THEPOWERGAME
Για τις ΜΕΘ στον ιδιωτικό τομέα, τον υποχρεωτικό εμβολιασμό, το ενδεχόμενο για τέταρτη δόση, τις εγκύους και τα εμβόλια στα παιδιά μίλησε η Μίνα Γκάγκα στην τηλεόραση του ΑΝΤ1.
Η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας αναφερόμενη στους ανεμβολίαστους πολίτες άνω των 60 ετών, «έχουμε έναν μήνα μπροστά μας για να αποφύγουμε το πρόστιμο, υπάρχουν πολλά διαθέσιμα ραντεβού, γίνονται πάνω από 100.000 εμβολιασμοί την ημέρα, δεν υπάρχει περιθώριο να μην εμβολιαστούν όσοι το επιθυμούν».
«Αν και έχουμε μια σταθεροποίηση στα κρούσματα, ίσως και μια πτωτική πορεία, ωστόσο σε πολλές περιοχές το σύστημα υγείας πιέζεται πολύ, καθώς είναι αυξημένος ο αριθμός των διασωληνωμένων και των νοσηλειών», είπε η κ. Γκάγκα, συμπληρώνοντας πως «πάντα έχουμε ασθενείς που διασωληνώνονται εκτός ΜΕΘ. Αν μπορεί να μετακινηθεί ο ασθενής, μετακινείται σε άλλο νοσοκομείο, αν είναι ασταθής και δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί αλλιώς».
Όπως προσέθεσε, «η αλήθεια είναι ότι έχουμε πολλές εισαγωγές και πολλές διασωληνώσεις κάθε μέρα. Χρειάζονται και κάποιες ώρες για να απολυμανθούν οι σωληνώσεις του αναπνευστήρα και να είναι τα πράγματα όπως πρέπει, για αυτό και δεν καταλαμβάνεται άμεσα όποια κλίνη ΜΕΘ μένει κενή».
«Είναι ένα ποσοστό ασθενών που δεν θα μπορεί να μπει σε κρεβάτι Εντατικής άμεσα. Χρησιμοποιούμε όλα τα κρεβάτια του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Έχουμε μετατρέψει τις δικές μας ΜΕΘ κατά κύριο λόγο για περιστατικά κορονοϊού και μεταφέρονται σε ΜΕΘ σε ιδιωτικές κλινικές τα άλλα περιστατικά. Η πίεση στο ΕΣΥ είναι κυρίως λόγω έλλειψης προσωπικού, καθώς για την παρακολούθηση ασθενών στις κλινικές, που βρίσκονται διασωληνωμένοι εκεί ή με αυξημένη παροχή οξυγόνου χρειάζεται πολύ περισσότερο προσωπικό», επεσήμανε η κ. Γκάγκα.
Για τις εγκύους
Σε ότι αφορά τις εγκύους, η Αν. Υπ. Υγείας είπε πως «το πρόβλημα με τις εγκύους συνίσταται στο ότι δεν έχουν εμβολιαστεί. Το θέμα είναι πως όλοι και σε κάθε τόνο λέμε πως οι εγκυμονούσες και όσες θέλουν να μπουν σε διαδικασία εγκυμονούσες πρέπει να είναι εμβολιασμένες, βλέπουμε νέες γυναίκες που νοσούν και διασωληνώνονται, είναι φοβερό αυτό το πράγμα. Μόνο στο Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης είχαμε 27 διασωληνώσεις τον Νοέμβριο».
Για τον εμβολιασμό παιδιών
Για τον εμβολιασμό των παιδιών, είπε πως για τις ηλικίες 12-17 ετών δεν υπάρχει ακόμη κάποια αναφορά για απαιτούμενη τρίτη δόση, ενώ κάλεσε όλους τους γονείς «να παρακολουθήσουν την Τρίτη, την ζωντανή ενημέρωση από τις κ. Θεοδωρίδου και Παπαευαγγέλου. Θα ενημερωθούν για όλες τις απορίες και τις αγωνίες τους και μάλιστα και από παιδίατρο και από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών».
Για την τέταρτη δόση
Σχετικά με την ενδεχόμενη τέταρτη δόση του εμβολίου, σημείωσε πως «από τα πρώτα δεδομένα φαίνεται ότι τα εμβόλια είναι αποτελεσματικά. Πρέπει να ξέρουμε ότι σε όλες τις λοιμώξεις, η πρώτη λοίμωξη είναι πιο βαριά, οι επόμενες που ακολουθούν είναι πιο ελαφρές, αφού έχουμε ήδη έρθει σε επαφή με τον ιό».
Προσέθεσε πως «φαίνεται ότι η τρίτη δόση του εμβολίου θωρακίζει καλά. Εάν θα υπάρξει τέταρτη δόση θα μας το πουν οι ειδικοί, η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, ανάλογα και με τις εξελίξεις διεθνώς».
«Έχουμε εμβόλια και για το 2022 και για το 2023. Εάν χρειαστεί και άλλη δόση, θα υπάρχει επάρκεια να την κάνουμε», σημείωσε.
Σχετικά με τα νέα κρούσματα της μετάλλαξης Όμικρον που εντοπίστηκαν στην Ελλάδα, η κ. Γκάγκα είπε πως γίνεται ιχνηλάτηση, από ότι έχουμε δει μέχρι τώρα, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά διεθνώς, τα χαρακτηριστικά είναι ήπιο.
Για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού, η Αν. Υπ. Υγείας είπε πως «οι άνθρωποι που κινδυνεύουν περισσότερο, που είναι οι περισσότεροι στις Μονάδες και καταλήγουν, είναι ηλικίας άνω των 60 ετών για αυτό αφορά αυτούς ο υποχρεωτικός εμβολιασμός. Έχουμε δει πως άλλες ομάδες που ξέρουν πως κινδυνεύουν, όπως οι ανοσοκατεσταλμένοι και έχουν εμβολιαστεί. Δεν υπάρχει αυτήν την ώρα σκέψη για διεύρυνση του υποχρεωτικού εμβολιασμού ηλικιακά ή λόγω επαγγέλματος»
Ερωτηθείσα με τους ελέγχους στους ναούς, εν όψει και των Χριστουγέννων, η κ. Γκάγκα είπε «θεωρώ πολύ σημαντική την τήρηση των κανόνων, καθώς και τον έλεγχο για την τήρηση των κανόνων. Όμως, το πιο σημαντικό είναι ο καθένας να τηρεί τα μέτρα από μόνος του για τον εαυτό του και τους γύρω του».