THEPOWERGAME
Διαβάζοντας για την κλιματική αλλαγή (ή κρίση όπως πολλοί την αποκαλούν), βλέπουμε συνήθως κείμενα είτε με τη μορφή «ευχολογίων» από κυβερνήσεις, είτε διαφημιστικών καταχωρήσεων από εταιρείες, είτε «μισόλογων» από φορείς που «κάτι» φαίνεται να γνωρίζουν, αλλά διστάζουν να τα πουν ξεκάθαρα. Τα πράγματα είναι πολύ απλά. Υπάρχουν λύσεις οι οποίες είναι ήδη διαθέσιμες και που μπορούν να τεθούν στο τραπέζι των συζητήσεων και της κατάρτισης κάθε είδους στρατηγικής για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Όλες οι λύσεις που μας ενδιαφέρουν βασίζονται σε εκτενή ανάλυση της επιστημονικής και τεχνικής βιβλιογραφίας ενώ τις περισσότερες φορές λαμβάνουν υπόψη τους και εξελιγμένα αλγοριθμικά μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης/μηχανικής μάθησης, με βάση αξιόπιστα δεδομένα (Big Data) για εκτίμηση μελλοντικών καταστάσεων. Το κυριότερο: όλες οι λύσεις μοιράζονται έξι βασικά χαρακτηριστικά που τις ξεχωρίζουν από άλλες γενικές ιδέες, ευχολόγια ή προτάσεις στρατηγικών μετριασμού του κλίματος. Δηλαδή,
- είναι λύσεις διαθέσιμες αυτή τη στιγμή,
- αυξάνονται σε κλίμακα στο μέλλον που αφορά την εφαρμογή τους,
- είναι οικονομικά βιώσιμες,
- είναι σε θέση να μειώσουν τις συγκεντρώσεις των αερίων θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα,
- έχουν θετικό αντίκτυπο στο περιβάλλον, και
- είναι επακριβώς ποσοτικοποιήσιμες κάτω από διαφορετικά σενάρια και παραδοχές.
Τα παραπάνω έξι χαρακτηριστικά είναι απαραίτητο να συνυπάρχουν σε κάθε συζήτηση και πρακτική στρατηγική κλιματικής αλλαγής. Δεν έχει νόημα να συζητούμε για παράδειγμα μία στρατηγική πάνω σε λύσεις (τεχνολογικές εν πολλοίς) που δεν βρίσκονται στο στάδιο της υλοποίησης αλλά είναι απλά θεωρητικές. Όπως επίσης, δεν προσφέρουν καμία χρησιμότητα οι λύσεις που δεν είναι οικονομικά ποσοτικοποιήσιμες και βιώσιμες. Τέλος, οι «προθέσεις», ιδιαίτερα με τη μορφή Νόμων, συσκοτίζουν τα πράγματα όταν δεν είναι συγκεκριμένες και στοχευμένες.
Ο Νέος Νόμος 4936/2022 που ψηφίστηκε από τη Βουλή πριν ένα μήνα, είναι ένα γεγονός που μπορεί να επαινεθεί αρχικά. Όμως κατόπιν πρέπει να υποστεί κριτική ως προς την γενικότητα των προθέσεων και την παραπομπή σε αναλυτικότερες πολιτικές που θα αναπτυχθούν στο μέλλον. Θα ανέμενε κανείς περισσότερη λεπτομέρεια, τουλάχιστον στους γενικούς ποσοτικούς στόχους της χώρας. Αντίστοιχη εικόνα παρουσιάζουν και οι στόχοι της ΕΕ για το κλίμα (European Climate Law), όπου τίθεται η υψηλή ατζέντα, η εφαρμογή όμως αφήνεται στα κράτη μέλη, τα οποία καλούνται να καταρτήσουν τα δικά τους σχέδια δράσης. Έτσι, απουσιάζουν σε ολιστικό επίπεδο οι επιμέρους ενέργειες, η κατανομή των στόχων ανά χώρα/κλάδο/δραστηριότητα και οι δείκτες (δηλαδή τα ποσοτικά στοιχεία) που θα μας οδηγήσουν στην επίτευξη των μεγάλων στόχων (π.χ. κλιματική ουδετερότητα έως το 2050).
Γνωρίζουμε πλέον επακριβώς ποιο είναι το πρόβλημα και ποιο είναι το ζητούμενο για το μετριασμό της κλιματικής αλλαγής: μείωση των 51 δις τόνων αερίων θερμοκηπίου παγκοσμίως. Επομένως, πρέπει να έχουμε, με τη μορφή Νόμου, τον γενικό στόχο της Ελλάδας, κατανεμημένο όμως σε κλάδους, δράσεις, υποστόχους και ποσοτικούς δείκτες επ’ αυτών. Για να μπορούμε να βάζουμε σε τάξη τις σκέψεις και τις ενέργειες, έτσι ώστε να μην ξεφεύγουν τα μεγάλα και να μην μιλάμε για τα ασήμαντα.
Ας δούμε ένα παράδειγμα σκέψης (ποια είναι η περιοχή δράσης, ποια είναι η διαθέσιμη λύση, πόσο θα συμβάλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και πόσο θα στοιχίσει) που συνοδεύεται από μετρικά στοιχεία:
Συνολικά, οι κλάδοι των τροφίμων, της γεωργίας και της χρήσης γης συμβάλλουν στο 24 τοις εκατό των ανθρωπογενών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Με άλλα λόγια, περίπου το ένα τέταρτο της ανθρωπογενούς δραστηριότητας με επίπτωση στο περιβάλλον και την κλιματική κρίση προέρχεται από ένα τομέα τόσο ζωτικό για την ανθρώπινη κοινωνία. Τη διατροφή!
