THEPOWERGAME
Το Βερολίνο ζήτησε από την Ολλανδία να αυξήσει την παραγωγή φυσικού αερίου προκειμένου να καλυφθούν οι ενεργειακές ανάγκες της Γερμανίας παρά την πρόγνωση για ηπιότερες καιρικές συνθήκες που οδήγησε σε αποκλιμάκωση των ανοδικών πιέσεων στις τιμές. Αν και οι τιμές του φυσικού αερίου διολίσθησαν στην ολλανδική αγορά TTF Gas χαμηλότερα από τα 86 ευρώ την μεγαβατώρα τη δεύτερη εβδομάδα του Ιανουαρίου από το ιστορικό υψηλό των 180,27 ευρώ στις 21 Δεκεμβρίου, η ανασφάλεια για την επάρκεια ενέργειας στην Ευρώπη εξακολουθεί να είναι αισθητή.
Μολονότι η αύξηση των αποστολών υγροποιημένου φυσικού (LNG) από τις ΗΠΑ τον περασμένο μήνα ανέκοψε το ράλι στις ευρωπαϊκές αγορές, οι τιμές έχουν σημειώσει μεγάλη άνοδο ιδιαίτερα από τον περσινό Αύγουστο, όταν η ρωσική Gazprom μείωσε τις ροές στους αγωγούς που την συνδέουν με την Ευρώπη. Οι τιμές ενέργειας, από το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο μέχρι το κάρβουνο και το ουράνιο έχουν ενισχυθεί σε ορισμένες περιπτώσεις έως και σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Σε αυτήν την αναταραχή είναι αρκετές οι εταιρείες που δεν είχαν προβλέψει αυτό το ράλι με αποτέλεσμα να οδηγούνται ακόμη και σε χρεοκοπία.
Ένεση ρευστότητας ζητούν οι εταιρείες ενέργειας
Αν και η πρόσφατη ενίσχυση των ανέμων στη Γερμανία αναμένεται να τονώσει την αιολική ενέργεια και οι καιρικές συνθήκες στη δυτική Ευρώπη εκτιμάται πως θα είναι ηπιότερες, οι εταιρείες του κλάδου βρίσκονται ήδη σε δυσμενή θέση.
Τη Δευτέρα, ο πάροχος υπηρεσιών κοινής ωφέλειας Uniper στη Γερμανία παραδέχτηκε πως αναγκάστηκε να ζητήσει 10 δισ. ευρώ σε νέες γραμμές πίστωσης. Παρομοίως, η RWE, επίσης γερμανική, έχει ζητήσει οικονομική στήριξη λόγω της υψηλής μεταβλητότητας των τιμών ενέργειας. Αναλυτές του κλάδου εικάζουν πως οι έντονες διακυμάνσεις στις τιμές του φυσικού αερίου ενδεχομένως να συνεχιστούν και τον επόμενο χειμώνα, έχοντας ήδη κλείσει το 2021 με άνοδο μεγαλύτερη του 400%.
Η έκκληση της Γερμανίας στην Ολλανδία να αυξήσει την παραγωγή φυσικού αερίου γίνεται σε μια περίοδο που οι χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου έχουν ανακοινώσει φιλόδοξους στόχους για τη μείωση των εκπομπών ρύπων. Η ολλανδική κυβέρνηση θα πρέπει να αποφασίσει έως την 1η Απριλίου έως ποιο βαθμό θα αυξήσει την προσφορά από τα πλούσια κοιτάσματα του Χρόνινγκεν.
Τα πλούσια κοιτάσματα του Χρόνινγκεν και οι σεισμικές δονήσεις
Η λήψη μιας τέτοιας απόφασης δεν είναι εύκολη. Μόλις το 2019, η χώρα είχε αποφασίσει πως θα σταματήσει την εκμετάλλευση των πλούσιων κοιτασμάτων οκταετία νωρίτερα από την αρχική προθεσμία του 2030, τονίζοντας πως θα αφήσει μόνον λίγα σημεία εξόρυξης σε λειτουργία.
Βασικός λόγος για να ληφθεί τότε αυτή η απόφαση, απενεργοποιώντας μια μεγάλη πηγή ενέργειας στην ηλεκτροδότηση και τη θέρμανση της χώρας από το 1960, ήταν οι επαναλαμβανόμενες σεισμικές δονήσεις από τις γεωτρήσεις που γίνονταν για την εξόρυξη φυσικού αερίου όλα αυτά τα χρόνια. Μέχρι το 2013, όταν σεισμικές δονήσεις έγιναν εντονότερες και προκάλεσαν ζημιές σε κτίρια, τα κοιτάσματα του Χρόνιγκεν παρήγαγαν σχεδόν 54 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου. Μάλιστα, ένας ασυνήθιστα ισχυρός σεισμός τον Ιανουάριο του 2018 ανάγκασε την κυβέρνηση να θέσει σε προτεραιότητα τη διαφοροποίηση του ενεργειακού μείγματος της χώρας και να δώσει μεγαλύτερο βάρος στις ανανεώσιμες πηγές.
Σήμερα η Γερμανία ζητά 1,1 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου περισσότερα από τα κοιτάσματα του Χρόνιγκεν. Η παραγωγή από εκεί μπορεί να αυξηθεί από 3,9 δισ κυβικά μέτρα στα 7,6 δισ κυβικά μέτρα, σύμφωνα με την ολλανδική εταιρεία διαχείρισης του δικτύου Gasunie.
Πριν το αίτημα της Γερμανίας, ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικής και Κλιματικής Πολιτικής, Στεφ Μπλοκ, απηύθυνε έκκληση στη Γερμανία να εξετάσει όλες τις εναλλακτικές για να μην χρειαστεί μια αύξηση της παραγωγής από τα κοιτάσματα του Χρόνινγκεν. Αλλά με τα αποθέματα φυσικού αερίου από τη Ρωσία σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, οι εναλλακτικές δεν είναι πολλές.