THEPOWERGAME
Στα «μαλακά» πέσανε οι εταιρείες ταχυμεταφορών για τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν με τις παραδόσεις κατά την πρώτη φάση της καραντίνας τον Μάρτιο του 2020. Η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ), επέβαλε συνολικά πρόστιμα 53.000 ευρώ σε τρεις εταιρείες ταχυμεταφορών, την ACS, τα ΕΛΤΑ και τη Γενική Ταχυδρομική.
Το μεγαλύτερο πρόστιμο επιβλήθηκε στην ACS ύψους 20.000 ευρώ, ενώ στη Γενική Ταχυδρομική επιβλήθηκε πρόστιμο 17.000 ευρώ και στα ΕΛΤΑ ύψους 16.000 ευρώ. Στην ΑCS επιβλήθηκε το υψηλότερο πρόστιμο καθώς συγκέντρωσε τον μεγαλύτερο αριθμό καταγγελιών, πάνω από 100. Η Γενική Ταχυδρομική και τα ΕΛΤΑ είχανε καταγγελίες περισσότερες από 50 και λιγότερες από 100.
Η Speedex και η ΕΛΤΑ Courier ήταν μέσα στους καταγγελλόμενους, αλλά ο αριθμός των καταγγελιών ήταν μικρότερος. Για το λόγο αυτό η ΕΕΤΤ έκρινε ότι δεν έπρεπε να αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας από τη ίδια. Επομένως είναι εκτός των κυρώσεων για την εξεταζόμενη περίοδο, αλλά, σύμφωνα με πληροφορίες, οι δύο προαναφερόμενες επιχειρήσεις, συμπεριλαμβάνονται στα πορίσματα της ΕΕΤΤ για την β’ φάση της καραντίνας που ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 2020.
Οι καταγγελίες
Αναφορικά όμως με την α’ φάση τις καραντίνας, οι καταγγελίες που εξέτασε η ΕΕΤΤ, κάνουν λόγο για καθυστερημένες παραδόσεις ταχυδρομικών αντικειμένων, «εικονικές» προσπάθειες παράδοσης κ.ά. Οι υποθέσεις που απασχόλησαν αναφέρονται σε παραδόσεις ταχυδρομικών αντικειμένων με καθυστέρηση 6 και 8 ημερών, ενώ ορισμένοι κατήγγειλαν ότι, η πρόθεση των εταιρειών ταχυμεταφορών την περίοδο εκείνη ήταν να εξαναγκάσουν τους αποδέκτες των αντικειμένων, να προσέρχονται οι ίδιοι στα πρακτορεία/ υποκαταστήματα/ αποθήκες των εταιρειών, προκειμένου να τα παραλάβουν οι ίδιοι.
Αξιοσημείωτο είναι, όπως αναφέρουν παράγοντες κοντά στη διαδικασία, ότι μόλις υποβάλλονταν μια καταγγελία, σε πολλές περιπτώσεις, την επομένη ημέρα παραδίδονταν το σχετικό ταχυδρομικό αντικείμενο στον παραλήπτη του.
Χαμηλά πρόστιμα
Καλά ενημερωμένες πηγές αναφέρουν ότι τα πρόστιμα που επιβλήθηκαν από την ΕΕΤΤ, είναι χαμηλά γιατί συνεκτιμήθηκαν οι «εξαιρετικά απρόβλεπτες συνθήκες» που ακολούθησαν κατά την επιβολή της α’ φάσης της καραντίνας (lockdown). Αυτό, όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, δεν θα ισχύσει για την επόμενη περίοδο, π.χ. την β’ φάση της καραντίνας, η οποία δεν αποτέλεσε «κεραυνό εν αιθρία», αλλά επιπλέον είχε αποκτηθεί και η εμπειρία από την α’ φάση της καραντίνας. Και καθώς στην β’ φάση, οι καταγγελίες είναι πλέον χιλιάδες, θα πρέπει να αναμένεται ότι οι νέες κυρώσεις που θα επιβληθούν θα περιλάβουν πολύ μεγαλύτερα πρόστιμα.
«Μόνο την αναλογικότητα του αριθμού των καταγγελιών να εξετάσει κάποιος, δικαιολογεί το ύψος αυτών των προστίμων», παραδέχεται πηγή κοντά στην διαδικασία ελέγχου και επιβολής των προστίμων, η οποία κάνει λόγο για καταγγελίες που είναι 20 και 30 φορές περισσότερες απ’ εκείνες της α’ φάσης της καραντίνας. «Αν σ’ αυτό συνυπολογισθεί», προσθέτει, «ότι δεν υφίστανται οι “εξαιρετικά απρόβλεπτες συνθήκες”, τότε δεν θα πρέπει να μας ξαφνιάσουν οι βαρύτερες κυρώσεις».
Η β΄φάση της εξέτασης των υποθέσεων
Σημειώνεται ότι στα πορίσματα της ΕΕΤΤ για την α’ φάση της καραντίνας, εξετάσθηκαν μια προς μια οι καταγγελίες των καταναλωτών. Επομένως οι υποθέσεις είναι νομικά πολύ ισχυρές και ίσως αυτό να συνετέλεσε ως ένα βαθμό στην καθυστέρηση της έκδοσης των αποφάσεων. Στην β’ βάση, καθώς οι καταγγελίες είναι χιλιάδες, δεν μπορεί να γίνει το ίδιο. Η επεξεργασία των υποθέσεων γίνεται μαζικά και, κατά συνέπεια, οι επόμενες αποφάσεις της ΕΕΤΤ δεν θα αργήσουν να φτάσουν.
Το κρίσιμο ζητούμενο πλέον είναι αν θα προλάβει μέχρι τις 10 Ιανουαρίου 2022 που λήγει η θητεία της παρούσας ΕΕΤΤ να ληφθούν οι αποφάσεις. Κάτι τέτοιο ωστόσο, με ενδιάμεσες της χριστουγεννιάτικες διακοπές, θεωρείται μάλλον απίθανο. Επομένως οι κυρώσεις για το δεύτερο lockdown θα αναμένουν… την έλευση της νέας ΕΕΤΤ που θα έρθει κατά πάσα πιθανότητα στις αρχές του έτους. Αν η ΕΕΤΤ αλλάξει, τότε δεν αποκλείεται οι καθυστερήσεις να είναι ακόμη μεγαλύτερες, δεδομένου ότι σε κάθε αλλαγή επιτροπής, η διαδικασία επαναλαμβάνεται από την αρχή. Δηλαδή, έχουμε ακρόαση των καταγγελλομένων, υποβολή υπομνημάτων, πορίσματα, εισηγήσεις και λήψη αποφάσεων.