Το ζήτημα: Γνωρίσουμε με απόλυτη βεβαιότητα και αριθμούς ότι η αγροτική δραστηριότητα και η εκμετάλλευση των πόρων για τον κλάδο της διατροφής, μεταμορφώνει μεγάλο μέρος της γης και διαταράσσει τα οικοσυστήματα. Η γη αποτελεί όμως άμεση πηγή διαβίωσης ανθρώπων, ζώων και άλλων οργανισμών. Από τη μία οι τάσεις του αυξανόμενου πληθυσμού και από την άλλη οι τάσεις της αυξανόμενης κατανάλωσης από ευρύτερες ομάδες πληθυσμών, σημαίνουν ότι η πρόκληση και η ανάγκη διαχείρισης της γης με βιώσιμους τρόπους θα ενταθούν.
Το μελλοντικό σενάριο: Με βάση την ιστορική εξέλιξη των γεωργικών εκμεταλλεύσεων γης, αν δεν αλλάξει κάτι, προβλέπεται ότι, για να διατηρηθεί η παρούσα απόδοση της γεωργίας, η συνολική έκταση γης (χρήση) θα αυξηθεί από 148 εκατομμύρια εκτάρια σε 327 ως 400 εκατομμύρια εκτάρια έως το 2035.
Τα ερωτήματα: Πώς μπορούμε να μειώσουμε τις πιέσεις στα οικοσυστήματα και τη γη, καλύπτοντας παράλληλα τις αυξανόμενες απαιτήσεις για τρόφιμα παγκοσμίως; Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε τη γη και άλλους πόρους ώστε να παρέχουν υψηλής αξίας τρόφιμα, χρησιμοποιώντας όμως μεθόδους που είτε μειώνουν τις εκπομπές είτε τις εκμηδενίζουν;
Προφανώς, οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα είναι κρίσιμες για τον περιορισμό των αερίων του θερμοκηπίου και το μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, τη διατήρηση των οικοσυστημάτων του πλανήτη, την αντιμετώπιση της επισιτιστικής κρίσης και την προστασία της ανθρώπινης υγείας, όλα άρρηκτα συνδεδεμένα. Οι λύσεις στον τομέα της αγροτικής παραγωγής επικεντρώνονται στη διαχείριση των αποβλήτων, τον τρόπο που τρέφεται ο άνθρωπος, την προστασία των οικοσυστημάτων και τις καλύτερες γεωργικές πρακτικές.
Μια διαθέσιμη λύση: η «γεωργία διατήρησης» εφαρμόζει πιο αποτελεσματικές πρακτικές γονιμότητας του εδάφους (με λιγότερα επιβλαβή ζιζανιοκτόνα) αποτελώντας απάντηση στη αυξανόμενη ζήτηση εκ μέρους των καταναλωτών για μείωση των επιβλαβών ουσιών. Έρευνες, στοιχεία και μοντέλα πρόβλεψης δείχνουν ότι η απόδοση καλλιεργειών με γεωργία διατήρησης μπορεί να φτάσει τα 882 – 1.398 εκατομμύρια τόνους ετησίως (μεταξύ 2020 και 2050) ενώ το κόστος εγκατάστασης θεωρείται χαμηλό (56,8 – 89,8 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ), με καθαρή λειτουργική εξοικονόμηση 1,6 – 2,5 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ και καθαρό κέρδος 61,6 – 99,1 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ.
Επίπτωση της λύσης στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής: Η εφαρμογή γεωργίας διατήρησης εκτιμάται ότι μπορεί να μειώσει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από 8,1 ως 12,8 γιγατόνους ισοδύναμων διοξειδίου του άνθρακα με βάση τα μέσα ποσοστά δέσμευσης άνθρακα που κυμαίνονται από 0,25 ως 0,78 τόνους άνθρακα ανά εκτάριο ετησίως, ανάλογα με την περιοχή. Δηλαδή 12 στους 51 γιγατόνους (δισεκ. τόνοι), ή 24% από τις δράσεις γεωργίας διατήρησης.
Τα παραπάνω, γράφηκαν ως ένα παράδειγμα τρόπου σκέψης και προγραμματισμού γύρω από ένα (και μόνο!) τομέα που συμβάλλει στις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου. Την αγροτική παραγωγή. Υπάρχουν εκατοντάδες άλλα παραδείγματα δράσεων και λύσεων σε διάφορους τομείς, υπο-τομείς και δραστηριότητες όπως οι κατασκευές κτιρίων και υποδομών, η βιομηχανία, η παραγωγή ενέργειας, οι μεταφορές, κ.ο.κ.
Θεωρούμε λοιπόν απαραίτητο να αρχίσουμε και στη χώρα μας να έχουμε ένα σαφέστερο πλαίσιο για τις στρατηγικές, τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν και τις διαθέσιμες λύσεις. Κυρίως να μιλάμε με νούμερα και δείκτες, όχι μόνο με προθέσεις. Με τον κλιματικό νόμο που ψηφίστηκε, η αποσαφήνιση των προθέσεων της Πολιτείας και ο καθορισμός συγκεκριμένων/μετρήσιμων στόχων παραπέμπονται σε Επιτροπές άρα στις Καλένδες. Ίδωμεν.