THEPOWERGAME
Στο «βωμό» της τεχνολογίας περισσότερο και της εξοικονόμησης κόστους σε δεύτερη φάση, «θυσιάζονται» τραπεζικά καταστήματα και μειώνεται συστηματικά ο αριθμός του προσωπικού των τραπεζών.
Αναγκαστικές προσαρμογές ενόψει της υιοθέτησης ενός νέου τραπεζικού μοντέλου, που δεν θα σταματήσει να έχει φυσική παρουσία και ανθρώπινο πρόσωπο, αλλά που θα είναι σαφέστατα προσανατολισμένο στη ψηφιοποίηση υπηρεσιών.
Πώς θα μπορούσε άλλωστε να είναι διαφορετικό, όταν το 2020, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές ήταν αυξημένες κατά 190% περίπου σε σχέση με το 2015, με το τρέχον έτος να σημειώνει νέα ρεκόρ, στα εναλλακτικά κανάλια και το e – banking κάθε μορφής.
Η άνοδος στη χρήση των ψηφιακών καναλιών δίνει μεγάλη «ανάσα» στα τραπεζικά καταστήματα, ώστε αυτά να ικανοποιούν πραγματικές ανάγκες των καταναλωτών – πέραν από την απλή διεκπεραίωση συναλλαγών – δίνοντας χώρο και περιθώρια σε μία τραπεζική συμβουλευτικής κατεύθυνσης.
Οι αλλαγές αυτές μπορεί να γίνονται ραγδαία και ίσως απότομα τα τελευταία χρόνια – ειδικά από το 2018 και μετά έχει κλείσει το 20% των υποκαταστημάτων και έχει οδηγηθεί στην έξοδο (μέσω εθελουσίας ή σύνταξης ή παραίτησης), περίπου το 20% του προσωπικού των τραπεζών.
«Όμως από την άλλη πλευρά, δεν υπάρχουν περιθώρια χρόνου», εξηγούν οι τραπεζίτες, που θέλουν να μειώσουν το κόστος διατήρησης ενός μεγάλου αριθμού καταστημάτων, που σήμερα δεν εξυπηρετεί σε κανέναν βαθμό, τις προ εικοσαετίας ανάγκες, τότε όπου νέα καταστήματα άνθιζαν ασταμάτητα σε κάθε γωνιά.
Ο πρώτος λόγος που οδήγησε στο μάζεμα των καταστημάτων ήταν προφανώς οι συγχωνεύσεις μεταξύ των τραπεζών, αλλά ο δεύτερος, που αφορά τα τρία τελευταία χρόνια, μπορεί μεν να έχει συνάρτηση με το κόστος, αλλά κυρίως οφείλεται στην ανάγκη προσαρμογής σε μια ψηφιακή εποχή.
Έτσι, από τη μία πλευρά η παρουσία ενός ευρύτατου δικτύου καταστημάτων δεν έχει νόημα στη σημερινή e – τραπεζική εποχή, από την άλλη, οι τράπεζες επενδύουν εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ, σε υποδομές και επενδύσεις για την ψηφιοποίηση των συναλλαγών.
Εξάλλου, ο ψηφιακός μετασχηματισμός πέραν της αμεσότητας και της ευελιξίας, θεωρείται ως βασικό μέσο περιορισμού της φοροδιαφυγής, όπως σχολιάζουν εύστοχα τραπεζικά στελέχη, αναφορικά με την θεαματική αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Προ ημερών, ο νέος πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών κ. Βασίλης Ράπανος αναφέρθηκε στο θέμα της μείωσης των καταστημάτων, κατά την ομιλία του στη Βουλή (στην Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων).
«Όπως γνωρίζετε» είπε χαρακτηριστικά, «ο αριθμός των φυσικών καταστημάτων υποχρεωτικά προσαρμόζεται στην πραγματικότητα που διαμορφώνεται λόγω των τεχνολογικών καινοτομιών και των οικονομικών εξελίξεων. Όσο εδραιώνεται ο ψηφιακός μετασχηματισμός, τόσο η φυσική εξυπηρέτηση περιορίζεται.
Παρόλα αυτά εξακολουθούμε να διατηρούμε σημαντικό αριθμό καταστημάτων (συνολικά 1.702 σε ολόκληρη την επικράτεια) με ιδιαίτερη πρόνοια για τις ακριτικές περιοχές της νησιωτικής, ή ηπειρωτικής Ελλάδος».
Να σημειωθεί επίσης ότι οι ελληνικές Τράπεζες διαθέτουν επιπλέον 5.925 ΑΤΜς τα οποία έχουν αυξηθεί κατά 13% τα τελευταία 5 χρόνια. Μάλιστα, η πλειοψηφία των ATMs (56%) εξυπηρετεί το κοινό στην Περιφέρεια.
Βέβαια, αν περιορισθούμε στις εξελίξεις που έχουν συμβεί στους τέσσερις μεγάλους συστημικούς ομίλους (Alpha, Eurobank, Εθνικής και Πειραιώς) το δίκτυο των καταστημάτων έχει μειωθεί στα 1.413 υποκαταστήματα όταν στα τέλη του 2018 ήταν 1.796.
Ως προς τον αριθμό των εργαζομένων , έχει μειωθεί την τελευταία τριετία σε 29.715 άτομα, αφήνοντας κενές περίπου 8.700 θέσεις εργασίας. Αποχωρήσεις που έγιναν είτε λόγω συνταξιοδότησης, είτε λόγω εθελουσίας εξόδου, είτε λόγω παραιτήσεων για διάφορους προσωπικούς λόγους. Κάποιοι εξ αυτών, ελάχιστοι στον αριθμό, κατάφεραν και βρήκαν πάλι μια θέση στην τραπεζική αγορά. Οι περισσότεροι αναζήτησαν την τύχη τους αλλού…
Το σίγουρο είναι ότι και οι δύο αυτές κυρίαρχες τάσεις – η μείωση προσωπικού αλλά και δικτύου καταστημάτων – θα είναι ενεργές και το επόμενο διάστημα. Ο αριθμός των καταστημάτων θα μειωθεί περαιτέρω, όπως και αυτός των τραπεζοϋπαλλήλων, αγγίζοντας το ιδανικό μέγεθος του νέου μοντέλου τραπεζικής που ισχύει και διεθνώς.