THEPOWERGAME
Καθώς η μετάλλαξη Δέλτα της covid-19 συνεχίζει να εξαπλώνεται σε μεγάλα τμήματα του κόσμου, είναι κρίμα που τα εμβόλια εξακολουθούν να είναι δυσεύρετα. Ακόμα χειρότερα, τα δεσμεύουν οι πλούσιες χώρες, παρόλο που σε άλλα μέρη του κόσμου οι ανάγκες είναι εξαιρετικά μεγάλες. Γι’ αυτό φταίει η πολιτική. Ο θρίαμβος, ωστόσο, είναι ότι υπάρχουν εμβόλια, και γι’ αυτό, τα εύσημα ανήκουν στην επιστήμη.
Η αλληλουχία του γονιδιώματος του ιού δόθηκε στη δημοσιότητα στις 11 Ιανουαρίου 2020, έναν μόλις μήνα μετά την πρώτη αναφορά για μια νέα αναπνευστική νόσο στη Γιουχάν της Κίνας. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 15 Ιανουαρίου, η Moderna, σε συνεργασία με τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας της Αμερικής, ολοκλήρωσε το σχεδιασμό του πρωτότυπου μορίου που θα αποτελούσε το εμβόλιο της. Εξήντα δύο ημέρες μετά, στις 16 Μαρτίου, άρχισαν οι δοκιμές σε ανθρώπους. Στις 8 Δεκεμβρίου, η 91χρονη Βρετανίδα Maggie Keenan εμβολιάστηκε με το πρώτο κλινικό εμβόλιο της Pfizer. Συγκριτικά, το εμβόλιο κατά της πολιομυελίτιδας στην Αμερική χρειάστηκε 20 χρόνια για να φτάσει από τις δοκιμές στην άδεια κυκλοφορίας.
Εντούτοις, οι επιστήμονες θα μπορούσαν να τα καταφέρουν ακόμη καλύτερα. Έως τις αρχές του 2021, σύμφωνα με το στατιστικό μας μοντέλο για τον υπερβολικό αριθμό θανάτων, η πανδημία είχε ήδη κοστίσει τη ζωή μεταξύ 4 και 8 εκατομμυρίων ανθρώπων. Εάν ο μαζικός εμβολιασμός είχε ξεκινήσει έστω και ελάχιστα νωρίτερα και είχε επεκταθεί λίγο πιο γρήγορα, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι θα μπορούσαν να είχαν σωθεί. Αυτός είναι ένας στόχος που αξίζει να επιδιωχθεί στην επόμενη πανδημία – και, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, είναι απολύτως εφικτός.
Τα θεμέλια για την επίτευξη του στόχου έχουν ήδη τεθεί. Είναι οι δεκαετίες επιστημονικής και ιατρικής έρευνας. Η Katalin Karikó, μία από τις πρωτοπόρους της τεχνολογίας mRNA που διέπει τα δύο πιο επιτυχημένα εμβόλια, τα οποία παρασκευάζονται από την Pfizer και τη Moderna, πέρασε 30 χρόνια μελετώντας πώς το mRNA μπορεί να βοηθήσει στην καταπολέμηση των ασθενειών. Η έρευνά της υπήρξε συχνά πολύ ριζοσπαστική για να προσελκύσει κρατικές επιχορηγήσεις ή θεσμική υποστήριξη, ενώ αποτελεί κομμάτι ενός συνόλου εργασιών που διευρύνει σημαντικά το πεδίο αντιμετώπισης των μολυσματικών ασθενειών, συμπεριλαμβανομένων και των νέων.
Όπως εξηγούμε αυτή την εβδομάδα, η πανδημία βοήθησε να έρθει στο προσκήνιο ένα νέο σύνολο βιοχημικών και υπολογιστικών εργαλείων για την πρόβλεψη της εξέλιξης των ιών. Μια τέτοια προσέγγιση ονομάζεται «deep mutational scanning (βαθιά μεταλλακτική σάρωση)», η οποία παρατηρεί τυχαίες αλλαγές στις κρίσιμες πρωτεΐνες του παθογόνου μικροοργανισμού σε εργαστηριακές συνθήκες. Χρησιμοποιώντας τη μηχανική μάθηση, οι επιστήμονες μπορούν να διαμορφώσουν προβλέψεις σχετικά με το ποιοι συνδυασμοί αυτών των μεταλλάξεων θα κάνουν, για παράδειγμα, την ασθένεια να εξαπλωθεί ταχύτερα και, ως εκ τούτου, να κυριαρχήσει σε μια πανδημία με τον τρόπο που η Δέλτα κυριαρχεί στην covid-19.
