THEPOWERGAME
Η Κίνα καλείται να προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές εάν είναι να επιτύχει τη μείωση των καθαρών εκπομπών ρύπων μέχρι το 2060. Κατά κοινή ομολογία είναι μεγάλη η πρόκληση για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, όπου χτυπά η καρδιά της παγκόσμιας μεταποίησης.
Υπολογίζεται πως θα χρειαστούν ετήσιες επενδύσεις 163 δισ. δολαρίων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και άλλες τεχνολογίες που δεν προϋποθέτουν τη χρήση άνθρακα, σύμφωνα με ανάλυση της επενδυτικής εταιρείας Bernstein. Είναι σχεδόν το διπλάσιο από τα 91 δισ. δολάρια που είχαν υπολογιστεί σε ετήσιες επενδύσεις το 2019, συνοψίζοντας το συνολικό ποσό στα 6,5 τρισ. δολάρια για τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες, αναφέρουν σε σχετικό δημοσίευμα οι Financial Times. Στις εκτιμήσεις αυτές δεν λαμβάνονται υπόψη απαραίτητες αναβαθμίσεις, που θα χρειαστεί να γίνουν στα δίκτυα ηλεκτροδότησης των περιφερειών της Κίνας.
Αν και η κοινή διακήρυξη των ΗΠΑ με την Κίνα έδωσε μια δυναμική στην 26η Διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα (COP26) την ώρα που έφθιναν οι προσδοκίες για τη λήψη ουσιαστικών αποφάσεων, δεν συμπεριλάμβανε συγκεκριμένους στόχους για την καταπολέμηση του φαινομένου του θερμοκηπίου. Εκτός δε της φυσικής απουσίας του προέδρου της Κίνας, Σι Τζίνμπιγκ από την COP26, οι εκπρόσωποι του Πεκίνου και της Ινδίας απέφυγαν να δεσμευτούν με την «σταδιακή κατάργηση» της ενέργειας από άνθρακα. Οι δυο χώρες προτίμησαν να γίνει αναφορά σε έναν «σταδιακό περιορισμό» της χρήσης άνθρακα στην παραγωγή ενέργειας σ’ ότι αφορά τις δεσμεύσεις των χωρών που συμμετείχαν στην COP26.
Το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσο η κινεζική κυβέρνηση προτίθεται να αλλάξει τις υποδομές στην οικονομία της για να περιοριστεί η χρήση άνθρακα στο ελάχιστο. Ήδη έχει ξεπεράσει την Ιαπωνία ως ο μεγαλύτερος αγοραστής υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Κατά τη διάρκεια των προηγουμένων εβδομάδων έχουν υπογραφεί πολλαπλά συμβόλαια μεταξύ της Κίνας και εταιρειών σχιστολιθικού αερίου των ΗΠΑ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αυστραλιανής τράπεζας Macquarie, το ποσοστό LNG από τις ΗΠΑ στην Κίνα θα αυξηθεί περαιτέρω λόγω του χαμηλού κόστους και των μεγάλων ενεργειακών αναγκών της Κίνας.
Δύσκολη η μείωση της εξάρτησης από άνθρακα
Αλλά η μετάβαση μιας τόσο μεγάλης οικονομίας στην πράσινη ενέργεια δεν είναι τόσο απλή. Επιπτώσεις αναμένεται να υπάρξουν όχι μόνον στη χώρα αλλά και στην παγκόσμια οικονομία. Στην Κίνα αναλογεί το ένα τρίτο των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, όπου το 85% προέρχεται από ορυκτά καύσιμα, καθώς φιλοξενεί σχεδόν το 29% της παγκόσμιας μεταποίησης.
Το Πεκίνο οπισθοδρόμησε στην περιβαλλοντική πολιτική του, όταν έδωσε πρόσφατα έγκριση για εντατικοποίηση της παραγωγής άνθρακα ώστε να αντιμετωπισθούν οι αλλεπάλληλες διακοπές ρεύματος. Αυτές οι διακοπές αποτυπώθηκαν στη συρρίκνωση της μεταποιητικής δραστηριότητας τον Οκτώβριο επί δεύτερο διαδοχικό μήνα.
Αύξηση του κόστους ενέργειας
Αν και η σημερινή άνοδος του κόστους των ορυκτών καυσίμων είναι μια ακόμη παράμετρος που δυσχεραίνει την ενεργειακή μετάβαση για όλες τις οικονομίες όχι μόνον την Κίνα, θεωρείται απαραίτητη συνθήκη για τη μείωση των εκπομπών ρύπων. Την Τρίτη, οι τιμές του άνθρακα στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο εκπομπών ρύπων έφθασαν στα 66 ευρώ ανά τόνο, αντανακλώντας νέο ιστορικό υψηλό. Στις ΗΠΑ, αντίστοιχα, αναρριχήθηκαν στα υψηλότερα επίπεδα από το 2009.
Απώτερος στόχος των τάσεων αυτών είναι να γίνει φθηνότερη η «πράσινη ενέργεια». Απομένει, ως εκ τούτου, να διαπιστωθεί εάν η Κίνα λαμβάνει σοβαρά υπόψη την ανάγκη για απανθρακοποίηση. «Εάν έχει το στομάχι για να επωμισθεί το οικονομικό κόστος», ανέφεραν αναλυτές της Gavekal Dragonomics στους Financial Times.