THEPOWERGAME
![Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) © EPA](https://www.powergame.gr/wp-content/uploads/2021/02/23712818-910x521.jpg)
Οι κεντρικές τράπεζες των ισχυρότερων οικονομιών στη Δύση καλούνται να αποσύρουν γρηγορότερα τα μέτρα στήριξης που δρομολόγησαν για την καταπολέμηση της πανδημίας της νόσου Covid-19 και να υιοθετήσουν μια αυστηρότερη νομισματική πολιτική, καθώς η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επιτείνει την άνοδο του πληθωρισμού. Οι τιμές είχαν ήδη αρχίσει να σκαρφαλώνουν με σβελτάδα σε υψηλότερα επίπεδα λόγω της ζωηρής ανάκαμψης από την ύφεση της πανδημίας και των καθυστερήσεων στις εφοδιαστικές αλυσίδες.
Όμως, ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει κυριολεκτικά εκτροχιάσει τον πληθωρισμό στην ενέργεια και τα εμπορεύματα, επηρεάζοντας κάθε πτυχή της οικονομικής δραστηριότητας. Με το τοπίο να παραμένει ρευστό στο μεγαλύτερο πολεμικό μέτωπο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που άνοιξε η Μόσχα στην Ευρώπη, ο ρόλος των κεντρικών τραπεζών δεν μπορεί να είναι πια μονοδιάστατα υποστηρικτικός όπως συνέβαινε με τις κρίσεις των προηγούμενων ετών.
Αν και συσσωρεύονται οι φόβοι για τις πολλαπλές επιπτώσεις αυτού του πολέμου στην παγκόσμια οικονομία, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) είναι αποφασισμένες να προχωρήσουν σε μια πιο συντηρητική νομισματική πολιτική. Με τον πληθωρισμό στις ΗΠΑ να έχει φθάσει στο 7,9% τον Φεβρουάριο, αντανακλώντας το υψηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 1982, και στην Ευρωζώνη να αναρριχάται αντίστοιχα στο νέο ρεκόρ του 5,9%, η συγκράτηση του πληθωρισμού αποτελεί προτεραιότητα διότι απειλεί το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών.
Fed
Στη συνεδρίαση του Μαρτίου, η Fed προχώρησε σε αύξηση των επιτοκίων – συγκεκριμένα κατά 25 μονάδες βάσης στο φάσμα του 0,25% με 0,50%- για πρώτη φορά από το 2018. Έκτοτε οικονομικοί αναλυτές έχουν αναθεωρήσει τις εκτιμήσεις τους για τη νομισματική πολιτική των ΗΠΑ, προεξοφλώντας μια ακόμη αναπροσαρμογή του κόστους δανεισμού στη συνεδρίαση του Μάιου, ενδεχομένως στο διπλάσιο απ΄ότι προβλέπονταν αρχικά.
«Τροφή» για τις εκτιμήσεις αυτές έχουν δώσει αρκετοί αξιωματούχοι της Fed. Πρώτος ήταν ο Τζέι Πάουελ, πρόεδρος της Fed. Την προτελευταία εβδομάδα του Μαρτίου είπε πως η Fed θα πρέπει να αυξήσει «χωρίς καθυστέρηση» τα επιτόκια σε ένα «ουδέτερο» επίπεδο που να μην ενθαρρύνει τη ζήτηση. Πρόσθεσε ότι δεν βλέπει κάτι να εμποδίζει τη Fed να εγκρίνει μια αναπροσαρμογή κατά 50 μ.β. τον Μάιο. Ο επικεφαλής της Fed στη Νέα Υόρκη και μέλος του στενού κύκλου του Πάουελ, Τζον Γουίλιαμς, συμμερίστηκε αυτήν την άποψη, αλλά είπε πως θα πρέπει να δικαιολογείται από τα οικονομικά στοιχεία. Η Λορέτα Μέστερ, επικεφαλής της Fed στο Κλίβλαντ, θέτει ως στόχο το 2,5% μέχρι τα τέλη του 2022, ενθαρρύνοντας προβλέψεις από τις Goldman Sachs και Μorgan Stanley για δυο διαδοχικές αυξήσεις κατά 50 μ.β. τον Μάιο και τον Ιούνιο, οι οποίες θα ακολουθηθούν από αυξήσεις 25 μ.β. μέχρι τα τέλη του έτους.
ΕΚΤ
Η ΕΚΤ έχει μια πιο περίπλοκη πρόκληση λόγω της εγγύτητας του πολέμου της Ουκρανίας στην Ευρωζώνη σε γεωπολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Μετά τη συνεδρίαση του Μαρτίου, η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ αναγνώρισε πως οι επιπτώσεις θα είναι αισθητές στην επιχειρηματική δραστηριότητα και τον πληθωρισμό, τονίζοντας πως θα τερματίσει τις νέες τοποθετήσεις σε ομόλογα της Ευρωζώνης νωρίτερα από το αρχικό χρονοδιάγραμμα και ειδικότερα μέσα στο γ΄ τρίμηνο. Τόνισε πως η οποιαδήποτε αναπροσαρμογή των επιτοκίων θα είναι σταδιακή παρά το ότι αναθεώρησε τις φετινές προβλέψεις για τον πληθωρισμό από το 3,2% στο 5,1%.
Ύστερα όμως η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ που γενικά υπεραμύνεται μιας συντηρητικής νομισματικής πολιτικής, υιοθέτησε ηπιότερη στάση. «Εάν εγκλωβιστούμε σε μεγάλη ύφεση λόγω της ουκρανικής κρίσης θα πρέπει να αναθεωρήσουμε» είπε την προτελευταία εβδομάδα του Μαρτίου. Όσο παρατείνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, τόσο δυσχεραίνει η οικονομική προοπτική της Ευρωζώνης και οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών επωμίζονται μεγαλύτερα βάρη. Η Berenberg Bank επισημαίνει πως οι προσδοκίες των καταναλωτών και των επιχειρήσεων έχουν αποδυναμωθεί στα επίπεδα της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, της συνακόλουθης κρίσης χρέους στην Ευρωζώνης και των πρώτων κυμάτων της πανδημίας. Η γερμανική τράπεζα αναθεώρησε επίσης προς τα κάτω τις εκτιμήσεις για ανάπτυξη στην Ευρωζώνη από το 0,6% στο 0,2% για το β΄ τρίμηνο, με κίνδυνο μεγαλύτερης επιδείνωσης του οικονομικού κλίματος.