THEPOWERGAME
Στοχευμένα θα είναι κατά πάσα πιθανότητα τα νέα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά και μάλιστα αυτό θα εξαρτηθεί εν πολλοίς, από την πορεία των εσόδων τους επόμενους μήνες και κυρίως από τα έσοδα του Οκτωβρίου και του Νοεμβρίου.
Είναι ενδεικτικό ότι το υπουργείο Οικονομικών βάζει φρένο στα αιτήματα της αγοράς για έξτρα στήριξη με φόντο την πανδημία, μετά την εξαγγελία νέων μέτρων ελέγχου και πρόσβασης των καταναλωτών σε εμπορικά καταστήματα και καταστήματα εστίασης.
Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με αξιωματούχους του οικονομικού επιτελείου έχει ξεκινήσει η μελέτη πρόσθετων μέτρων στήριξης των επιχειρήσεων ως ανάχωμα στον ενεργειακό «πυρετό», ενώ η εικόνα των εσόδων Οκτωβρίου και του πρώτου δεκαημέρου του Νοεμβρίου θα κρίνει αν ο προϋπολογισμός του 2022 θα ενσωματώνει κάποια «έκπληξη».
Πάντως, είναι γεγονός ότι το στίγμα των κυβερνητικών προθέσεων στα αιτήματα της αγοράς για έξτρα στήριξη στη σκιά της πανδημίας έδωσε ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης δηλώνοντας στον ΣΚΑΪ ότι «δεν υπάρχουν άλλα μέτρα ενίσχυσης, τελείωσαν αυτά, τέρμα. Διότι η ΕΕ αποκλείεται να ανοίξει το πουγκί πάλι διότι θα πούνε οι Ευρωπαίοι που έχουν τα λεφτά , κύριοι σας δώσαμε το εμβόλιο».
Άλλωστε και ο πρωθυπουργός σε τηλεοπτική του συνέντευξη επανέλαβε κατηγορηματικά ότι δεν πρόκειται να υπάρξει νέο lockdown. Λιανεμπόριο και εστίαση δεν υπάρχει αμφιβολία πως θα πιεστούν από την εφαρμογή των ελέγχων στην πελατεία τους, αλλά όπως επισημαίνουν οι ίδιες πηγές πάνω από το 70% του ενήλικου πληθυσμού δεν θα αντιμετωπίσει κανένα πρόβλημα εισόδου ούτε σε καταστήματα εστίασης ούτε στο λιανεμπόριο καθώς έχει εμβολιαστεί.
Χαμηλά κρατιέται και ο πήχης για τυχόν έξτρα μέτρα με τον προϋπολογισμό του 2022, ο οποίος αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή στις 19 Νοεμβρίου. Ο φετινός ρυθμός ανάπτυξης εκτιμάται πως θα ξεπεράσει το 7% , τον Οκτώβριο τα πρώτα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών δείχνουν αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών κατά 35% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2019 και κατά 24% σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2020 αλλά η εικόνα πρέπει να συμπληρωθεί και από τις πρώτες 10-15 μέρες του Νοέμβρη για να είναι όσο το δυνατό πιο σαφή τα όποια περιθώρια έξτρα παρεμβάσεων προκύψουν.
Αρμόδιες πηγές, εκμηδενίζουν τις προσδοκίες μόνιμων μέτρων με εξαίρεση τον ΕΝΦΙΑ που ο συνδυασμός με τη μεταρρύθμιση του φόρου μπορεί να «χωρέσει» έξτρα μειώσεις επιβαρύνσεων ενώ στο τραπέζι έχει επανέλθει το ενδεχόμενο χορήγησης επιδόματος στους υγειονομικούς, οι οποίοι συνεχίζουν να σηκώνουν ένα ασύλληπτα βαρύ φορτίο .
Τι θα γίνει με το μέρισμα σε ευπαθείς ομάδες
Το οικονομικό επιτελείο έχει βάλει στο μικροσκόπιο τις δημοσιονομικές ισορροπίες ώστε να δει τι μπορεί να αποδώσει ως μέρισμα εν όψει ενός δύσκολου χειμώνα και αναζωπύρωσης της πανδημίας που ενδεχομένως να ανατρέψει τους σχεδιασμούς και επιφέρει νέα πλήγματα σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Είναι προφανές ότι η δυναμική της πανδημίας θέτει νέες προκλήσεις ωστόσο τα δημοσιονομικά περιθώρια έχουν ήδη εξαντληθεί.
