THEPOWERGAME
Τριετή συμφωνία 5 δισ. δολαρίων με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) υπέγραψε η Τουρκία για την τόνωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων της τουρκικής κεντρικής τράπεζας που, όμως, δεν αναμένεται να επουλώσει την ανασφάλεια που έχει καλλιεργηθεί από την ανορθόδοξη οικονομική πολιτική του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η συμφωνία αυτή, ωστόσο, αντανακλά την ενδυνάμωση των σχέσεων του προέδρου της Τουρκίας με χώρες της Μέσης Ανατολής ύστερα από μια περίοδο που το κλίμα ήταν ψυχρό.
Η Τουρκία έχει ήδη υπογράψει συμφωνίες ανταλλαγής νομισμάτων (currency swap agreements) με το Κατάρ, τη Νότια Κορέα και την Κίνα που, όμως, δεν έχουν καταφέρει να σταθεροποιήσουν τα συναλλαγματικά αποθέματα της Τουρκίας. Σε όρους των εθνικών νομισμάτων τους, το ύψος της πρόσφατης συμφωνίας ανέρχεται σε 18 δισ. ντίραμ για τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και σε 64 δισ. τουρκικές λίρες.
Ο κεντρικός τραπεζίτης των ΗΑΕ, Καλίντ Μοχάμεντ Μπαλάμα, ανακοίνωσε πως αυτή η συμφωνία αντανακλά την επιθυμία να καλλιεργηθεί περαιτέρω η διμερής συνεργασία των δυο χωρών σε χρηματοοικονομικά ζητήματα, ιδιαίτερα στους τομείς του εμπορίου και των επενδύσεων. Είχε προηγηθεί τον Νοέμβριο επίσκεψη του σεϊχη Μωχάμεντ Μπιν Ζαγέντ Αλ Ναχιάν του Άμπου Ντάμπι, που είναι πρωτεύουσα των ΗΑΕ, στην Τουρκία. Ήταν η πρώτη επίσκεψη μετά από μια δεκαετία, με τον ίδιο να υπόσχεται επενδύσεις 10 δισ δολαρίων στην Τουρκία.
Οι σχέσεις μεταξύ των δυο χωρών ήταν τεταμένες λόγω διαφωνιών σ΄ ότι αφορά τις εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης το 2011, τις συγκρούσεις στη Λιβύη και την αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην ανατολική Μεσόγειο. O Ερντογάν σχεδιάζει επίσης να επισκεφθεί τη Σαουδική Αραβία τον επόμενο μήνα, ένα ταξίδι που εάν πραγματοποιηθεί θα είναι το πρώτο μετά την πολύκροτη υπόθεση της δολοφονίας του δημοσιογράφου, Τζαμάλ Κασόγκι, το 2018.
Η οικονομία παραμένει πρόκληση για τον Ερντογάν
Όμως, ο Τούρκος πρόεδρος αντιμετωπίζει μεγαλύτερες προκλήσεις στο μέτωπο της οικονομίας, εκεί δηλαδή όπου δοκιμάζεται περισσότερο η δημοτικότητά του. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας, τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας ήταν λίγο χαμηλότερα από 110 δισ δολάρια στις 7 Ιανουαρίου, ύστερα από μείωση 10% τον Δεκέμβριο. Όμως στην ουσία είναι αρνητικά εάν αφαιρεθούν όσα οφείλονται σε κεντρικές τράπεζες του εξωτερικού ή λοιπά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα καθώς η Τουρκία στρέφεται διαρκώς στα συναλλαγματική αποθέματά της για να στηρίξει το νόμισμα της.
Παρόλες τις παρεμβάσεις, όμως, η τουρκική λίρα απώλεσε πέρσι το 45% της αξίας της έναντι του δολαρίου. Οι απώλειες της λίρας κλιμακώθηκαν ύστερα από τη μείωση του βασικού επιτοκίου πέντε φορές από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Δεκέμβριο από το 19% στο 14% παρά την άνοδο του πληθωρισμού μέχρι και το 36% στα τέλη του 2021. Αν και τυπικά μια άνοδος των τιμών στην πραγματική οικονομία, ιδιαίτερα σε διψήφια ποσοστά, απαιτεί την αύξηση των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα μιας χώρας, ο πρόεδρος της Τουρκίας είναι αντίθετος με τον τοκισμό, όπως προτάσσουν οι αρχές του Ισλάμ.
Αυτό δήλωσε, εξάλλου, ο Ερντογάν τον περασμένο μήνα, τονίζοντας πως «ως μουσουλμάνος, θα κάνω ότι η θρησκεία μας με προστάζει να κάνω». Βάσει μιας ανορθόδοξης στρατηγικής της Άγκυρας για την οικονομία, τα χαμηλά επιτόκια είναι ικανά να αναχαιτίσουν την άνοδο των τιμών. Παράλληλα, ο Ερντογάν θεωρεί πως η εξασθένιση της τουρκικής λίρας βοηθά τις επενδύσεις και τις εξαγωγές της χώρας παρά την αγανάκτηση των πολιτών από την αύξηση του κόστους διαβίωσης. Τον Μάιο του 2020, η Τουρκία αναθεώρησε προς τα πάνω συμφωνία swap νομισμάτων με το Κατάρ, με το ανώτατο όριο να ορίζεται από τα 5 δισ. στα 15 δισ. δολάρια.