 Σεπτεμβρίου.
Η ανάγκη παρέμβασης της ΕΚΤ είναι προφανώς επιτακτική, θα πρέπει όμως να γίνει λαμβάνοντας κι άλλους παράγοντες υπόψη, καθώς η προσμονή για υψηλά επιτόκια προκαλεί αναταράξεις στις αγορές, αυξάνει τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων της Ευρώπης και την ίδια στιγμή θέτει ξανά εν κινδύνω την ισοτιμία 1 προς 1 ευρώ-δολαρίου. Άλλωστε δεν είναι λίγοι εκείνοι που προβλέπουν ότι μέσα στο χειμώνα το ευρωπαϊκό νόμισμα θα… παγώσει κοντά στα 90 σεντς.
Σε αυτό το πνεύμα η Ελλάδα φαίνεται να ζει σε ένα δικό της σύννεφο, διαφορετικό από την υπόλοιπη Ευρώπη λόγω της θετικής πορείας του τουρισμού, των επενδύσεων, των εξαγωγών και των καταθέσεων.
Σπανίως γίνεται αναφορά για την ανάγκη εξοικονόμησης ενέργειας τους επόμενους μήνες με τους πολίτες όμως ήδη να έχουν συγκρατήσει μόνοι τους την κατανάλωση ρεύματος κατά 11,45% τον Ιούλιο. Όλοι περιμένουμε ποιες θα είναι οι ανακοινώσεις επιδοτήσεων από τον πρωθυπουργό στη ΔΕΘ, κι αυτό καθώς η οικονομία υπεραποδίδει και αναμένεται να υπεραποδόσει και στο τρέχον τρίμηνο με ρυθμούς πάνω από 5% (όπως μας έλεγε στέλεχος μεγάλου τραπεζικού Οργανισμού).
Η συγκράτηση είναι σίγουρο ότι θα φανεί στο τελευταίο τρίμηνο του έτους ενώ παραμένει πολύ μεγάλο μυστήριο (για το οποίο κανείς δεν μιλάει στο Υπουργείο Οικονομικών) πως θα καταφέρουμε να έχουμε στον προϋπολογισμό του 2023 (που θα κατατεθεί τον Οκτώβριο) και στήριξη για την ενέργεια, και στήριξη για τα καύσιμα, και επιταγή ακρίβειας και απόδοση αυξήσεων στις συντάξεις και περικοπή της εισφοράς αλληλεγγύης, αλλά και επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 1% ώστε να μην χάσουμε την επενδυτική βαθμίδα.