«Άτυπη αύξηση» εισοδημάτων
Όπως είχε αναφέρει πριν από λίγες μέρες σε δήλωσή του ο Υπουργός Οικονομικών κ. Χρήστος Σταϊκούρας, «το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών συνέχισε να βελτιώνεται το 2ο τρίμηνο του έτους, μετά από ετήσια αύξηση 4,5% το 1ο τρίμηνο. Ειδικότερα, κατά το 2ο τρίμηνο το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε 7% σε σχέση με το περυσινό αντίστοιχο τρίμηνο, ενώ αύξηση παρουσίασε και σε σύγκριση με το 1ο τρίμηνο του έτους. Και αυτό συνέβη παρότι η τελική κατανάλωση των νοικοκυριών παρουσίασε, κατά το ίδιο διάστημα, σημαντική ανάκαμψη της τάξης του 15,3%, σημειώνοντας αύξηση, σε ετήσια βάση, για πρώτη φορά από το 4ο τρίμηνο του 2019.
Η βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών αντανακλάται, μεταξύ άλλων, και στη συνεχιζόμενη άνοδο των ιδιωτικών καταθέσεων, οι οποίες ανήλθαν σε υψηλό δεκαετίας τον Σεπτέμβριο, αγγίζοντας τα 173,8 δισ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέσα στην υγειονομική κρίση, οι ιδιωτικές καταθέσεις έχουν αυξηθεί κατά περίπου 28 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 50% είναι καταθέσεις νοικοκυριών» ο κ. Σταϊκούρας.
Δεν βρίσκουν εργαζόμενους
Ένας άλλος παράγων που ζύγισε η κυβέρνηση και προχώρησε στην ανακοίνωση ενός νέου γύρου αύξησης των μισθών είναι ότι οι επιχειρήσεις με βάση τα στοιχεία των εσόδων και όσα έχουν αναφέρει στελέχη του οικονομικού επιτελείου, φαίνεται, να έχουν αυξημένη κερδοφορία. Παράλληλα ο κίνδυνος ελλείψεων στο εργατικό δυναμικό, ειδικά σε συγκεκριμένες θέσεις και τομείς αναμένεται να οδηγήσει σε αυξήσεις των αμοιβών. Άρα, η κυβέρνηση τρέχει να προλάβει το «τραίνο» ώστε να μην την υπερβούν οι εξελίξεις.
Ανησυχία από την ακρίβεια
Ήδη, η αγορά κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για νέες ανατιμήσεις ενώ βέβαια δε λείπουν και οι ανησυχίες στο οικονομικό επιτελείο για το πώς θα επηρεαστεί η ζήτηση και βέβαια η δημοσιονομική εικόνα τα χώρας. «Το υψηλό ενεργειακό κόστος προκαλεί κατάσταση «συναγερμού» και σε υγιείς παραγωγικές μονάδες, οι οποίες, μέχρι να σχεδιάσουν και το κλείσιμό τους, περιορίζουν την παραγωγή τους. Έτσι όμως πάμε σε ελλείψεις σε άλλους τομείς της οικονομίας όπως η γεωργία ή η οικοδομή, με συνέπεια την περιορισμένη προσφορά που καταλήγει σε νέο γύρο ανατιμήσεων» αναφέρει σε ανακοίνωση του ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Αττικής- Πειραιώς παραπέμποντας σε νέο κύκλο των ανατιμήσεων.
Την ίδια ώρα, καμπανάκι για τα οικονομικά των νοικοκυριών κρούει ειδική θεματική έρευνα, της ΓΣΕΕ και του Ινστιτούτου Εργασίας σε συνεργασία με την εταιρεία Alco. Σύμφωνα με την έρευνα το 82% των εργαζομένων, δηλώνει ότι η μηνιαία επιβάρυνση του νοικοκυριού τους από τις αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας και των βασικών ειδών διατροφής αναμένεται να είναι «Πολύ μεγάλη» ή «Μεγάλη» με το 14% να την εκτιμά ως «Μικρή» ή «Πολύ μικρή».
Οι εργαζόμενοι δήλωσαν ότι για να διασφαλιστεί το βιοτικό τους επίπεδο είναι αναγκαίο να υπάρξουν σημαντικές αυξήσεις στους ονομαστικούς μισθούς τους που κατά μέσο τις προσδιορίζουν στο 25%, με διαφοροποιήσεις ανάλογα τα εισοδήματά τους. Όσοι δηλώνουν μηνιαίο εισόδημα έως 1.000 ευρώ δηλώνουν, κατά μέσο όρο, σε ποσοστό 57% ότι το αποτελεσματικότερο μέτρο για την προστασία του βιοτικού τους επιπέδου από τις ανατιμήσεις είναι η αύξηση των μισθών και του κατώτατου μισθού και το 39%, κατά μέσο όρο, την μείωση των ειδικών φόρων και φόρων κατανάλωσης.