Έχοντας αυτές τις προβλέψεις στο οπλοστάσιό τους, οι κατασκευαστές μπορούν να προετοιμάσουν αποθέματα εμβολίων και θεραπειών πριν τα παθογόνα μεταλλαχθούν και εξαπλωθούν. Μια μέρα, οι άνθρωποι θα μπορούσαν να εμβολιάζονται ακόμη και προληπτικά. Ο συνδυασμός ενός τέτοιου βαθμού ετοιμότητας και ταχείας ανάπτυξης των δόσεων που θα καταστήσει δυνατή, θα μπορούσαν να σώσουν πολλές ζωές.
Η ίδια λογική του «όσο ταχύτερα τόσο το καλύτερο» ισχύει και σε άλλους τομείς της αντιμετώπισης της πανδημίας. Τα τεστ και η ανίχνευση των επαφών θα πρέπει να είναι διαθέσιμα αμέσως μόλις εμφανιστούν τα πρώτα σημάδια ότι κάποιο παθογόνος μικροοργανισμός εξαπλώνεται παγκοσμίως. Η πανδημία έδειξε ότι οι μεγάλες κεντρικές εγκαταστάσεις δοκιμών, ενώ είναι γρήγορες στο να ξεκινήσουν και να λειτουργήσουν από το μηδέν, έχουν πιο αργούς χρόνους διεκπεραίωσης από τις μικρότερες, πιο τοπικές εγκαταστάσεις που μπορούν να επεξεργαστούν τα δείγματα επιτόπου.
Τέτοιες εγκαταστάσεις οφείλουν να είναι έτοιμες για την επόμενη πανδημία, βασιζόμενες σε γρήγορους, ειδικά κατασκευασμένους γενετικούς ελέγχους σαν αυτούς που μόλις άρχισαν να λειτουργούν σε αεροδρόμια σε όλο τον κόσμο. Έως την άφιξη του επόμενου παθογόνου μικροοργανισμού, η τεχνολογία που επιτρέπει στο κέντρο εξέτασης για την covid-19 στο νέο αεροδρόμιο του Βερολίνου στο Βρανδεμβούργο να επεξεργάζεται πλήρως ένα δείγμα σε λιγότερο από μία ώρα θα πρέπει να γίνει ευρέως διαθέσιμη.
Οι ρυθμιστικές αρχές οφείλουν επίσης να διαδραματίσουν τον ρόλο τους. Οι υγειονομικές αρχές διαχειρίζονται ήδη τον δομοστοιχειωτό χαρακτήρα των νέων συστημάτων παραγωγής εμβολίων, εξορθολογίζοντας τις διαδικασίες έγκρισής τους, έτσι ώστε τα εμβόλια να μπορούν να αναβαθμιστούν για να παρέχουν προστασία έναντι των μεταλλάξεων του κοροναϊού. Οι νέες «πλατφόρμες» εμβολίων μπορούν να παράγουν ένα εμβόλιο το ίδιο εύκολα με το προηγούμενο, προβαίνοντας σε μικρές μόνο αλλαγές. Οι αρχές θα πρέπει να αρχίσουν να σκέφτονται τον τρόπο που θα διασφαλίσουν την ασφάλεια των εμβολίων που παράγονται σε πλατφόρμες έναντι εντελώς νέων παθογόνων μικροοργανισμών, χωρίς να χρειάζεται να ξεκινούν κάθε φορά τη διαδικασία έγκρισης από την αρχή.
Δεν μπορούμε να ξέρουμε πότε θα χτυπήσει η επόμενη πανδημία. Νέοι παθογόνοι μικροοργανισμοί αναδύονται συνεχώς από πολύπλοκα, απρόβλεπτα περιβάλλοντα, συχνά μακριά από αστυνόμευση ή ρυθμιστικό έλεγχο. Μια νέα ασθένεια θα μπορούσε κάλλιστα να εμφανιστεί αυτή τη στιγμή, καθώς, για παράδειγμα, κάποιο αλλόκοτο βακτήριο δραπετεύει από μια εργοστασιακή φάρμα που χρησιμοποιεί μεγάλες ποσότητες αντιβιοτικών, ή ένας μεταλλαγμένος ιός μεταφέρεται από κάποιο εργαστήριο ή δάσος, μέσω μιας νυχτερίδας που τον μεταδίδει σε έναν νέο ξενιστή που μπορεί να μολύνει τον άνθρωπο. Δεν μπορούμε να σταματήσουμε όλες τις πανδημίες, αλλά σίγουρα μπορούμε να προετοιμαστούμε καλύτερα για όταν έλθουν.
© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved.
Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από την www.powergame.gr Το πρωτότυπο άρθρο, στα αγγλικά βρίσκεται στο www.economist.com