THEPOWERGAME
«Έγιναν βήματα προόδου, καθώς ΕΕ και ΗΠΑ στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων με τη σύναψη συμφωνίας, που αναμένεται να έχει ισχυρό βραχυπρόθεσμο αντίκτυπο στην αντιμετώπιση του προβλήματος της υπερθέρμανσης του πλανήτη», επισήμανε η ευρωβουλευτής της ΝΔ, Μαρία Σπυράκη, μιλώντας από το βήμα της Διεθνούς Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα COP26 στη Γλασκώβη, και συγκεκριμένα στην ημερίδα «Energy day» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ως αρμόδια εισηγήτρια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τη «Στρατηγική της ΕΕ για τη μείωση των ρύπων μεθανίου».
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, «οι ρύποι του μεθανίου θα καταγράφονται πλέον σε ενιαία βάση δεδομένων, καθώς, όπως ανακοινώθηκε στο Εnergy day της Κομισιόν στην COP26, οι ΗΠΑ προσχωρούν στο Διεθνές Παρατηρητήριο για το Μεθάνιο (International Methane Emissions Observatory)», ενώ, παράλληλα, «περισσότερες από 100 χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, της ΕΕ, του Καναδά και της Βραζιλίας, υπογράφουν την παγκόσμια δέσμευση για το μεθάνιο, που επισημοποιήθηκε στις αρχές της εβδομάδας στην COP26» και «δεσμεύονται να μειώσουν τις εκπομπές του μεθανίου κατά 30% έως το 2030 με έτος αναφοράς το 2020».
Υπάρχει έλλειψη πολιτικής βούλησης
Η κ. Σπυράκη, κατέστησε σαφές, ωστόσο, ότι «το νούμερο ένα ζήτημα αναφορικά με τη συμφωνία, είναι η έλλειψη πολιτικής βούλησης των ισχυρών χωρών, που συγκαταλέγονται στους βασικούς ρυπαντές, ανάμεσά τους η Ρωσία, η Κίνα και η Αυστραλία, να συμμετάσχουν και η έλλειψη δεδομένων που σχετίζεται με την απροθυμία τους».
Στην ομιλία της, η ευρωβουλευτής της ΝΔ και του ΕΛΚ υποστήριξε, επίσης, ότι «η ανάληψη δράσης για τον περιορισμό των εκπομπών μεθανίου είναι επιτακτική ανάγκη, καθώς αποτελεί τον ταχύτερο τρόπο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής» και, αμέσως, προσέθεσε: «Μπορούμε να τα καταφέρουμε να μειώσουμε τους ρύπους μεθανίου με στοχευμένα τεχνικά μέτρα που ήδη είναι διαθέσιμα και αυτό αποτελεί χρέος που έχουμε για τα παιδιά μας.
Ένα υποχρεωτικό σύστημα μέτρησης-αναφοράς και επαλήθευσης (ΜRV) δεδομένων αναφορικά με το μεθάνιο θα βελτίωνε την υποχρεωτική αναφορά των εν λόγω δεδομένων από τα κράτη-μέλη στη Σύμβαση Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή (UNFCCC). Επιπλέον, ένα ισχυρό πρόγραμμα ανίχνευσης διαρροών (LDAR) μεθανίου αποτελεί κρίσιμο δεδομένο της Στρατηγικής της ΕΕ για τη μείωση των εκπομπών μεθανίου και την επίτευξη των στόχων για το κλίμα και το περιβάλλον». Επίσης, χαρακτήρισε «ιδιαίτερα σημαντικό» το ρόλο του Διεθνούς Παρατηρητηρίου Εκπομπών Μεθανίου, καθώς «θα παρακολουθεί τις καταγραφές (ΜRV) και θα ελέγχει τις διαρροές (LDAR)».
Οι δεσμεύσεις των χωρών της Ένωσης
Σχετικά με τη προσχώρηση περισσοτέρων από 100 χωρών στην παγκόσμια δέσμευση για τη μείωση των εκπομπών μεθανίου (το 70% των χωρών της παγκόσμιας οικονομίας), η κ. Σπυράκη χαρακτήρισε «ελπιδοφόρο γεγονός» την προσχώρηση της Βραζιλίας, «η οποία συγκαταλέγεται στις πέντε χώρες με τις μεγαλύτερες εκπομπές μεθανίου παγκοσμίως», ωστόσο, όπως είπε, «η Κίνα, η Ινδία και η Ρωσία, που συμπληρώνουν, μαζί με τις ΗΠΑ, την πεντάδα των χωρών με τις υψηλότερες εκπομπές μεθανίου, δεν έχουν εκδηλώσει πρόθεση για συμμετοχή».
Αναγκαία η μείωση του μεθανίου
Το μεθάνιο είναι το δεύτερο ισχυρότερο αέριο του θερμοκηπίου, μετά το διοξείδιο του άνθρακα, και ο περιορισμός των εκπομπών του συντελεί σημαντικά στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Το μεθάνιο είναι, περίπου 80 φορές πιο αποτελεσματικό στην παγίδευση θερμότητας στην ατμόσφαιρα από το διοξείδιο του άνθρακα σε μια περίοδο είκοσι χρόνων, γεγονός που σχετίζεται με την υπερθέρμανση του πλανήτη.
«Το μεθάνιο έχει σχετικά μικρή διάρκεια ζωής στην ατμόσφαιρα και η μείωσή του θα φέρει μια γρήγορη επιτυχία στην προστασία του κλίματος», είπε η κ. Σπυράκη, επισημαίνοντας ότι «υπάρχει δυνατότητα να περιοριστεί άμεσα στη μεταφορά του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, στην αγροτική-κτηνοτροφική παραγωγή και στη διαχείριση των αποβλήτων με τη μετατροπή του και στη συνέχεια αξιοποίηση του ως πηγή ενέργειας».
Σημειώνεται ότι η έκθεση της κ. Σπυράκη για τη «Στρατηγική της ΕΕ για τη μείωση των ρύπων μεθανίου», ψηφίσθηκε με συντριπτική πλειοψηφία στην ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο Στρασβούργο, στις 21 Οκτωβρίου.