THEPOWERGAME
Στην ολομέλεια της Βουλής εισάγεται σήμερα το νομοσχέδιο για την αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ). Με τις προωθούμενες διατάξεις, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας αναλαμβάνει την αποστολή να προχωρήσει στη σταδιακή πώληση των τραπεζικών μετοχών που κατέχει, μέσα στα επόμενα 3,5 χρόνια.
Να προχωρήσει δηλαδή, την καλούμενη «στρατηγική αποεπένδυση», με απώτερο χρονικό ορίζοντα το 2025, οπότε και το ΤΧΣ θα ολοκληρώσει τον ρόλο του.
Έτσι, μετά από 12 χρόνιας θεσμικής μνήμης της λειτουργίας αυτού του μηχανισμού, η σημερινή συζήτηση που αρχίζει στη Βουλή στις 12.00, αναπόφευκτα αναδεικνύει το μείζον ερώτημα: Και μετά το ΤΧΣ, τί;
Mε το νομοσχέδιο, το Ταμείο δεν θα λειτουργεί πλέον ως εποπτικός φορέας ελέγχου και έγκρισης των αποφάσεων τραπεζών, αλλά ως ένας μέτοχος που θα έχει λόγο κυρίως στο ζήτημα του εταιρικού μετασχηματισμού των τραπεζικών ιδρυμάτων. Η διαδικασία αποεπένδυσης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από τις τράπεζες στις οποίες σήμερα διατηρεί συμμετοχή, θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το 2025. Με τις διατάξεις του σχεδίου νόμου, αναμορφώνεται και το μοντέλο διοίκησης του Τ.Χ.Σ., με στόχο την απλούστευσή του και την ενίσχυση της ευελιξίας του, κατά τη λήψη αποφάσεων, και με βασική στόχευση την έγκαιρη από-επένδυση από τα πιστωτικά Ιδρύματα, στα οποία σήμερα συμμετέχει.
Επίσης αίρονται οι υφιστάμενοι περιορισμοί στα δικαιώματα ψήφου του Ταμείου, το οποίο εφεξής θα το ασκεί ως κοινός μέτοχος. Στο νομοσχέδιο αποτυπώνονται οι γενικές αρχές που διέπουν τη στρατηγική αποεπένδυσης και οι προδιαγραφές, για τη διαμόρφωση και υλοποίηση της.
Η κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι η πολιτική αποεπένδυσης οφείλει να τηρεί τις αρχές του ανταγωνισμού και να διέπεται από αρχές, όπως η οικονομική και λειτουργική βιωσιμότητα του πιστωτικού ιδρύματος, οι συνθήκες της αγοράς, οι μακροοικονομικές συνθήκες, οι συνθήκες που διέπουν τον κλάδο των πιστωτικών ιδρυμάτων, ο σεβασμός στην αρχή της διαφανούς δράσης, η κατάρτιση χρονοδιαγράμματος, η υλοποίηση στρατηγικής αποεπένδυσης, η ανάγκη επιστροφής του ελληνικού χρηματοπιστωτικού τομέα σε καθαρά ιδιωτική μετοχική σύνθεση.
Επίσης περιορίζονται, σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδος, ως αρμόδιας για την εφαρμογή της τραπεζικής νομοθεσίας, τα ειδικά δικαιώματα διοίκησης του Ταμείου στα διοικητικά συμβούλια των τραπεζών, προκειμένου να αρθούν επικαλύψεις της ισχύουσας τραπεζικής νομοθεσίας και να αυξηθεί η επενδυσιμότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Κατά το στάδιο της επεξεργασίας, στην επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, η ΝΔ ψήφισε υπέρ της αρχής του νομοσχεδίου. Καταψήφισαν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25. Επιφύλαξη για την τελική τους στάση στην Ολομέλεια, δήλωσαν το ΠΑΣΟΚ- Κίνημα Αλλαγής και η Ελληνική Λύση, με το ΠΑΣΟΚ να έχει ήδη προειδοποιήσει πως εκτός εξαιρετικού απροόπτου αλλαγών στο νομοσχέδιο, η τελική του στάση τείνει στο «κατά».
