THEPOWERGAME
Το brain drain της Ρωσίας ως αποτέλεσμα του πολέμου στην Ουκρανία είναι γεγονός. Παρότι ακριβείς αριθμοί που να αποτυπώνουν το ίδιο το φαινόμενο δεν είναι διαθέσιμοι, τους τρείς πρώτους μήνες μετά τον πόλεμο εγκατάλειψαν τη Ρωσία σχεδόν 4 εκατομμύρια άνθρωποι για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων και οι λεγόμενοι εργασιακοί μετανάστες υψηλής ειδίκευσης, στους οποίους περιλαμβάνονται εργαζόμενοι στις νέες τεχνολογίες, δημοσιογράφοι, ερευνητές και ακαδημαϊκοί, αλλά ακόμη και καλλιτέχνες. Τον Μάρτιο, ο Σεργκέι Πλουγκοταρένκο, επικεφαλής της ΜΚΟ Ρωσική Ένωση για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες εκτιμούσε στο Αλ Τζαζίρα πως ήδη 70.000 εργαζόμενοι στον τομέα IT είχαν μεταναστεύσει εξαιτίας του πολέμου.
Μετά, παρουσιάστηκαν και άλλα προβλήματα για όσους έφευγαν, όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι οι κάρτες Visa και Mastercard που είχαν εκδοθεί στη Ρωσία, άρχισαν να μην λειτουργούν εκτός της χώρας. Ωστόσο, με το πολιτικό και επιχειρηματικό κλίμα να επιδεινώνεται και τις τεχνολογικές εταιρείες, και όχι μόνο να χάνουν πρόσβαση σε υπηρεσίες, πελάτες και πληρωμές, οδήγησε αρκετές εταιρείες τεχνολογίας με έδρα εκτός Ρωσίας να μισθώνουν αεροσκάφη, προκειμένου να μεταφέρουν τους εργαζόμενούς τους εκτός της χώρας. Προορισμός, για όσους διαθέτουν ευρωπαϊκές βίζες, η Λετονία, η Εσθονία και η Λιθουανία, διαφορετικά μεταβαίνουν στην Τουρκία, το Ισραήλ, το Ντουμπάι, την Γεωργία, το Καζακστάν, την Αρμενία και άλλες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας.
Περίπου 30.000 Ρώσοι μετανάστευσαν στη Γεωργία
Η κυβέρνηση της Γεωργίας εκτιμά ότι περίπου 30.000 Ρώσοι πολίτες έφτασαν στη χώρα από την αρχή του πολέμου, όπως αναφέρει το Bloomberg. Συνολικά, μαζί με τους Ουκρανούς και τους Λευκορώσους που μετανάστευσαν στη Γεωργία το ίδιο διάστημα, το brain drain εξαιτίας του πολέμου υπολογίζεται σε 80.000 ανθρώπους από τις τρείς αυτές χώρες.
Η κυβέρνηση στην Τυφλίδα κάνει ό,τι μπορεί για να άρει τους περιορισμούς για τους μετανάστες υψηλής ειδίκευσης, καθώς και τα γραφειοκρατικά εμπόδια για τη σύσταση επιχειρήσεων, προκειμένου να τους κρατήσει στη χώρα. Αν και εκτιμάται πως για αρκετούς, η Γεωργία είναι ένας σταθμός, με μελλοντικό προορισμό τη Δύση. Παρομοίως το Ουζμπεκιστάν έχει απλοποιήσει τη διαδικασία έκδοσης βίζας και αδειών παραμονής για τους επαγγελματίες της πληροφορικής, ενώ το Καζακστάν προσφέρει φοροαπαλλαγές και δάνεια στους επιχειρηματίες στο χώρο της τεχνολογίας που θέλουν να μετεγκατασταθούν.
Και σύμφωνα με το Balkan Insight, από τις αρχές Μαρτίου ως τα μέσα Ιουνίου, πάνω από 12.000 ρωσικές αλλά και ουκρανικές εταιρείες ενεγράφησαν στα επαγγελματικά μητρώα στο Μαυροβούνιο όταν, το 2021, ο αντίστοιχος αριθμός ήταν 4.600.
Σύμφωνα με τον πρώην κεντρικό τραπεζίτη της Γεωργίας, Γκιόργκι Κανταγκίτζε, «όλος ο κόσμος ανταγωνίζεται, προκειμένου να προσελκύσει αυτούς τους ανθρώπους. «Εμείς μπορούμε να γίνουμε η Πορτογαλία της Ανατολής» σημειώνει. «Τα επίπεδα κατάρτισης των μεταναστών από τη Ρωσία ήταν πάντα ανάμεσα στα υψηλότερα, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ». Ωστόσο η Γεωργία, έχει να αντιμετωπίσει και ένα άλλο πρόβλημα σε αυτό τον τομέα. Την καχυποψία μερίδας του πληθυσμού, για τους οποίους μένουν ακόμη ανοιχτές οι πληγές από τξην εισβολή της Ρωσίας στη Γεωργία το 2008.
Από δικής της πλευράς και η Ρωσία προσπαθεί να πείσει τους ειδικευμένους εργαζόμενους να μείνουν. Τον Μάρτιο ο πρόεδρος Πούτιν υπέγραψε νέα νομοθεσία που προσφέρει απαλλαγές από τη στρατιωτική θητεία και τον φόρο εισοδήματος στους εργαζόμενους στον τομέα της τεχνολογίας. Η μετανάστευση σημείωσε κάμψη τον Απρίλιο, καθώς αυξήθηκαν σημαντικά και τα αεροπορικά ναύλα, όμως ένα δεύτερο κύμα εκτιμάται πως μπορεί να φτάσει πλέον και τους 100.000 μετανάστες εργαζόμενους, μόνο στον τομέα της τεχνολογίας.
Φυγή και για τους δημοσιογράφους
Για τους δημοσιογράφους που αποφασίζουν να εγκαταλείψουν τη Ρωσία, τα διλήμματα είναι διαφορετικά και έχουν να κάνουν με την ελευθερία του λόγου. Όπως αναφέρει η Αντζελίνα Νταβίντοβα, δημοσιογράφος για περιβαλλοντικά θέματα από την Αγία Πετρούπολη στο Euronews: «Συνειδητοποίησα πως αν ήθελα να συνεχίσω τη δουλειά μου και αν ήθελα να συνεχίσω να εκφράζομαι δημόσια σε σχέση με όσα πιστεύω στα ΜΜΕ αλλά και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έπρεπε να πάρω μία απόφαση. Είτε παραμένω στη χώρα και σιωπώ, είτε παραμένω στη χώρα και ζω με τον φόβο, εφόσον επιλέξω να εκφράζομαι δημοσίως. Είτε φεύγω. Και αποφάσισα να φύγω από τη χώρα».