THEPOWERGAME
Το ζήτημα της αναστολής της ειφοράς αλληλεγγύης για τους δικαστικούς λειτουργούς και τον υπόλοιπο δημόσιο τομέα τέθηκε εκ νέου από την Ένωση σε συνάντηση του προέδρου της κ. Χριστόφορου Σεβαστίδη με τον αν. υπουργό Οικονονμικών Θ. Σκυλακάκη. Η Ένωση – όπως προκύπτει από χθεσινή της ανακοίνωση- επανέλαβε διά του προέδρου της στον κ. Σκυλακάκη την άποψή της ότι η ειδική εισφορά αλληλεγγύης είναι ένας φόρος «που επιβάλλεται πλέον αντισυνταγματικά στην συνεπέστερη κατηγορία φορολογουμένων παραβιάζοντας την αρχή της ισότητας στα δημόσια βάρη». Τόνισε επίσης στον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών ότι η συνέχιση της επιβολής του φόρου αυτού μόνο στους εργαζομένους στο Δημόσιο και τους συνταξιούχους «είναι ένα μέτρο κατάφωρα άδικο το οποίο χωρίς καμία δικαιολογητική βάση επιβαρύνει το τρέχον έτος» μόνο τους συγκεκριμένους φορολογούμενους, «την ίδια στιγμή που απαλλάσσονται από το συγκεκριμένο φόρο τα κέρδη των μεγάλων εταιριών».
Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, στην ίδια ανακοίνωσή της υπενθυμίζει ότι «έθεσε για πρώτη φορά το ζήτημα τον Φεβρουάριο και απέστειλε σχετικό υπόμνημα στον πρωθυπουργό τον περασμένο μήνα». Προσθέτει δε, στην ίδια ανακοίνωσή της: «Ενημερώσαμε τον κ. υπουργό ότι σε περίπτωση που δεν ικανοποιηθεί το δίκαιο αίτημά μας ούτε με τον προϋπολογισμό για το έτος 2022 τότε θα διεκδικήσουμε τις αξιώσεις μας δικαστικά».
Από την ανακοίνωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων προκύπτει επίσης ότι ο κ. Σκυλακάκης επεσήμανε μεν ότι η βούληση της κυβέρνησης είναι η πλήρης και μόνιμη κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για όλους, διευκρίνισε ωστόσο ότι αυτό «επιδιώκεται ανάλογα και με τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο να καταστεί εφικτό το 2023». Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, στην ίδια ανακοίνωση επισημαίνει ότι «θα αναμένει μέχρι την οριστική κατάρτιση του προϋπολογισμού για να προβεί σε κάθε περαιτέρω ενέργεια».
Η προειδοποίηση αυτή της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων προκαλεί προβλοηματισμό στην κυβέρνηση. Κι αυτό διότι αν κάνει δεκτό το αίτημά της, τότε ο κρατικός προϋπολογισμός του 2022 θα επιβαρυνθεί με δημοσιονομικό κόστος 400 εκατ. ευρώ, ενώ αντιθέτως τυχόν άρνηση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην ικανοποίηση του αιτήματος αυτού από το 2022 είναι πιθανό να προκαλέσει πολύ μεγαλύτερο δημοσιονομικό κόστος. Κι αυτό, διότι οι δικαστικές αποφάσεις που θα εκδοθούν και θα κρίνουν αντισυνταγματική την επιβολή της εισφοράς μόνο στους μισθωτούς του Δημοσίου και τους συνταξιούχους θα υποχρεώσουν τελικά το Δημόσιο να καταβάλει αναδρομικά και εντόκως όλα τα ποσά εισφοράς που επιβλήθηκαν σ’ αυτές τις κατηγορίες φορολογουμένων από την 1η-1-2021 μέχρι τη στιγμή που θα εκδοθεί η απόφαση καθώς επίσης και να πάψει την επιβολή της εισφοράς από την στιγμή εκείνη και μετά. Η εξέλιξη αυτή θα κοστίσει δημοσιονομικά ποσό τουλάχιστον 800 εκατ. ευρώ στην διετία 2021-2022.