THEPOWERGAME
Ούτε καν έχουν αρχίσει να αποκατασταθίστανται οι ισορροπίες από την ένταση μεταξύ Ρωσίας και ΕΕ για το θέμα της παροχής φυσικού αερίου από την Gazprom προς την Ευρώπη και ένα νέο ενεργειακό μέτωπο δείχνει ότι πάει να ανοίξει. Αυτό της Αρκτικής.
Με την ΕΕ, αφ’ ενός να επισημαίνει το πραγματικά μεγάλο πρόβλημα της υπερθέρμανσης της ηπείρου λόγω -και- της υπερεκμετάλλευσης των πόρων της. Και αφ’ ετέρου να επιχειρεί να ασκήσει κι εκεί, την επιρροή της. Μόνο που από την Αρκτική προέρχεται σημαντικό μέρος των ενεργειακών πηγών, από τις οποίες η Ρωσία τροφοδοτεί (όταν το θέλει) και την Ευρώπη.
Την Τετάρτη, η Κομισιόν παρουσίασε τη νέα της πολιτική για την Αρκτική, στα πλαίσια της οποίας επισημαίνει πως πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακας δεν θα πρέπει να εξορύσσονται από την περιοχή, εφόσον θέλει η παγκόσμια κοινότητα να πιάσει τους στοχους για την κλιματική αλλαγή. Επίσης, πως οι εξορύξεις ενέχουν κινδύνους για περιβαλλοντική μόλυνση σε ευαίσθητες περιοχές, αλλά και πως πρέπει να επιβληθεί διεθνές μορατόριουμ στις εξορύξεις υδρογονανθράκων.
Η αντίδραση της Μόσχας ήταν άμεση, καθώς τα συμφέροντά της στην Αρκτική είναι τεράστια. «Εξεπλάγην λίγο όταν άκουσα γι’ αυτό» δήλωσε στο CNBC ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ρωσίας, Αλεξάντερ Νόβακ, στο περιθώριο ενεργειακού συνεδρίου στη Μόσχα. «Γιατί στην Αρκτική, γιατί όχι στον Ισημερινό;»
«Κανείς θα μπορούσε να σκεφτεί μία σειρά από μέρη στον πλανήτη, όπου θα έπρεπε να απαγορευθεί η εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου. Το κίνητρο αυτής της πρότασης δεν είναι τίποτε άλλο από πολιτικό».
Επεσήμανε μάλιστα την τρέχουσα ενεργειακή συγκυρία: «Τί μας λένε αυτές οι δηλώσεις, αν όχι να σταματήσουμε να αντλούμε το σύνολο του φυσικού αερίου που παράγουμε αυτή τη στιγμή; Νομίζω πως οι συντάκτες της καταλαβαίνουν πολύ λίγο πώς έχουν τα πράγματα».
Τα κοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου της Ρωσίας
Η Ρωσία έχει αναφέρει πως τα κοιτάσματά της στη δυτική Σιβηρία εξαντλούνται και έχει στραφεί στην αξιοποίηση των βόρειων κοιτασμάτων. Όπως για παράδειγμα εκείνου στην χερσόνησο Γιαμάλ (από όπου τροφοδοτούνται οι αγωγοί φυσικού αερόυ Nordstream 1 και 2 προς την ΕΕ) ή στα οικόπεδα Στοκμάν στη θάλασσα Μπάρεντς, βόρεια της (επίσης σημαντικής παραγωγού πετρελαίου και φυσικού αερίου) Νορβηγίας. Όσο για τους υδρογονάνθρακες, έκθεση της αμερικανικής υπηρεσίας ενέργειας από το 2016, υπολόγιζε πως η άντληση από περιοχές εξωχώρια της Αρκτικής ανέρχονταν -τότε- σε 36.000 βαρέλια ημερησίως.
Η κρίση του φυσικού αερίου και οι κατηγορίες προς Ρωσία
Να υπενθυμίσουμε πως ήδη η ΕΕ ήταν εντός της εβδομάδας σε διαβουλεύσεις με το Κίεβο, στο θέμα της προμήθειας του φυσικού αερίου που φτάνει στην Ευρώπη, με τις τιμές να έχουν ως και δεκαπλασιαστεί μεμονωμένα και τα αποθέματα να βρίσκονται στο «κόκκινο».
Τη Δευτέρα, η Άνγκελα Μέρκελ και ο Εμανουέλ Μακρόν συνομίλησαν τηλεφωνικά με τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, συζητώντας το ενδεχόμενο νέας συνάντησης στα πλαίσια της «Νορμανδικής Τετράδας» ή ακόμη και μία σύνοδο με το φυσικό αέριο στο επίκεντρο, ενώ ο Ρώσος πρόεδρος απευθύνει απανειλημμένες διαβεβαιώσεις ότι η Ρωσία θα ανταποκριθεί στις ευρωπαϊκές ανάγκες.
