THEPOWERGAME
Η μεγάλη άνοδος της τιμής του αλουμινίου την Πέμπτη διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην εκτόξευση του δείκτη στο Χρηματιστήριο Μετάλλων του Λονδίνου(LME) στο ιστορικό υψηλό των 4.800 μονάδων εν μέσω της συνεδρίασης.
Πρόκειται για τον διπλασιασμό της απόδοσης του δείκτη του LME από τα χαμηλά που είχαν καταγραφεί τέλη Μαρτίου 2021 και αντανακλά το μεγάλο ράλι που εκτυλίσσεται στις τιμές των βιομηχανικών μετάλλων.
Το συγκεκριμένο ράλι αποδίδεται τόσο στην ισχυρή ζήτηση, όσο και στη χαμηλή προσφορά, αποτελώντας μια ακόμη παράμετρο στον υψηλό πληθωρισμό που επισκιάζει την παγκόσμια οικονομία. Ιδιαίτερα ισχυρή είναι η ζήτηση για αλουμίνιο, το οποίο αντιπροσωπεύει το 40% του δείκτη του LME, λόγω της οικονομικής ανάκαμψης από την πανδημική κρίση της νόσου Covid-19 και κυρίως της ώθησης που δίνεται στα ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα.
Οι πολιτικές για τη μείωση των εκπομπών ρύπων αποτελούν γενικά κινητήριο δύναμη στην ιλιγγιώδη άνοδο του κόστους των βιομηχανικών μετάλλων διότι, εκτός της ηλεκτροκίνησης, απαραίτητη είναι η κατασκευή υποδομών όπως π.χ. οι ανεμογεννήτριες.
Πέραν λοιπόν του αλουμινίου που έφθασε ενδοσυνεδριακά την Πέμπτη στο υψηλό 14ετίας και ειδικότερα στα 3.325 δολάρια τον τόνο, η τιμή του χαλκού αναρριχήθηκε μέχρι τα 10.059 δολάρια ανά τόνο και του ψευδάργυρου στα 3.750 δολάρια, αντίστοιχα με άνοδο 3,5% και 6,11% από τις αρχές Ιανουαρίου.
Πολλαπλά προβλήματα στην παγκόσμια προσφορά
Αναλυτές της αγοράς προειδοποιούν πως το κόστος των βιομηχανικών μετάλλων θα παραμείνει υψηλό λόγω των προβλημάτων που υπάρχουν στην προσφορά. Τα χαμηλά αποθέματα, τα μέτρα στήριξης της κινεζικής οικονομίας και η μείωση της παραγωγής ενδεχομένως να οδηγήσουν την τιμή του χαλκού πάνω από το ρεκόρ των 10.747 δολαρίων τον τόνο που είχε σημειωθεί πέρσι, σύμφωνα με προβλέψεις της T-Commodity. Παρομοίως, η τιμή του νικελίου μπορεί να οδηγηθεί πάνω από τα 25.000 δολάρια τον τόνο που είναι το υψηλό 11ετίας.
Παράλληλα, ο Κρις Έιμπλ, διευθύνων σύμβουλος της Tiberius Group, θεωρεί πως δεν υπάρχουν περιθώρια για να υποχωρήσει άμεσα η τιμή του αλουμινίου από τα τρέχοντα επίπεδα.
Αφενός επειδή η δυνατότητα παραγωγής στην Ευρώπη είναι κατά 800.000 τόνους μικρότερη. Αρκετά μεταλλουργεία αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στην πολλαπλάσια αύξηση των δαπανών ενέργειας, οι οποίες τυπικά αντιπροσωπεύουν το 30% του συνολικού κόστους παραγωγής.
Αφετέρου διότι η ανεπαρκής ηλεκτροδότηση στην Κίνα πέρσι οδήγησε στην αναβολή παραγωγής περίπου 3 εκατ. τόνων αλουμινίου που σημαίνει πως υπήρχε ήδη έλλειμμα του μετάλλου στη δεύτερη ισχυρότερη οικονομία του κόσμου από τις αρχές του 2022.
Συν τοις άλλοις, οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν στην περιφέρεια Κουανγκσί, η οποία έχει τη τρίτη μεγαλύτερη παραγωγή αλουμινίου στην Κίνα, λόγω της πολιτικής μηδενικών κρουσμάτων του Πεκίνου αναχαιτίζουν την προσφορά. Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος μεγαλύτερων ανατιμήσεων στην ενέργεια εάν επαληθευτούν οι φόβοι μιας εισβολής στην Ουκρανία από τη Ρωσία, με την Δύση να απαντά με κυρώσεις εις βάρος του Κρεμλίνου.
«Φαίνεται πως το αλουμίνιο θα συνεχίσει να έχει υψηλές αποδόσεις στο βραχυπρόθεσμο μέλλον» εκτιμά η Marex Spectom, η οποία εξειδικεύεται στη διαπραγμάτευση εμπορευμάτων.
Μια κλιμάκωση της ουκρανικής κρίσης δεν ενισχύει μόνον τους φόβους για κυρώσεις στον ρωσικό ενεργειακό κλάδο της Δύσης αλλά και σε άλλες βιομηχανίες. Η Ρωσία καλύπτει το 13% της παγκόσμιας προσφοράς σε πρωτογενές αλουμίνιο εκτός της Κίνας. Οι τιμές μπορεί να σημειώσουν μεγαλύτερη άνοδο, δεδομένου ότι τα παγκόσμια αποθέματα είναι ήδη χαμηλά.
Οι κυρώσεις εις βάρος της ρωσικής μεταλλουργίας Rusal από τις ΗΠΑ το 2018 προκάλεσαν χάος στις διεθνείς αγορές και μεγάλα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες.