THEPOWERGAME
Στη σύνοδο κορυφής COP26 στη Γλασκόβη ένα πράγμα έγινε σαφές: η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής θα έχει πάρα πολύ μεγάλο κόστος. Και το κόστος αυτό δεν θα προκύψει μόνο από την αλλαγή στις μεθόδους παραγωγής ενέργειας ικανής να καλύψει τις ανάγκες του πλανήτη και του σημερινού ανθρώπου με μηδενικές εκπομπές αερίων. Θα προκύψει και από την ανάγκη προσαρμογής των κοινωνιών στις νέες συνθήκες που αντιμετωπίζουν, οι οποίες οφείλονται στην κλιματική αλλαγή.
Οι αυξανόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που βιώνουν οι κοινωνίες, όπως οι πλημμύρες, οι ισχυροί τυφώνες, τα κύματα καύσωνα, οι ξηρασίες και οι πυρκαγιές, δείχνουν ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια πραγματικότητα που απαιτεί προετοιμασία εδώ και τώρα ώστε να μετριαστούν οι επιπτώσεις αυτές, αν θέλουμε να αποφύγουμε την πείνα, την ανασφάλεια, την πολιτική αστάθεια και τις μαζικές μεταναστεύσεις. Είναι πλέον βέβαιο ότι η “Προσαρμογή” δεν μπορεί να περιμένει.
Ταυτόχρονα, τίθεται μια πολύ φιλόδοξη ατζέντα διεθνώς, που στοχεύει στη μείωση των επιπέδων των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου ώστε να μην υπάρξει περαιτέρω επιδείνωση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής και ώστε να παραμείνουμε στον 1.5o Κελσίου ανόδου της παγκόσμιας θερμοκρασίας. Μεταξύ των επιμέρους μέτρων για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι η απεξάρτηση ενεργειακά από τον άνθρακα, η μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση και η μετάβαση σε εναλλακτικές πηγές ενέργειας.
Ποια είναι λοιπόν η χρηματοδότηση που απαιτείται τόσο για την κλιματική προστασία των κοινωνιών όσο και για την μείωση των εκπομπών αερίων; Και ποιος θα την πληρώσει;
Στη σύνοδο κορυφής της COP 26 συζητήθηκε ότι ο όλος μετασχηματισμός θα απαιτήσει τρισεκατομμύρια δολάρια σε νέες επενδύσεις.
Οι χώρες με χαμηλότερο εθνικό εισόδημα (δηλαδή οι «φτωχές»), πολλές από τις οποίες αντιμετωπίζουν ίσως και τους πιο ακραίους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή, δεν είναι σε θέση να πληρώσουν το λογαριασμό και να χρηματοδοτήσουν τις απαιτούμενες επενδύσεις για την προσαρμογή. Επίσης, οι χώρες αυτές πιστεύουν ότι αυτές που προκάλεσαν το μεγαλύτερο μέρος του προβλήματος είναι οι πλούσιες χώρες και κατά συνέπεια αυτές θα πρέπει να πληρώσουν τα περισσότερα χρήματα για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον πλανήτη. Οι φτωχές λοιπόν χώρες ήδη για να καλύψουν τις παγκόσμιες προσδοκίες για απαλλαγή από τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και μετριασμό της κλιματικής κρίσης, αναγκάζονται να μειώσουν τα διαθέσιμα κονδύλια σε άλλους τομείς της οικονομίας τους (π.χ. υγειονομική περίθαλψη, δημόσια έργα και εκπαίδευση).
Στον αντίποδα, οι πλούσιες χώρες με τη σειρά τους δε φαίνονται πρόθυμες να πάρουν πρόσθετες δεσμεύσεις για την αποζημίωση των χωρών με χαμηλότερο εισόδημα για τις απώλειες που σχετίζονται με την κλιματική κρίση. Και αυτό, παρόλο που είχαν υποσχεθεί πριν χρόνια να διαθέσουν κεφάλαια για να βοηθήσουν τα αναπτυσσόμενα κράτη να απεξαρτηθούν από τα ορυκτά καύσιμα και να προσαρμοστούν στις συνθήκες ενός θερμότερου πλανήτη, αναγνωρίζοντας ότι οι φτωχότερες χώρες ευθύνονται λιγότερο για την κλιματική αλλαγή.
Φαίνεται ότι τα περισσότερα αναμενόμενα κονδύλια προσαρμογής στην κλιματική κρίση σήμερα θα προέρχονται από τον δημόσιο τομέα. Όσον αφορά τα ιδιωτικά κεφάλαια και τις ιδιωτικές επενδύσεις το πρόβλημα, όχι μόνο για τις αναπτυσσόμενες χώρες, είναι ότι οι διαθέσιμες τεχνολογικές καινοτομίες έχουν μεγάλο βαθμό ανασφάλειας ως επενδυτικά σχέδια έτσι ώστε να δυσκολεύονται οι αποφάσεις διάθεσης κεφαλαίων ιδιαίτερα με γνώμονα το μεγαλύτερο ρίσκο και τις χαμηλές ή καθόλου αποδόσεις. Με άλλα λόγια το πρόβλημα δεν είναι μόνο η έλλειψη προσδοκώμενου κέρδους ή το υψηλό ρίσκο, αλλά η έλλειψη επαρκώς εφικτών τεχνολογικών λύσεων αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής.
Η δυσκολία άντλησης των κεφαλαίων που απαιτούνται τόσο για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής όσο και για την προσπάθεια προσαρμογής στις νέες συνθήκες, η λεγόμενη «κλιματική χρηματοδότηση», αποκαλύπτει τις αδυναμίες συλλογικής δράσης για το κλίμα και θα μπορούσε να επιδεινώσει ακόμη περισσότερο τις ανισότητες μεταξύ των ανεπτυγμένων και των αναπτυσσόμενων κρατών.
Τι μπορεί να γίνει λοιπόν; Καταρχάς πρέπει να αποδεχτούμε ότι τα προβλήματα που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή και απαιτούμενη προσαρμογή των κοινωνιών δεν είναι τοπικά προβλήματα αλλά παγκόσμια και αφορούν όλο τον πλανήτη. Αν και φαινόμενα όπως οι πλημμύρες ή οι ξηρασίες μπορεί να πλήττουν τοπικά συγκεκριμένες κοινωνίες περισσότερο από άλλες, μπορούν ωστόσο να προκαλέσουν αλυσιδωτές αντιδράσεις σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο που θα επηρεάσουν όλο τον πλανήτη.
Έτσι λοιπόν πρέπει να γίνουν προσπάθειες για συλλογική συνεργασία μεταξύ των κρατών για την αντιμετώπιση της Κρίσης. Επίσης, πρέπει να δοθεί έμφαση στη συμμετοχή του ιδιωτικού κεφαλαίου και των Τραπεζών, που με τη σειρά τους πρέπει να αναλάβουν χρηματοδοτήσεις με μεγαλύτερα ρίσκα. Διότι τελικά, αν “πέσουν” κάποιοι, θα “πέσουν” όλοι. Αν η ζημία από την κλιματική αλλαγή και η ένταση των φυσικών φαινομένων καταστρέψει τις ευάλωτες οικονομίες του πλανήτη, αυτές θα χάσουν οποιαδήποτε ικανότητα να συμβάλλουν στην καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης και οι προσπάθειες των ανεπτυγμένων κρατών προς αυτή την κατεύθυνση θα αποδειχθούν ανεπαρκείς για το ζητούμενο αποτέλεσμα με όλες τις τραγικές συνέπειες.