Οι θέσεις της κυβερνητικής πλειοψηφίας και της αξιωματικής αντιπολίτευσης
Οι θέσεις της κυβερνητικής πλειοψηφίας και της αξιωματικής αντιπολίτευσης συνοψίζονται ως εξής: Η κυβερνητική πλειοψηφία υπογραμμίζει ότι η παρουσία του Ταμείου στις τράπεζες, στη βάση τουλάχιστον του καταστατικού τους σκοπού, σημαίνει προβληματικό τραπεζικό σύστημα, σημαίνει μειωμένη κερδοφορία, σημαίνει μη βιώσιμο αριθμό μη εξυπηρετούμενων δανείων, σημαίνει αδυναμία προσέλκυσης ιδιωτικών κεφαλαίων και σημαίνει ασύμμετρους όρους ανταγωνισμού, με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές και διεθνείς τράπεζες. «Το να ισχυριζόμαστε ότι το δημόσιο χάνει την εποπτεία των τραπεζών, είναι στην καλύτερη περίπτωση, πολιτικά αφελές, διότι ένας τέτοιος ισχυρισμός παριστάνει πως αγνοεί τον ισχυρό εποπτικό ρόλο που ασκεί η ΤτΕ και μέσω αυτής, η ΕΚΤ», ανέφεραν οι βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας, που στήριξαν το νομοσχέδιο, σημειώνοντας μάλιστα ότι το ΤΧΣ ιδρύθηκε για να διασώσει τις τράπεζες και όχι για να επιτελέσει ρόλο δημόσιου πυλώνα του τραπεζικού συστήματος.
Στον αντίποδα, η αξιωματική αντιπολίτευση είπε ότι το ελληνικό δημόσιο θα πρέπει να διαθέτει το δικό του πυλώνα στο τραπεζικό σύστημα, ώστε να έχει ρόλο στη χάραξη συγκεκριμένης χρηματοπιστωτικής πολιτικής, με στόχους κοινωνικούς και αναπτυξιακούς. Όταν αποχωρήσει το Ταμείο από τη μετοχική σύνθεση των τραπεζών, τότε θα χαθεί και ο έλεγχος του δημοσίου στο τραπεζικό σύστημα, είπαν οι βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης που προειδοποιούν για εκρηκτική κατάσταση στην κοινωνία, με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
«Το πρόβλημα των ‘κόκκινων’ δανείων δεν αποτελεί απλό λογιστικό πρόβλημα των Ισολογισμών των τραπεζών, ούτε λύνεται μέσω μιας υποτιθέμενης εξυγίανσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων», ανέφεραν βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κατά τη φάση της επεξεργασίας του νομοσχεδίου στην επιτροπή Οικονομικών της Βουλής, σημειώνοντας ότι «τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια καθίστανται διαχειρίσιμα και περιορίζονται, μέσω παρεμβάσεων στην πραγματική οικονομία και με μέτρα ελάφρυνσης των πολιτών και των επιχειρήσεων από τα δυσθεώρητα και διογκούμενα βάρη, τα οποία συνοδεύουν αυτά τα δάνεια».
Όλα αυτά ενώ, όπως τονίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, η ροή της τραπεζικής χρηματοδότησης είναι εξαιρετικά περιορισμένη και είναι διάχυτος ο φόβος μεταξύ των επιχειρηματιών, οι οποίοι αναμένουν επιδείνωση της διαθεσιμότητας κεφαλαίων στο εγγύς μέλλον, τη στιγμή που η όποια αναπτυξιακή πορεία εκμηδενίζεται λόγω της υπέρογκης αύξησης του κόστους παραγωγής.
Η αντιπολίτευση στο σύνολο της, προειδοποιεί ότι το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα μπορεί να διαθέτει τις μετοχές του, χωρίς να λαμβάνει υπόψη το δημόσιο συμφέρον και γι΄αυτό, ακόμα και η αρχή σεβασμού του δημοσίου συμφέροντος δεν περιλαμβάνεται, πλέον, μεταξύ των αρχών που διέπουν τις αποφάσεις του ΤΧΣ, για την λεγόμενη «αποεπένδυση». Επισημαίνει εξάλλου ότι το Δημόσιο θα χάσει ειδικά δικαιώματα, τα οποία κατείχε στα Διοικητικά Συμβούλια των τραπεζών.