Και την Τρίτη, μία Σύνοδος ΕΕ-Ουκρανίας έθεσε στο τραπέζι το θέμα της ενεργειακής ασφάλειας και τις πιέσεις που μπορούν να ασκηθούν προς τη Ρωσία, προκειμένου να ανοίξει κι άλλο την κάνουλα. Στο ανακοινωθέν οι Βρυξέλλες άφησαν και πάλι αιχμές για «προσπάθειες τρίτων μελών να χρησιμοποιήσουν την ενέργεια ως όπλο» (με αποδέκτη, φυσικά, τη Ρωσία).
Την ίδια ώρα, από το Σεπτέμβρη, ομάδα Ευρωβουλευτών έχει ζητήσει από την Κομισιόν να ανοίξει έρευνα σε βάρος της Gazprom για χειραγώγηση της αγοράς.
Και η αμερικανική πλευρά διαμηνύει σε όλους τους τόνους πως η Ρωσία εκμεταλλεύεται τη δύσκολη ενεργειακή θέση της Ευρώπης για να πιέσει την έγκριση της λειτουργίας του αγωγού Nordstream 2 (η οποία έχει κολλήσει επί του παρόντος, στις γερμανικές αρχές).
Η κλιματική αλλαγή και η εμπλοκή στην Αρκτική
Η ΕΕ έχει -ωστόσο- δίκιο, στο θέμα της κλιματικής αλλαγής. Υπολογίζεται πως στην Αρκτική, η υπερθέρμανση του πλανήτη λαμβάνει ήδη χώρα, σε διπλάσιο ρυθμό από τον παγκόσμιο μέσο όρο, όπως επισημαίνει το Norwegian Polar Institute.
Προειδοποιώντας για «σημαντική υπερθέρμανση που οδηγεί σε συνεχόμενη απώλεια των θαλάσσιων πάγων, στο λυώσιμο των παγόβουνvn και του καλυμματος πάγου της Γροιλανδίας», με δραστικές επιπτώσεις για τους κατοίκους και το περιβάλλον της περιοχής και όλο τον πλανήτη.
Μεταξύ άλλων, μελέτη που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στην επιθεώρηση της «Αμερικανικής Ένωσης για την Πρόοδο της Επιστήμης» δείχνει ότι τα ακραία καιρικά φαινόμενα σε περιοχές των ΗΠΑ και άλλα μέρη του κόσμου σχετίζονται με την άνοδο της θερμοκρασίας στην Αρκτική.
Η άνοδος της θερμοκρασίας στην περιοχή, σύμφωνα με τους επιστήμονες, έχει διαταράξει το κυκλικό μοτίβο των ανέμων, γνωστό ως «πολική δίνη». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, για παράδειγμα, την επέλαση του ψύχους στο Τέξας τον περασμένο Φεβρουάριο.
Από την άλλη, τα ρωσικά γεωπολιτικά συμφέροντα είναι τεράστια. Τα εδάφη της Ρωσίας που βλέπουν στον Αρκτικό Ωκεανό αποτελούν το 53% του συνόλου της ακτογραμμής της, και ο πληθυσμός που ζει στην Αρκτική ζώνη της Ρωσίας -όπως η χερσόνησος Γιαμάλ- αντιστοιχεί σε 2 εκατ. ανθρώπους.
Σύμφωνα με τον Ρώσο υπουργό ανάπτυξης της Ρωσικής Άπω Ανατολής και Αρκτικής, Αλεξέι Τσεκούνκοβ, η Αρκτική αποφέρει το «10% του ρωσικού ΑΕΠ και το 20% των εξαγωγών».
Και η Μόσχα επισημαίνει, εκτός των άλλων, πως η ΕΕ δεν είναι καν μέλος του Αρκτικού Συμβουλίου, του διακυβερνητικού φόρουμ για την προώθηση της συνεργασίας, του συντονισμού και της αλληλεπίδρασης μεταξύ των αρκτικών κρατών, που ιδρύθηκε το 1996 και στο οποίο συμμετέχουν Ρωσία, ΗΠΑ, Καναδάς, Νορβηγία, Ισλανδία και η ΕΕ μέσω τριών κρατών-μελών της: της Δανίας (στα εδάφη της οποίας ανήκει η Γροιλανδία), της Φινλανδίας και της Σουηδίας.
Ταυτόχρονα, η ΕΕ στην έκθεσή της επισημαίνει πως «η Αρκτική είναι μία περιοχή μέγιστης στρατηγικής σημασίας για την ΕΕ, σε σχέση με την κλιματική αλλαγή, τις πρώτες ύλες καθώς και τη γεωστρατηγική επιρροή».
Και πως στόχος είναι «η ενίσχυση της εμπλοκής της ΕΕ» στην περιοχή, «συμβάλλοντας στην διατήρηση του ειρηνικού και εποικοδομητικού διαλόγου και της συνεργασίας σε ένα μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό τοπίο». Η φρασεολογία σίγουρα δεν αποτρέπει τις αιτιάσεις πως οι Βρυξέλλες θέλουν να αυξήσουν την επιρροή τους στην περιοχή.