THEPOWERGAME
Μήπως η Κίνα είναι ένας τους βασικούς τροφοδότες του παγκόσμιου σπιράλ των πληθωριστικών πιέσεων στην παγκόσμια οικονομία; Έως έναν βαθμό ναι. Στη δεύτερη ισχυρότερη οικονομία του κόσμου, η τιμές παραγωγού αυξήθηκαν τον Οκτώβριο κατά 13,5% από πέρσι έναντι του 10,7% που είχε σημειωθεί έναν μήνα πριν. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση που έχει καταγραφεί από τα μέσα της δεκαετίας του ΄90, όταν δηλαδή ξεκίνησαν να δίνονται στη δημοσιότητα τα στοιχεία αυτά.
Αυτή η συσσώρευση των πληθωριστικών πιέσεων στην Κίνα πηγάζει εν μέρει από την ταχύτατη ανάπτυξή της στο πρώτο κύμα της πανδημίας και την εξάρτησή της από τις εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), βοηθώντας στη μεγάλη ανατίμηση των πρώτων υλών και της ενέργειας.
Συν τοις άλλοις, οι αλλεπάλληλες διακοπές ρεύματος των προηγούμενων μηνών υποχρέωσαν ολόκληρες μονάδες παραγωγής να υπολειτουργήσουν, προκαλώντας νέες καθυστερήσεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες και διατηρώντας σε υψηλά επίπεδα το κόστος των παγκόσμιων μεταφορών.
Η αύξηση του κόστους παραγωγής ενισχύει τις ανοδικές πιέσεις στον παγκόσμιο πληθωρισμό, εάν ληφθεί υπόψη ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Κίνας στον παγκόσμιο μεταποιητικό κλάδο και τις εφοδιαστικές αλυσίδες, σχολίασε ο Κεν Τσέουνγκ, επικεφαλής στρατηγικών επενδύσεων στο συνάλλαγμα της Mizuro Bank στο αμερικανικό ειδησεογραφικό δίκτυο CNN.
Στα ύψη η αξία των βιομηχανικών μετάλλων
Η ταχύρρυθμη ανάπτυξη της στο πρώτο κύμα της πανδημίας κατέστησε απαραίτητη τη συγκέντρωση πρώτων υλών για να μπορεί να ανταπεξέλθει στην εκτόξευση παραγγελιών μέσω του ηλεκτρονικού εμπορίου που συνέβαινε στον υπόλοιπο κόσμο. Όταν ξεκίνησαν οι μαζικοί εμβολιασμοί και έτσι άνοιξε ο δρόμος στην ανάκαμψη του ανεπτυγμένου κόσμου, η τιμή του χαλκού ήδη είχε φθάσει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Όπως είχαν επισημάνει οικονομολόγοι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από τον φετινό Μάιο, οι τιμές των βασικών μετάλλων ήταν ήδη τότε αυξημένες κατά 72% από τα προ πανδημίας επίπεδα. Από τότε κυμαίνονταν στο υψηλό των τελευταίων εννέα ετών, με τον χαλκό να είναι ακριβότερος κατά 89% από τα τέλη του 2019, το σιδηρομετάλλευμα κατά 116% και το νικέλιο κατά 41%. Με την επιτάχυνση των ρυθμών ανάπτυξης στη Δύση και την αναγγελία φιλόδοξων στόχων για τη μείωση των εκπομπών ρύπων, οι τιμές των βιομηχανικών μετάλλων, τα οποία είναι απαραίτητα για την κατασκευή υποδομών όπως είναι οι ανεμογεννήτριες, βρίσκονταν ήδη στα ύψη.
H εξάρτηση της Κίνας σε LNG και ο ρόλος της στο ράλι ενέργειας
Δεδομένου ότι το φυσικό αέριο παίζει σημαντικό ρόλο τα τελευταία χρόνια στα σχέδια του Πεκίνου για την καταπολέμηση της ρύπανσης του περιβάλλοντος, η εξάρτηση της χώρας σε LNG αυξήθηκε κατακόρυφα ακόμη και πριν από την πανδημία. Το 2018, οι εισαγωγές LNG καταλάμβαναν το 43% του φυσικού αερίου που εισέρχονταν στη χώρα έναντι του 5% μια δεκαετία πριν.
Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2019, το LNG αντιπροσωπεύει το 60% των εισαγωγών φυσικού αερίου στην Κίνα. Εν όψει και των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων, η Κίνα κινείται στρατηγικά ώστε να μην υπάρξουν ελλείψεις σε φυσικό αέριο, με τη ζήτηση να φθάνει φέτος τα 365 με 370 δισ κυβικά μέτρα, αντανακλώντας άνοδο 11% με 13%, όπως εκτιμά η υπηρεσία ενέργειας της Κίνας. Δεν είναι τυχαίο που οι διεθνείς τιμές του φυσικού αερίου έχουν πολλαπλασιαστεί από τις αρχές του έτους.
Εντούτοις αυτή η γενναία επέκταση των προμηθειών της Κίνας σε φυσικό αέριο δεν απώθησε τον κίνδυνο διακοπών ρεύματος σε μεγάλες περιφέρειες, ιδιαίτερα της νοτιοανατολικής Κίνας. Η συνεπακόλουθη εντολή του Πεκίνου για την εντατικοποίηση της παραγωγής των ορυχείων ελήφθη όταν δηλαδή οι τιμές του άνθρακα κυμαίνονταν ήδη σε υψηλότερα επίπεδα, προκαλώντας αλυσιδωτές αντιδράσεις στο κόστος παραγωγής.
Εκφράζονται πια φόβοι για στασιμοπληθωρισμό στην Κίνα ύστερα από τη συρρίκνωση της μεταποιητικής δραστηριότητας τον Οκτώβριο επί δεύτερο διαδοχικό μήνα λόγω της ενεργειακής κρίσης στη χώρα.
Αν και η άνοδος των τιμών καταναλωτή στην Κίνα περιορίστηκε στο 1,5% τον Οκτώβριο, είναι το υψηλότερο ποσοστό που έχει σημειωθεί από τον Σεπτέμβριο του 2020 και αναμένεται να υπάρξουν νέες ανατιμήσεις. Σε κάθε περίπτωση, το κόστος παραγωγής στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου εκτιμάται πως παραμείνει αυξημένο μέσα στον χειμώνα, επηρεάζοντας την πορεία των τιμών στον υπόλοιπο κόσμο.