THEPOWERGAME
Ακόμα πιο πλούσιοι έγιναν οι δισεκατομμυριούχοι σε όλον τον κόσμο από την αρχή της πανδημίας της νόσου Covid-19 μέχρι σήμερα, επιβεβαιώνοντας πως η εισοδηματική ανισότητα είναι ένα από μεγαλύτερα προβλήματα που καλούνται οι αντιμετωπίσουν οι χώρες του ανεπτυγμένου και του αναδυόμενου κόσμου.
Περίπου 2.750 δισεκατομμυριούχοι ελέγχουν σήμερα το 3,5% του παγκόσμιου πλούτου από το 1% που ίσχυε το 1995, καταγράφοντας ρεκόρ χάρις στη μεγάλη άνοδο από την αρχή της πανδημίας. Οι περιουσίες των 50 πλουσιότερων στη γη έχει αυξηθεί κατά 9% ανά έτος από το 1995 μέχρι το 2001. Στον αντίποδα βρίσκεται το φτωχότερο 50% του πληθυσμού στον πλανήτη διότι κατέχει μόνο το 2% του παγκόσμιου πλούτου.
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει η έρευνα του Εργαστηρίου για την Παγκόσμια Ανισότητα (Global Inequality Lab), το οποίο ίδρυσε ο γνωστός οικονομολόγος Τόμας Πικετί στο Παρίσι και εντάσσεται στην Σχολή Οικονομικών του Παρισιού.
Μολονότι οι ανισότητες μεταξύ των χωρών έχουν μειωθεί από τα τέλη του Ψυχρού Πολέμου, το εισοδηματικό χάσμα σε καθεμία από αυτές έχει οξυνθεί στον ανεπτυγμένο και τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει πως έχει εξαλειφθεί το χάσμα ανάμεσα στον πλούσιο και τον φτωχό κόσμο. Απεναντίας η άνιση κατανομή των εμβολίων και ιατρικού εξοπλισμού είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα σε αυτήν την πρωτοφανή υγειονομική κρίση. Υπό αυτήν την έννοια, οι παρεμβάσεις των κυβερνήσεων στις πλούσιες χώρες απέτρεψαν τη μαζική αύξηση της φτώχειας αλλά αυτό δεν συνέβη στον υποανάπτυκτο κόσμο.
Το χάσμα πλουσίων και φτωχών οφείλεται σε πολιτικές επιλογές
«Εάν υπάρχει ένα δίδαγμα από αυτήν την παγκόσμια έρευνα είναι πως η ανισότητα πηγάζει πάντα από πολιτικές επιλογές», τονίζει ο Γάλλος οικονομολόγος Λουκάς Σανσέλ, ένας από τους συγγραφείς της έρευνας. Την έρευνα συνυπογράφει επίσης ο Πικετί με τον Εμμανουέλ Σεζ, καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια. Για την ολοκλήρωση της συμμετείχαν επίσης 100 ερευνητές από όλον τον κόσμο.
«Οι ανισότητες στον κόσμο είναι τόσο μεγάλες όσο στο απόγειο του δυτικού ιμπεριαλισμού στις αρχές του 20ου αιώνα» αναφέρεται στην έκθεση. Γεγονός είναι πως το 10% των πλουσιότερων ανθρώπων στον πλανήτη καταλαμβάνουν το 52% του παγκόσμιου εισοδήματος αντί του 8% που βρίσκεται στα χέρια του φτωχότεροι 50% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Η τεράστια ρευστότητα που διοχετεύθηκε κυρίως από τις κεντρικές τράπεζες φαίνεται πως ωφέλησε συγκεκριμένες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων σε όλον τον κόσμο, όπως τα ακίνητα, και έτσι συγκρατείται σε ορισμένα εισοδηματικά στρώματα αντί να διαχέεται παντού.
Ως εκ τούτου αυτό το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών δεν αποδίδεται αποκλειστικά στα εισοδήματα αλλά και στη μεγάλη ανατίμηση των περιουσιακών στοιχείων που σημειώθηκε από την αρχή της πανδημίας.
Μεγάλες διαφορές στην περιουσιακή κατάσταση των πολιτών παρατηρείται στις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Ινδία, ενώ ηπιότερες είναι οι επιπτώσεις της ανισότητας στην Ευρώπη. Σε ορισμένες χώρες, όπως η Ινδία, η παρουσία της μεσαίας τάξης είναι υποτυπώδης.
«Πράγματι, το ποσοστό του εισοδήματος που αντιστοιχεί το φτωχότερο ήμισυ του παγκόσμιου πληθυσμού είναι κατά 50% χαμηλότερο από το 1820, πριν σημειωθεί η μεγάλη απόκλιση ανάμεσα στις χώρες της Δύσης και των αποικιών τους» καταλήγει η έρευνα.